«Διάτρητες» οι γερμανικές τράπεζες, παραμένουν στο απυρόβλητο τουλάχιστον της κοινής γνώμης. Όμως οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης όπως η Moody’s, αμερικανικές επενδυτικές τράπεζες όπως η Goldman Sachs ή παραδοσιακά ονόματα όπως το γερμανικό σκέλος τους ομίλου Rothschild μιλούν ανοιχτά για τεράστια ζητήματα προβληματικών δανείων, μεγάλες ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης, υψηλότατη μόχλευση, αναιμική κερδοφορία και ελλιπείς προβλέψεις.
Παρά ταύτα η προσοχή της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας μονοπωλείται από τις επικεφαλίδες για τις τράπεζες της Ιταλίας, της Ισπανίας και οψίμως της Κύπρου αφαιρώντας την πίεση για αναδιάρθρωση από τις μεγάλες συστημικές τράπεζες της ευρωζώνης με πρώτες, βέβαια, τις Γερμανικές.
Ο Martin Reitz επικεφαλής αναλυτής του οίκου Rothschild επισημαίνει πως αν και οι ευρωπαϊκές τράπεζες ελέγχουν το 45% του ενεργητικού του παγκόσμιου τραπεζικού συστήματος παράγουν μόλις το 7% των κερδών διεθνώς. Και ενώ προσπαθούν να πουλήσουν πολύ μεγάλα τμήματα του ενεργητικού «δεν υπάρχουν αγοραστές».
«Ο συνδυασμός χαμηλού ρυθμού ανάπτυξης της κερδοφορίας, σε συνδυασμό με την υψηλή μόχλευση, καθιστά αρκετές γερμανικές τράπεζες ανίκανες να ανταπεξέλθουν σε μη αναμενόμενες ζημίες στο μέλλον», τονίζει ο οίκος Moody’ s στην τελευταία του έκθεση για τις τράπεζες της χώρας. Συγκεκριμένα για 41 τράπεζες, οι οποίες έχουν χορηγήσει το 85% των δανείων.
Όμως οι ζημίες αυξάνονται. Οι αγορές ακινήτων, ναυτιλίας και κρατικών ομολόγων όπως και η έκθεση στον ευρωπαϊκό νότο εν γένει αποδεικνύονται αχίλλειος πτέρνα σε ένα ακατάλληλα προετοιμασμένο γερμανικό τραπεζικό σύστημα το οποίο ήδη έχει βουτήξει βαθιά το χέρι του στην κρατική βοήθεια.
Ενώ η κρίση στην αγορά ακινήτων όπως και τον ευρωπαϊκό νότο είναι γνωστή, λιγότερο γνωστή είναι η κρίση στις ναυαλαγορές. Υπογραμμίζεται ότι η ναυτιλία περνά μια από τις δυσκολότερες, βαθύτερες και μακροβιότερες κρίσεις στην Ιστορία με τις πραγματικές επισφάλειες να ανέρχονται εν δυνάμει σύμφωνα με ορισμένους υπολογισμούς από 30% έως και 50% του συνολικού δανεισμού ανάλογα με το προφίλ της κάθε τράπεζας.
Σημειώνεται πως οι χορηγήσει από το διεθνές τραπεζικό σύστημα προς τη ναυτιλία είναι της τάξης των 500 δισ. δολ. Τα 100 περίπου εξ’ αυτών τα έχουν χορηγήσει γερμανικές τράπεζες.
Η μεγαλύτερη χρηματοδότρια τράπεζα της ναυτιλίας παγκοσμίως η γερμανική HSH Nordbank με μετόχους γερμανικά κρατίδια αύξησε πρόσφατα σημαντικά τις προβλέψεις της για επισφαλή δάνεια και έχει ήδη προσφύγει σε πρόσθετη κρατική βοήθεια ύψους 1,3 δισ. ευρώ για να καλύψει της κεφαλαιακές της απαιτήσεις που προκύπτουν από αυτά τα δάνεια.
Όμως αναλυτές αναφέρουν στο Capital.gr πως τα κεφάλαια αυτά επιβαρύνουν τους προϋπολογισμούς των ομόσπονδων κρατιδίων και περνούν έτσι κάτω από το ραντάρ των αγορών που κοιτούν συχνά το δημόσιο χρέος ως λόγο επί του ΑΕΠ που στην περίπτωση της Γερμανίας απεικονίζει το ομοσπονδιακό, κυρίως, χρέος και όχι πάντοτε των κρατιδίων.
Οι δέκα μεγαλύτερες γερμανικές τράπεζες έχουν χορηγήσει στην ναυτιλία 98 δισ. ευρώ σύμφωνα με την Moody’s Investors Service ποσό που είναι υπερδιπλάσιο της έκθεσης τους στα ομόλογα της Ελλάδας της Ιταλίας, της Ιρλανδίας της Πορτογαλίας και της Ισπανίας αθροιστικά. Τα κεφάλαια που έχουν χορηγηθεί στην ναυτιλία από τις 10 μεγαλύτερες γερμανικές τράπεζες ισοδυναμούν με το 60% των εποπτικών κεφαλαίων τους.
Το Bloomberg αναφέρει πως οι γερμανικές τράπεζες όπως οι Deutsche Bank, HSH Nordbank AG και Norddeutsche Landesbank Girozentrale δεν παίρνουν τις προβλέψεις που πρέπει για τα επισφαλή δάνεια αλλά προτιμούν να τα ρυθμίζουν με αναδιαρθρώσεις «balloon» όπου καταβάλλονται μόνο μέρος των τόκων και το κεφάλαιο σε μια δόση στην λήξη του δανείου. Όμως ακόμα και έτσι οι απαιτήσεις συχνά δεν εισπράττονται τελικά και ανακυκλώνονται εκ νέου.
Πέραν της ναυτιλίας, πολύ μεγάλα είναι και τα δάνεια στον ευρωπαϊκό νότο. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο στην Κύπρο οι γερμανικές τράπεζες είναι εκτεθειμένες έως και 5,9 δισεκατομμύρια ευρώ, εξαιτίας χορηγήσεων και χρεογράφων που κατέχουν, σύμφωνα στοιχεία της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών που δημοσίευσε το Spiegel.
Την ίδια ώρα 5,8 δισεκατομμύρια ευρώ είναι σύμφωνα με το Bloomberg το άνοιγμα της Deutsche Bank στην ναυτιλία.
Αντίστοιχα οι πιέσεις από τις αγορές ακινήτων, ειδικά των επαγγελματικών, στα δανειακά χαρτοφυλάκια είναι αυξημένες. Παρά ταύτα οι πιέσεις στις γερμανικές τράπεζες από τις εποπτικές αρχές τους δεν εκτιμώνται από τους Αμερικανούς επενδυτές ως επαρκείς.
Έτσι προ ολίγων ημερών η Goldman Sachs προχώρησε στην υποβάθμιση της Deutsche Bank σε sell από neutral, επικαλούμενη τους νέους κανόνες περί κεφαλαιακής επάρκειας που υιοθετεί η Federal Reserve για τις ξένες τράπεζες και τους οποίους εκτιμά ότι ο γερμανικός κολοσσός δεν πληροί. Και μάλιστα ύψους 13 δισ. δολ. που εκτιμά ότι θα πρέπει να μεταφέρει στην αμερικανική θυγατρική της η Deutsche απλώς για να καλύψει τις προβλέψεις για εποπτικά κεφάλαια.
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που ενώ ο δείκτης DAX στη Φρανκφούρτη έχει αναρριχηθεί μετά από πολλά χρόνια στα επίπεδα των 8.000 μονάδων η μετοχή της Deutsche εμφανίζεται 13% χαμηλότερα από ότι πριν ένα χρόνο.
Η Basel Committee on Banking Supervision, το σώμα των εποπτικών αρχών από 27 ανεπτυγμένες χώρες, συνεχίζει να πιέζει για νέους αυστηρότερους κανόνες που έχουν όμως ήδη μια φορά αναβληθεί. Είναι κοινό μυστικό στα γραφεία των μεγάλων χρηματιστηριακών και όχι μόνον οίκων του εξωτερικού ότι ο λόγος που δεν προχωρά όσο γρήγορα θα έπρεπε η κοινή ευρωπαϊκή τραπεζική εποπτεία είναι η αντίθεση των Γερμανών αλλά και άλλων ευρωπαίων με υπερ-μοχλευμένες τράπεζες, να εκχωρήσουν βιαστικά εθνική κυριαρχία σε ένα υπερεθνικό όργανο που δεν θα ελέγχουν απαραίτητα για πάντα. Όμως με την αναβολή αυτή δεν καθίσταται δυνατή και η απευθείας ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και της Ελλάδας, της Κύπρου και της Ισπανίας από τον ESM κάτι που θα ελάφρυνε το δημόσιο χρέος.
Σε αυτό το περιβάλλον η US Fed καλεί ήδη τις ξένες τράπεζες στις ΗΠΑ, μεταξύ των οποίων και τις γερμανικές, να ανταποκριθούν στους νέους αυστηρότερους κανόνες αλλά ο Γερμανός ρυθμιστής Bafin δια της επικεφαλής του Elke Koenig, σύμφωνα με το Bloomberg, μιλά για «πισωγύρισμα στην προσπάθεια διεθνούς συντονισμού» και «μονομερή ενέργεια των ΗΠΑ».
Για όλους τους παραπάνω λόγους πάντως η Deutsche Bank προχωρά σε πωλήσεις στοιχείων ενεργητικού προκειμένου να εξασφαλίσει κεφάλαια. Για την ώρα πουλά έναντι 384 εκατ. ευρώ την θυγατρική της BHF- Bank σε γκρουπ επενδυτών μεταξύ των οποίων και η γνώριμη και στην Αθήνα από τη συμμετοχή της στo FF Group, Fosun Group.
Αναλυτές όπως ο Martin Reitz του οίκου Rothschild δεν αποκλείουν ακόμα και νέα αύξηση κεφαλαίου της Deutsche Bank, ειδικά τώρα που οι κεφαλαιαγορές εμφανίζονται σε καλύτερη κατάσταση από ότι εδώ και πάρα πολύ καιρό. Ο co-Chief Executive Officer της Deutsche Bank, Anshu Jain, ερωτηθείς σχετικά δήλωσε πρόσφατα ότι δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο. Όλα αυτά βέβαια εφόσον η κρίση στην Κύπρο δεν δυναμιτίσει εντελώς το κλίμα.
Αλλά ακόμα και αν η κατάσταση εξομαλυνθεί, οι investment bankers ανά τις αγορές αναρωτιούνται πόσες αυξήσεις κεφαλαίου αλήθεια μπορεί να αντέξουν οι διεθνείς κεφαλαιαγορές και πόσα από τα κεφάλαια αυτά είναι δυνατόν να καλύψουν τις ελληνικές τράπεζες εαν βγουν την ίδια περίοδο στις αγορές.
Του Ηλία Γ. Μπέλλου από capital
Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.