Με τη χθεσινή ανακοίνωση της κυβέρνησης για τους όρους της ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών, υπό την αυστηρή εποπτεία της τρόικας, μπήκε οριστικά ο τίτλος “Τέλος” στο έργο του εγχώριου τραπεζικού εγχειρήματος της τελευταίας 15ετίας στην Ν.Α. Ευρώπη.

Το συμπέρασμα που προκύπτει από τους όρους που διαμορφώθηκαν υπό τις απαιτήσεις της τρόικας προκειμένου να διασφαλισθούν τα κεφάλαια του δανείου που απορροφούνται από τις ελληνικές “συστημικές” τράπεζες είναι πλέον απολύτως σαφές: από τώρα και για τα επόμενα 5 χρόνια θα έχουν “ενσωματωθεί” με ανεπίστρεπτο τρόπο στο ενιαίο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα που θα ορίζεται από τους μεγάλους ευρωπαϊκούς τραπεζικούς ομίλους.

Οι αλλεπάλληλες (τουλάχιστον τρεις) αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου που προβλέπονται στην ανακεφαλαιοποίηση αφενός “σαρώνουν” τους παλιούς μετόχους και μαζί τους το τραπεζικό σύστημα όπως διαμορφώθηκε με την προοπτική ένταξης της δραχμής στο ευρώ και αφετέρου δίνουν μέσω του “δανειστή” και του θεματοφύλακά του, του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, τη δυνατότητα σταδιακής και “φθηνής” απορρόφησής του από τους τραπεζικούς ομίλους των “πιστωτών”.

Η πενταετία που θα ακολουθήσει και η οποία συμπίπτει περίπου με την επιμήκυνση του δανειακού προγράμματος για την Ελλάδα, με ελάχιστες δυνατότητες για εξαιρέσεις -το πολύ μία κατά πάσα πιθανότητα- δρομολογεί την συστηματική ανατροπή της δεκαπενταετίας που προηγήθηκε στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα μέχρι και το 2010.

Η περίοδος ύφεσης της οικονομικής δραστηριότητας που θα συνεχίσει και -υπό τις πλέον αισιόδοξες προϋποθέσεις- δεν πρόκειται να επαναφέρει το ΑΕΠ στα επίπεδα του 2010 στον ορατό ορίζοντα, διαμορφώνει και τους όρους μέσα στους οποίους οι “παλιοί” ή ακόμα και “νέοι” εγχώριοι μέτοχοι θα κληθούν να συμμετάσχουν στις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου.

Η πρώτη ΑΜΚ που προσδιορίζεται για το Α’ εξάμηνο του 2013 είναι προφανές ότι δεν μπορεί να προκαλέσει μαζική εισροή επαρκών ιδιωτικών κεφαλαίων καθώς αφενός αυτά έχουν απομειωθεί δραματικά και αφετέρου γιατί οι όροι μέσα στους οποίους χρονικά, οικονομικά και πολιτικά θα πρέπει να γίνει κυριαρχείται από την αβεβαιότητα.

Στην συνέχεια και με δεδομένους τους ασφυκτικούς όρους της ανακεφαλαιοποίησης, είναι επίσης αβέβαιο το κατά πόσο οι “παλιοί” θα μπορούν να ανταγωνιστούν την ισχύ των μεγάλων ευρωπαϊκών τραπεζών στην διεκδίκηση θέσεων στο κεφάλαιο των εγχώριων συστημικών τραπεζών.

Άλλωστε οι μεγάλες ευρω-τράπεζες μπαίνουν ήδη λόγω της διαδικασίας ενοποίησης του ευρωσυστήματος που έχει (με σοβαρά προβλήματα είναι αλήθεια) δρομολογηθεί, σε ένα διαφορετικό “status” σε σχέση με τις “περιφερειακές” εγχώριες τράπεζες.

Το γεγονός μάλιστα ότι οι χαμηλές τιμές των εγχώριων τραπεζών στο μεσοδιάστημα αυτό θα έχουν απέναντί τους τις υψηλές τιμές των μεγάλων ευρωπαϊκών ομίλων θα καθιστά την απορρόφησή τους εξαιρετικά πιο εύκολη από όσο ήταν μέχρι σήμερα, αφού η εξαγορά ή η παρουσία τους με ισχυρή θέση στο μετοχικό τους κεφάλαιο δεν θα απαιτεί καν “ρευστό”, αλλά δέσμευση για ανταλλαγή μικρού μέρους του χαρτοφυλακίου μετοχών τους.

Είναι κατά συνέπεια κατανοητό το γιατί η ανακοίνωση της κυβέρνησης για τους όρους ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών έγινε περίπου την ίδια ώρα που το Eurogroup συνεδρίαζε -χωρίς άμεσο αποτέλεσμα- για το ελληνικό χρέος…

Γιατί η ανατροπή της τελευταίας δεκαπενταετίας στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα ήταν κυριολεκτικά “prior action” για την υλοποίηση της δανειακής σύμβασης προς την Ελλάδα.

Του Γιάννη Αγγέλη από capital

Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.