Πέρα –φυσικά- από το γεγονός ότι βασικά για όλα φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ, ο βασικός ένοχος είναι η ανομία ή μάλλον η ολοένα και πιο γενικευμένη τάση ανυπακοής και απείθειας. Για να το πούμε ακόμα πιο θεσμικά, η έμπρακτη άρνηση σεβασμού των δεδομένων θεσμών και κανόνων συμπεριφορών, αυτών που άλλοτε ορίζουμε ως νόμους, άλλοτε ως κανόνες συμπεριφοράς και άλλοτε απλώς ως εθιμικό δίκαιο.
Χύνονται τόνοι μελανιού για να περιγραφεί αυτό το γενικευμένο κλίμα ανομίας, από τους νεκρούς της Marfin μέχρι τα σπασμένα μάρμαρα του Συντάγματος και από την πολύμηνη απεργία της Χαλυβουργίας μέχρι την εισβολή στο προαύλιο του υπουργείου Εθνικής Άμυνας ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από την (σχεδόν) αστική δημοκρατία μας.
Είναι το φάντασμα της αμφισβήτησης του πολιτικού καθωσπρεπισμού, της πολιτικής ορθότητας, ή στην πιο ελαφρά μορφή του, είναι το φάντασμα μιας αγανάκτησης που ξεπερνάει τα όρια της πολιτισμένης συμπεριφοράς.
Φυσικά αυτές οι ευαίσθητες γραφίδες συγχέουν με τον πιο απλό και ασυνείδητο τρόπο αυτού του είδους την οργή με το ανέβασμα των άκρων κι από εκεί μέχρι την εξίσωση της ακροαριστεράς με τα ναζιστικά κτήνη ο δρόμος δεν είναι πολύ μακρύς.
Να δεχτούμε για την οικονομία της συζήτησης ότι πράγματι, έτσι είναι τα πράγματα κι αυτού του είδους η απείθεια και ανομία βάζει φιτίλια στην ίδια την ύπαρξη του κράτους δικαίου κι επιπλέον, θα λέγαμε, εθίζει σε παρόμοιες συμπεριφορές καθιστώντας αργά ή γρήγορα μια χώρα σε στέπα άγριας αλληλοσφαγής (και το στέπα δε χρησιμοποιείται τυχαία).
Από εκεί και πέρα, όμως, πώς μπορεί κανείς να ερμηνεύσει το ότι όλη αυτή η… αγριότητα θέλετε να την πούμε; Αγριότητα να την πούμε!
Πώς, λοιπόν, όλη αυτή η αγριότητα εμφανίζεται τώρα, αυτά τα χρόνια της κρίσης; Ακόμα κι αν δεχτούμε ότι όλοι εμείς οι φαύλοι χάσαμε τις πελατειακές μας ευκολίες και γι’ αυτό αντιδρούμε, μάλλον θα δούμε τη μια όψη του νομίσματος. Γιατί η άλλη έχει να κάνει με τη… θεσμική παραβίαση των θεσμών.
Διότι, αν δεν κάνουμε λάθος, νόμοι του κράτους όριζαν όλο το εργασιακό περιβάλλον που ήρθε τα πάνω κάτω με κάτι που μας λέει πως οι ιστορικοί και –κυρίως- οι νομικοί του μέλλοντος (όσοι τουλάχιστον ξεφύγουν από ερμηνείες – εξυπηρετήσεις) θα το ορίσουν ως συνταγματικό πραξικόπημα.
Νόμοι του κράτους όριζαν, με τον ένα ή άλλο τρόπο, το πώς μπορεί κανείς να ζει με την ελάχιστη αξιοπρέπεια και με μνημόνια, υπουργικές αποφάσεις και νομικές ακροβασίες καταργήθηκαν.
Και τελευταίο, αλλά όχι έσχατο, κάτι περισσότερο από νόμοι του κράτους, η συνταγματικά οριζόμενη κοινωνική αλληλεγγύη μέσω της ασφάλισης, όριζε την προστασία των αποθεματικών των ταμείων (του ιδρώτα των χρόνια εργαζομένων κι ας ακούγεται κλισέ), αυτών που ένας λύκος με λεοντή τραπεζίτη άρπαξε ετσιθελικά.
Κι όλο αυτό ενώ συνεχίζεται μια διαδικασία περιορισμού δικαιωμάτων, αξιοπρέπειας αλλά και της ίδιας της ανθρώπινης ύπαρξης, πίσω από κλειστές πόρτες, με αδιαφανείς διαπραγματεύσεις και με «διαρροές» αντάμα με «εκτιμήσεις κοινωνικών κραδασμών».
Με άλλα λόγια; Νόμος δεν είναι ούτε το δίκιο του εργάτη, ούτε αυτό που λένε οι κώδικες. Νόμος είναι αυτό που ακόμα δεν ορίσαμε ως τέτοιο…
Τάσος Ρέτζιος Danioliptes.gr
Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.