Τη σκληρή πραγματικότητα της διαπραγμάτευσης με την τρόικα γνώρισαν χθες από πρώτο χέρι ο πρωθυπουργός Α. Σαμαράς και ο υπουργός Οικονομικών Γ. Στουρνάρας.

Το ενδιαφέρον των δανειστών εστιάζεται στην απαρέγκλιτη εφαρμογή του προγράμματος. Προς το παρόν δεν γίνεται λόγος για επανεξέταση του Μνημονίου.

Μετά από τρεις μήνες ευφορίας, που προκλήθηκε -κυρίως- από τις προεκλογικές υποσχέσεις όλων των κομμάτων, η ελληνική οικονομία «προσγειώνεται» στα «αγκάθια» της «τρόικας.

Ο πρωθυπουργός και ο υπουργός Οικονομικών κ. Σαμαράς και Στουρνάρας, διαπίστωσαν στις επαφές που είχαν χθες με τους εκπροσώπους των δανειστών μας, ότι δεν τίθεται -επί του παρόντος τουλάχιστον- κανένα θέμα επαναδιαπραγμάτευσης και πως το ενδιαφέρον όλων (Ευρωπαίων και μελών του ΔΝΤ) εστιάζεται στην εφαρμογή του προγράμματος που έχει ήδη συμφωνηθεί.

Ο κ. Σαμαράς στη χθεσινή -πρώτη ως πρωθυπουργός- συνάντηση που είχε με τους κ. Τόμσεν, Μαζούχ και Μορς, εξέπεμψε το μήνυμα ότι η νέα ελληνική κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να προχωρήσει άμεσα στις διαρθρωτικές αλλαγές και τις αποκρατικοποιήσεις και ότι η μακρά περίοδος των υποσχέσεων και της γενικής στασιμότητας έλαβε τέλος. Λίγο νωρίτερα, στο ίδιο μήκος κύματος είχε κινηθεί και ο κ. Γ. Στουρνάρας, ο οποίος, περιγράφοντας με ρεαλισμό την κατάσταση, έκανε λόγο «για δύσκολα χρόνια» που έρχονται.

Κατά τη διάρκεια των συνομιλιών του πρωθυπουργού με την «τρόικα», θέμα επαναδιαπραγμάτευσης δεν ετέθη από την ελληνική πλευρά, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι η στρατηγική της κυβέρνησης είναι πως «πρώτα υλοποιούνται οι δεσμεύσεις και μετά κατατίθεται το αίτημα για αλλαγή όρων του μνημονίου».

Είναι χαρακτηριστικό ότι ο πρωθυπουργός δεσμεύθηκε για μια ακόμη φορά ότι θα προχωρήσει σε αποκρατικοποιήσεις που θα είναι -όπως είπε- περισσότερες από ότι προβλέπεται στη δανειακή σύμβαση, στον περιορισμό του δημόσιου τομέα και στην αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος.

Σύμφωνα με πληροφορίες, η μόνη αναφορά του κ. Σαμαρά που παρέπεμπε ευθέως στην επιλογή της επαναδιαπραγμάτευσης, έγινε στο τέλος της -διάρκειας 50 λεπτών- συζήτησης, όταν ο πρωθυπουργός έθεσε το θέμα της εντεινόμενης ύφεσης.

«Πιστεύουμε ότι θα ξεπεράσει το 6%, κάτι που υπερβαίνει και τις δικές σας προβλέψεις και τις δικές μας εκτιμήσεις. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να αλλάξουμε κάποια πράγματα, να τονωθεί η ελληνική οικονομία».

Οι εκπρόσωποι των δανειστών της χώρας έδειξαν να αναγνωρίζουν το πρόβλημα, αλλά διευκρίνισαν ότι «αυτή την ώρα πρέπει να γίνει η καταγραφή των στοιχείων της ελληνικής οικονομίας».

Σύμφωνα με πληροφορίες, κατά τη διάρκεια των επαφών που είχαν με μέλη του υπουργικού συμβουλίου, τα μέλη της τρόικας επεσήμαναν ότι σε αυτή τη φάση δεν θα είναι εύκολο η όποια αλλαγή του προγράμματος να περάσει από τα 17 κοινοβούλια των χωρών-μελών της ευρωζώνης, αφήνοντας σαφώς να εννοηθεί ότι ακόμη και απόφαση να υπάρξει σε διμερές επίπεδο (Αθήνα – τρόικα), ελλοχεύει ο κίνδυνος να μην εγκριθεί από τα κοινοβούλια που θα κληθούν να ψηφίσουν για την παροχή νέου «πακέτου» στήριξης,

Αλλαγή κλίματος

Στην κυβέρνηση εκτιμούν ότι, όταν έρθει η στιγμή να τεθεί πραγματικά και συγκεκριμένα θέμα επαναδιαπραγμάτευσης, το κλίμα θα έχει αλλάξει εξαιτίας των κινήσεων που θα γίνουν μέσα στο καλοκαίρι και παράλληλα θα έχουν βρεθεί τα πολυσυζητημένα «ισοδύναμα», προκειμένου να μην υπάρξουν περαιτέρω μειώσεις μισθών και συντάξεων ή ακόμη και νέοι φόροι.

Επισήμως, πάντως, η κυβέρνηση χαρακτηρίζει τις χθεσινές επαφές των εκπροσώπων των δανειστών της χώρας με τον πρωθυπουργό ως «αναγνωριστικές» και σε ανακοίνωση που εξεδόθη τονίστηκε ότι ο κ. Σαμαράς υπογράμμισε ότι «η ελληνική κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να προχωρήσει πιο αποτελεσματικά στη δημοσιονομική προσαρμογή, να επιταχύνει τις διαρθρωτικές αλλαγές, ώστε να ανακάμψει η οικονομία, να δημιουργηθούν θέσεις απασχόλησης και να διασφαλιστεί η κοινωνική συνοχή».

Γιάννης Σαραντάκος για το Έθνος

Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.