Έχει πλέον περάσει προ πολλού ο καιρός, που τα κροκοδείλια δάκρυα των πολιτικών στην τηλεόραση, για το μέλλον της οικονομίας μας, προκαλούσαν συγκίνηση στο θυμικό και έπειθαν για την ανάγκη να «συμμεριστούμε» τα πάθη της πατρίδας και να θυσιαστούμε για το μέλλον της.

Χρειάσθηκε να γίνουν πολλές θυσίες για να καταλάβουμε, ότι, έγιναν στο γάμο του καραγκιόζη ή καλύτερα στην υγεία των κορόιδων και να καταλάβουμε, ότι, οι άνθρωποι που μας διοικούν υπακούν και εφαρμόζουν εντολές, όχι μόνο άνωθεν, ούτε της Τρόϊκας, την οποία θεωρούν πλέον του χεριού τους και ότι την έχουν φέρει στα μέτρα τους.

Χρειάσθηκε να χύσουμε πολλά δάκρυα για να καταλάβουμε, ότι, στην Ελλάδα, εδώ και πολλά χρόνια, αρχηγός είναι το μόρφωμα στο οποίο προσπαθούν να του αποδώσουν τα χαρακτηριστικά του πιστωτικού συστήματος, το οποίο διοικεί απειλεί και επιτάσσει τα θέλω του με μία αναλγησία απερίγραπτη, με έναν φιλαυτισμό πρωτοφανή και με χαρακτηριστικά αυτοσκοπού ύπαρξης και κυρίως με τα εχέγγυα που του παρέχει το σφιχταγκάλιασμά του με το πολιτικό σύστημα της χώρας.

Αυτό το τραπεζικό σύστημα με τσαρούχια, έχοντας χάσει να μοιάσει στον τραπεζίτη του City και μη δυνάμενο να αποβάλλει το φετίχ της ξενομανίας τείνει να ταυτισθεί με τους γερμανοτσολιάδες της κατοχής. Τείνει όμως και να βρωμίσει κάθε θεσμό και κάθε συνείδηση στη χώρα που μένει ακόμα ορθή όπως είναι ο θεσμός του κοινοβουλίου

Έτσι για παράδειγμα, με τις πασχαλινές ευχές της Βουλής των Ελλήνων, ψηφίσθηκε αιφνιδιαστικά, σχεδόν μουλωχτά, η παράγραφος 4, της τροπολογίας 478/19.04.2013 στο νομοσχέδιο “Ρυθμίσεις για την τροποποίηση και τη βελτίωση συνταξιοδοτικών, δημοσιονομικών, διοικητικών και λοιπών διατάξεων” και στρώθηκε το χαλί για την οριστική εξαφάνιση των επιχειρήσεων 24 νομών της χώρας και ενός πλήθους επιχειρήσεων διαφόρων κλάδων (π.χ. της πτηνοτροφίας και της κτηνοτροφίας), η παράδοση της παραγωγικής δραστηριότητας που αυτές αντιπροσωπεύουν στις εισαγωγές, η ανάθεση των εργαζομένων στο ταμείο ανεργίας και των επιχειρηματιών στην εξαθλίωση.

Ο χρόνος που θα χρειασθεί και για την κλινική διαπίστωση του θανάτου, σύντομος σε κάθε περίπτωση, θα εξαρτηθεί από την σπουδή των ευθέως ωφελούμενων από την προαναφερθείσα διάταξη πιστωτικών ιδρυμάτων και κυρίως από την πορεία της εξίσου σχεδιασθείσας και εκτελούμενηςμε εξαιρετική ακρίβεια παράλληλης διαδικασίας της ανάκτησης των “παράνομων” κατά την κοινοτική νομοθεσία κρατικών ενισχύσεων προς τις επιχειρήσεις (επιδοτήσεων επιτοκίου, και εγγυήσεων του Ελληνικού Δημοσίου).

Για την δεύτερη αυτή δραστηριότητα, σχεδιάζεται στο προωθούμενο για ψήφιση πολυνομοσχέδιο, η δημιουργία μίας υπερδιεύθυνσης στο υπουργείο Οικονομικών, με απόλυτη εξουσία και αρμοδιότητες, για τον χαρακτηρισμό μίας παρασχεθείσας ενίσχυσης ως παράνομης και για την άμεση βεβαίωση και είσπραξή – ανάκτησή της.

Έτσι από την Μεγάλη Δευτέρα χάρη και εξαιτίας της ψηφισθείσας τροπολογίας, οι επιχειρήσεις που έχουν λάβει για οποιοδήποτε λόγο την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, ΑΔΥΝΑΤΟΥΝ να υπαχθούν σε οποιοδήποτε νόμο ή διάταξη του εθνικού δικαίου εξυγίανσης και να διασωθούν, αντίθετα με ότι συμβαίνει στις υπόλοιπες επιχειρήσεις της χώρας, διότι, το Ελληνικό Δημόσιο, δεσμεύεται πλέον δια νόμου, με τις ψηφισθείσες δια της τροπολογίας ρυθμίσεις, να απόσχει από κάθε ρόλο, πρωτοβουλία ή δραστηριότητα, (όπως θα όφειλε να πράξει, έχοντας ως εγγυητής πρόδηλο συμφέρον) με την οποία θα μπορούσε να συμβάλλει μέσω των νόμιμων διαδικασιών εξυγίανσης (των επιχειρήσεων) των οποίων έχει εγγυηθεί τα δάνεια προς τα πιστωτικά ιδρύματα) για την διασφάλιση – αποκατάσταση της βιωσιμότητας τους.

Κατόπιν τούτου, προς μεγάλη ευκολία και ευχαρίστηση των πιστωτικών ιδρυμάτων, οι επιχειρήσεις ΘΑ ΑΠΟΤΥΓΧΑΝΟΥΝ σε κάθε περίπτωση να επιτύχουν τις νόμιμες για την εξυγίανσή τους απαραίτητες πλειοψηφίες συναινούντων πιστωτών, δεδομένου, ότι, τα πιστωτικά ιδρύματα έχουν την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου την οποία ούτως ή άλλως θα εισπράξουν και επιπρόσθετα με τις ψηφισθείσες διατάξεις αποκτούν την ευχέρεια εν τω μεταξύ (μέχρι δηλαδή την είσπραξη της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου) να λεηλατούν το ενεργητικό των επιχειρήσεων και τις περιουσίες και όχι μόνο των επιχειρηματιών.

Στο τέλος, το Ελληνικό Δημόσιο, θα αναγκασθεί να καταβάλλει το ποσό της αναληφθείσας εκ μέρους του εγγύησης, αδυνατώντας στη συνέχεια να το εισπράξει από την κατεστραμμένη επιχείρηση και τους εξίσου κατεστραμμένους έως εξαθλιωμένους φορείς.

Το ποσό της κατάπτωσης, ενώ αποτελεί προφανή ζημία για το Δημόσιο εντούτοις εγγράφεται ως εισπράξιμο δημόσιο έσοδο, λόγω του άθλιου λογιστικού και εισπρακτικού συστήματος των δημοσίων εσόδων.

ΘΑ ΥΠΟΒΑΛΛΟΝΤΑΙ, στο συνεχή εκβιασμό των πιστωτικών ιδρυμάτων, τα οποία, χωρίς να διακινδυνεύουν πλέον από κανένα νόμο ή κανόνα τίποτα, μπορούν ανά πάσα στιγμή, είτε να επιδιώξουν μέσω της αναγκαστικής εκτέλεσης την είσπραξη οιασδήποτε απαίτησής τους, εγγυημένης από το Ελληνικό Δημόσιο, ή μη, είτε να ζητούν, όποτε τα εξυπηρετεί την κατάπτωση των εγγυήσεων του Ελληνικού Δημοσίου.

Αναφορικά με την προωθούμενη δια του πολυνομοσχεδίου δημιουργία της υπερδιεύθυνσης για την διαχείριση των κρατικών ενισχύσεων και την ανάκτηση των παράνομων κρατικών ενισχύσεων, είναι βέβαιο, ότι, αυτή αποβλέπει στον ενταφιασμό κάτω από τα συντρίμμια των επιχειρήσεων της κρίσιμης για το μέλλον των Ελληνικών τραπεζών, γνωστής σε όλους τους παροικούντες στην Ιερουσαλήμ πληροφορίας, ότι, δηλαδή στην Ελλάδα, όλες οι κρατικές ενισχύσεις προς τις επιχειρήσεις και ιδίως εκείνες που αφορούσαν την επιδότηση επιτοκίου και την παροχή της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου, σχεδιάσθηκαν αποκλειστικά και μόνο για να καλυφθούν οι τρέχουσες ανάγκες των τραπεζών, σε ρευστότητα, κερδοφορία και κεφαλαιακή επάρκεια, και όχι προς όφελος των (δήθεν) ωφελούμενων επιχειρήσεων και ότι, ακριβώς για το λόγο αυτό, στρέβλωσαν τον ανταγωνισμό της εσωτερικής αγοράς, ώστε να χαρακτηρίζονται κατά το κοινοτικό δίκαιο παράνομες.

Εάν, όμως, η πληροφορία – αλήθεια αυτή, αναδειχθεί – αποδειχθεί, είναι βέβαιο, ότι, υπόλογα για την επιστροφή των κρατικών ενισχύσεων είναι τα πιστωτικά ιδρύματα, κάτι ασφαλώς που δεν επιθυμεί το εξαρτημένο από αυτό πολιτικό μας σύστημα.

Δεν πρέπει όμως να διαφεύγει από τους σοφούς καταστροφείς της πατρίδας μας, ότι, σε όλα υπάρχουν όρια τα οποία δεν είναι φρόνιμο να ξεπερνιούνται και πως είναι βέβαιο, ότι, οι χιλιάδες πληττόμενες από τις προαναφερόμενες μεθοδεύσεις επιχειρήσεις και οι φορείς τους δεν πρόκειται να αποδεχθούν σιωπηρά και αδιαμαρτύρητα την καταστροφή τους.

Θα προβάλλουν τα δικαιώματά τους προς τα ευρωπαϊκά όργανα και το ΔΝΤ, ρισκάροντας όλες τις συνέπειες και έχοντας επίγνωση ότι δίνουν μία ύστατη μάχη για την επιβίωσή τους κατά την παροιμία «δική μου μάνα πέθανε καμία να μην μείνει». Όμως, ως ύστατη προσεπίκληση της κοινής λογικής καλείστε όλοι όσοι από τους διοικούντες διαθέτετε μία ελάχιστη επαφή με την πραγματικότητα να συμβάλλετε:

•Στην άμεση ακύρωση της ψηφισθείσας τροπολογίας και

•Στην μη υλοποίηση της συγκρότησης της Διεύθυνσης διαχείρισης και ανάκτησης “παράνομων” κρατικών ενισχύσεων, πριν την ολοκλήρωση ενός ουσιαστικού διαλόγου μεταξύ της κυβέρνησης, των επιχειρηματικών φορέων και της Ένωσης Ελληνικών τραπεζών.

Τονίζουμε μάλιστα, ότι, σε περίπτωση που δεν εισακουστούμε, λόγω και των ημερών, ότι στην περίπτωση αυτή, “νίπτομεν τας χείρας μας” αντί να «διαρρηγνύουμε τα ιμάτιά μας».

newsbomb

Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.