Όσο σημαντικά και αν είναι θέματα όπως οι κατώτατες αποδοχές, ο oι συντάξεις, το μοντέλο διάσωσης των τραπεζών ή ακόμα και οι απολύσεις στο δημόσιο δεν είναι και δεν έπρεπε να είναι ο βασικός στόχος των διαπραγματεύσεων.
Το ζητούμενο είναι να γίνει το ελληνικό χρέος βιώσιμο, να στηριχθεί η οικονομική ανάπτυξη και να επιτευχθεί ο δημοσιονομικός ισοσκελισμός. Όλα τα υπόλοιπα απλώς αποκρύπτουν τον πραγματικό στόχο και δεν βοηθάνε καθόλου τη χώρα στην έξοδο από την κρίση.
Εκεί πρέπει να μπουν οι «κόκκινες γραμμές» και κυρίως να ετοιμασθούμε για το ενδεχόμενο να αποτύχει η διαπραγμάτευση, κάτι το οποίο ίσως και να μην είναι τόσο αρνητικό όσο φαίνεται.
Η βιασύνη είναι κακός σύμβουλος
Το πώς φθάσαμε μέχρι εδώ δεν είναι αυτή τη στιγμή τόσο σημαντικό, ούτε να αποδοθούν οι ευθύνες για τα τελευταία τριάντα χρόνια, ή ακόμα και για τους τελευταίους είκοσι μήνες.
Το σημαντικό είναι να επιτευχθεί μια συμφωνία με την τρόικα η οποία να έχει γνώμονα το εθνικό συμφέρον, καθώς αυτό το οποίο θα συμφωνηθεί αυτές τις ημέρες θα διαμορφώσει το οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον στη χώρα μας όχι μόνο μέχρι το 2020, αλλά για πολλές δεκαετίες.
Θα ήταν λοιπόν οδυνηρό λάθος να συμφωνήσει η κυβέρνηση σε ένα οικονομικό πρόγραμμα δεκαετιών κάτω από την πίεση του χρόνου μέχρι την επόμενη μεγάλη λήξη ομολόγου σε λίγες εβδομάδες.
Καλύτερα να βρεθεί μια ολοκληρωμένη και εφικτή λύση η οποία να αντιμετωπίζει τόσο τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, όσο και να προσδίδει προοπτικές ανάπτυξης, παρά, μέσα στη βιασύνη να αποφευχθεί η απειλούμενη άτακτη χρεοκοπία, να συμφωνήσουμε σε μια ατελή λύση, η οποία εκ των πραγμάτων θα πρέπει να αναθεωρηθεί σε ένα όχι και τόσο μακρινό μέλλον, σε ακόμα χειρότερες για την ελληνική κοινωνία συνθήκες.
Η απειλή της άτακτης χρεοκοπίας
Το… σκιάχτρο της άτακτης χρεοκοπίας χρησιμοποιούν η τρόικα και το Βερολίνο προκειμένου να συμφωνήσει η ελληνική κυβέρνηση και τα βασικά πολιτικά κόμματα σε ένα οικονομικό και δημοσιονομικό πρόγραμμα, το οποίο δεν διαφέρει σε τίποτα από τα προγράμματα που επιβλήθηκαν με κραυγαλέα αποτυχία στο πρώτο μνημόνιο και στο μεσοπρόθεσμο.
Η συνταγή, την οποία βέβαια έχουν ήδη καταδικάσει το ίδιο το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα, στοχεύει στην εσωτερική υποτίμηση προκειμένου να γίνει η ελληνική οικονομία ανταγωνιστική και σε ένα ιδιόμορφο δανειακό σχέδιο, βάσει του οποίου μας δανείζουν αποκλειστικά και μόνο για να εξυπηρετούμε τα δάνεια τα οποία μας έχει χορηγήσει η τρόικα.
Δάνεια τα οποία, πλην των κεφαλαίων του ΔΝΤ, έχουν χορηγηθεί με επιτόκια σημαντικά υψηλότερα από αυτά τα οποία φέρουν τα νέα ομόλογα που προέκυψαν από το PSI για τους πιστωτές του ιδιωτικού τομέα.
Κι όλο αυτό, ενώ επικοινωνιακά η κοινή γνώμη στην Ευρώπη πιστεύει ότι το κόστος διάσωσης το έχουν επωμιστεί οι Γερμανοί φορολογούμενοι…
Παιχνίδια με τις λέξεις
Στην πραγματικότητα, όλη η αντιμετώπιση της ελληνικής κρίσης είναι μια σειρά παιχνιδιών με τις λέξεις, την ίδια στιγμή κατά την οποία οι συνέπειες των παιχνιδιών αυτών καταδικάζουν την οικονομία σε πρωτόγνωρη και σκληρή ύφεση.
Το κυριότερο παιχνίδι λέξεων όμως αφορά την άτακτη χρεοκοπία. Όμως στην ουσία, η Ελλάδα είναι ήδη χρεοκοπημένη.
Το ίδιο και οι ελληνικές τράπεζες, οι οποίες κρατούνται τεχνητά στη ζωή με τη ρευστότητα της ΕΚΤ και του ELA.
Οι αποτιμήσεις των νέων ομολόγων αυτό δείχνουν, το ίδιο και το γεγονός ότι οι ελληνικές εισαγωγικές εταιρείες καλούνται να προπληρώσουν τα προϊόντα τα οποία θέλουν να εισάγουν στη χώρα. Ακόμα και το πετρέλαιο από το Ιράν το αγοράζαμε, όχι λόγω πολιτικής επιλογής, αλλά επειδή ήταν η μόνη χώρα η οποία μας έκανε τις βασικές ευκολίες πληρωμής τις οποίες κάνουν οι άλλες πετρελαιοπαραγωγές χώρες και τις οποίες είχαμε και εμείς μέχρι πριν από την κρίση.
Δηλαδή, στην πράξη έχουμε ήδη χρεοκοπήσει, οπότε δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε αν το κάνουμε και θεσμικά.
Για την ακρίβεια, έχουμε τα πάντα να κερδίσουμε με το να διαπραγματευτούμε, αποδεχόμενοι την ίδια πραγματικότητα με την οποία μας απειλεί η τρόικα.
Νέα αναδιάρθρωση ή στάση πληρωμών;
Η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα μέσω του PSI ήταν αποτέλεσμα των γερμανικών πιέσεων πέρυσι το καλοκαίρι, αν και στο μεταξύ ακόμα κι η Γερμανίδα καγκελάριος Α. Μέρκελ αναγνωρίζει ότι μάλλον ήταν λάθος.
Όχι όμως για τους λόγους για τους οποίους πίστευε η κ. Μέρκελ, δηλαδή το ενδεχόμενο να ακολουθήσουν και άλλες χώρες.
Το PSI ήταν λάθος γιατί, ακόμα και με το σημαντικότερο «κούρεμα» από αυτό το οποίο προβλεπόταν, το ελληνικό χρέος δεν έγινε βιώσιμο. Κάτι το οποίο αναγνωρίζει πλέον και το ΔΝΤ.
Γι’ αυτό το λόγο έχουν ξεκινήσει οι πιέσεις προς την ΕΚΤ να «κουρέψει» τα ομόλογα που κατέχει, ίσως αποδεχόμενη να λάβει, αντί της ονομαστικής αξίας των ομολόγων τα οποία κατέχει, την αξία στην οποία τα αγόρασε. Όμως και πάλι το χρέος δεν είναι βιώσιμο.
Επομένως το πιθανότερο σενάριο είναι μία νέα αναδιάρθρωση χρέους.
Μάλιστα το Reuters σε εκτενές δημοσίευμα, επικαλούμενο τρεις ευρωπαίους αξιωματούχους ανέφερε πως η Ελλάδα είναι απίθανο να καταφέρει να πληρώσει ότι χρωστάει, ενώ είναι πολύ πιθανό να χρειαστεί και νέα αναδιάρθρωση του χρέους της.
Σύμφωνα με τους αξιωματούχους, ο έλεγχος της τρόικας, που θα ολοκληρωθεί τον ερχόμενο μήνα, αναμένεται να δείξει ότι η Ελλάδα κινείται εκτός στόχων, κάτι που σημαίνει ότι οι πιστωτές της χώρας -η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης- θα αναγκαστούν να προχωρήσουν και σε νέα αναδιάρθρωση χρέους για τα ομόλογα των 200 δισ. ευρώ που έχουν στην κατοχή τους προκειμένου η χώρα να επανέλθει σε βιώσιμη τροχιά.
Το σημαντικό, όμως, είναι ότι σε αυτή τη φάση δεν φαίνεται να υπάρχει η βούληση μεταξύ των κρατών μελών ή στην ΕΚΤ να κάνουν σημαντικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση.
Η πρώτη αναδιάρθρωση χρέους στην οποία συμφώνησαν προ μηνών οι κάτοχοι ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου προέβλεπε «κούρεμα» έως και 70% με στόχο τη μείωση του λόγου του χρέους προς το ΑΕΠ από περίπου 160% του ΑΕΠ σε ποσοστό μικρότερο του 120% μέχρι το 2020.
Σήμερα, όμως, η Ελλάδα φαίνεται να απέχει πολύ από τον συγκεκριμένο στόχο. Μάλιστα, ένας από τους αξιωματούχους εκτιμά ότι η απόκλιση από τον στόχο ενδέχεται να είναι έως και 10 ποσοστιαίες μονάδες, ήτοι περίπου 30 δισ. ευρώ.
Ως αποτέλεσμα, αναφέρει το Reuters, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο μπορεί να αποφασίσει να αποτραβηχτεί από το δεύτερο πρόγραμμα στήριξης, καθώς έχει ήδη καταστήσει σαφές ότι δεν πρόκειται να αποδεχθεί άλλους χαμένους στόχους.
Σε αυτήν την περίπτωση, το κόστος της στήριξης της χώρας θα επωμιστούν αναγκαστικά η ΕΚΤ και τα υπόλοιπα κράτη μέλη της Ευρωζώνης, αποδεχόμενα ένα νέο «κούρεμα» ή αλλάζοντας τους όρους για να δώσουν στην κυβέρνηση περισσότερο χρόνο και, πιθανώς, χαμηλότερα επιτόκια.
Παρότι, όπως επισημαίνουν οι ίδιοι αξιωματούχοι, το συγκεκριμένο θέμα δεν έχει τεθεί στο τραπέζι επισήμως, δεδομένου ότι δεν φαίνεται να υπάρχει σε αυτή τη φάση η πολιτική βούληση για να γίνει κάτι τέτοιο, υπάρχουν δύο πιθανότητες: η ΕΚΤ να αποδεχθεί ένα «κούρεμα» για τα ελληνικά ομόλογα που έχει στην κατοχή της, η αξία των οποίων υπολογίζεται σε 40 δισ. ευρώ, ή τα κράτη μέλη να αναθεωρήσουν προς το καλύτερο τους όρους των δανειοδοτικών συμβάσεων που έχουν συνάψει με την Ελλάδα.
Ωστόσο, υπάρχουν τουλάχιστον έξι κράτη μέλη που αυτή τη στιγμή δεν φαίνονται καθόλου πρόθυμα να παράσχουν περαιτέρω στήριξη στην Ελλάδα, όχι μόνον επειδή η Ελλάδα χάνει τους στόχους, αλλά και επειδή το κόστος «βαρύνει τους φορολογούμενούς τους με αποτέλεσμα να υπάρχει άμεσο πολιτικό κόστος».
Η πραγματική βάση των διαπραγματεύσεων
Μπορεί για την τρόικα η κομβική ημερομηνία να είναι η 20ή Αυγούστου, όταν δηλαδή θα πρέπει η χώρα μας να εξοφλήσει ομόλογα αξίας 3,3 δισ. ευρώ, που έχει στην κατοχή της η ΕΚΤ, στην πραγματικότητα όμως αυτή η ημερομηνία είναι το «κλειδί» για τις διαπραγματεύσεις από την ελληνική κυβέρνηση.
Με την επόμενη δόση των 31 δισ. ευρώ από την τρόικα να μην αναμένεται στην Αθήνα πριν από το τέλος Σεπτεμβρίου τα ταμειακά διαθέσιμα του Δημοσίου βρίσκονται για μια ακόμη φορά στην «κόψη του ξυραφιού».
«Ο Ιούλιος βγαίνει μόνο με τη χρήση κεφαλαίων, ύψους 3 δισ. ευρώ, από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας», λένε χαρακτηριστικά στελέχη του υπουργείου Οικονομικών.
«Από εκεί και πέρα τα πράγματα δυσκολεύουν και όσο πλησιάζει η 20ή Αυγούστου που λήγουν ομόλογα ύψους 3,3 δισ. ευρώ… αρχίζουμε και ιδρώνουμε» παραδέχονται.
Η πληρωμή των ομολόγων, ώστε να μην υπάρξει κίνδυνος χρεοκοπίας, κάτι πάντως που όλες οι πλευρές εντός και εκτός Ελλάδας θεωρούν δύσκολο να «επιτραπεί» αφού τα ομόλογα ανήκουν στην ΕΚΤ, θα είναι ουσιαστικά μια πολιτική απόφαση στην Ε.Ε.
Αν δεν μέχρι τότε δεν έχει βρεθεί κάποια λύση για το συγκεκριμένο ομόλογο, τότε η Ελλάδα θα πρέπει να κηρύξει στάση πληρωμών.
Στην πραγματικότητα, τόσο όσον αφορά μισθούς και συντάξεις, όσο και τις υπόλοιπες πληρωμές του κράτους, τίποτα δεν θα αλλάξει από αυτό το οποίο συμβαίνει μέχρι σήμερα.
Εξάλλου και η νέα δανεική συμφωνία προβλέπει ότι θα πρέπει να τρέχουμε πρωτογενές πλεόνασμα, οπότε δεν θα χρειάζεται το κράτος χρηματοδότηση για τις τρέχουσες ανάγκες.
Όμως, όντας σε επίσημο καθεστώς χρεοκοπίας, θα είμαστε σε καλύτερη θέση να διαπραγματευτούμε με όλους τους πιστωτές μας, είτε αυτοί είναι ιδιώτες, είτε κράτη.
Αυτό είναι το βασικό διαπραγματευτικό χαρτί μας σήμερα και όχι οι «κόκκινες γραμμές» για τις απολύσεις στο Δημόσιο ή την περαιτέρω μείωση του κατώτατου μισθού.
sofokleous10
Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.