Εάν το ανίκανο κράτος έχει επιτρέψει λόγω τεμπελιάς και διαφθοράς να εισχωρήσουν στην επιχειρηματική κοινότητα αναξιόπιστοι και τυχάρπαστοι δεν σημαίνει ότι κάθε μικρομεσαίος ή αυτοαπασχολούμενος είναι φοροφυγάς και μπαγαπόντης. Συνεπώς η άποψη του κ Ι. Στουρνάρα ότι σοβαρό πρόβλημα στην φοροδιαφυγή προκαλεί και ο υψηλός αριθμός μικρομεσαίων και αυτοαπασχολούμενων είναι τουλάχιστον ατυχής.

Παρακολούθησα με πολύ προσοχή την συζήτηση του υπουργού Οικονομικών κ. Ι. Στουρνάρα στην κρατική τηλεόραση για τις εξελίξεις στην οικονομία και ειλικρινά μου άρεσε ότι είχε σαφείς και αμάσητες απαντήσεις σε οτιδήποτε ρωτήθηκε. 

Όταν όμως προσδιόρισε ως ένα από τα προβλήματα  αποτελεσματικής πάταξης της φοροδιαφυγής και τον μεγάλο αριθμό μικρομεσαίων και αυτοαπασχολούμενων άρχισα να ανησυχώ έντονα για το τι μπορεί να περιμένει πάλι τα μόνιμα θύματα της φορολογίας, που είναι οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι. 

Εξηγώ αμέσως τους λόγους της ανησυχίας μου. 

Όποιος θέλει να δει με ρεαλισμό και χωρίς την γνωστή ελληνική υπερφίαλη αισιοδοξία το μέλλον της οικονομίας της χώρας δεν είναι δυνατόν να μην διακρίνει πεντακάθαρα, από σήμερα, ότι η Ελλάδα των Τραπεζών, της βιομηχανίας, των υπηρεσιών των ΔΕΚΟ και των υποδομών που γνωρίζαμε τελείωσε και δεν πρόκειται να επιστρέψει. 

Η ελληνική εφοπλιστική κοινότητα έχει κατάρτια, πανιά και σημαίες… οπότε άντε να την βρεις  αν δεν την έχεις δέσει…

Η ενεργειακή οικονομία της χώρας είτε στο κράτος είτε στον ιδιωτικό τομέα εκτός από υπηρεσίες (ευχής έργο… με χαμηλές τιμές) δεν μπορεί να προσφέρει τίποτε άλλο στον τόπο και στο βασανιστικό πρόβλημα της ανεργίας καθώς η τεχνολογία στην ενέργεια περιορίζει σημαντικότατα τις θέσεις εργασίας. 

Η τουριστική κοινότητα παλεύει και θα παλεύει με τους θεούς και τους δαίμονές της Ελλάδας για να τα καταφέρει… 

Το εμπόριο, οι αλυσίδες και οι εισαγωγές θα παραμείνουν βεβαίως ακλόνητες… όσο υπάρχει τζίρος. 

Έτσι είναι περισσότερο από ορατό ότι η γνωστή, μέχρι το 2009, ελληνική επιχειρηματική κοινότητα, θα περιοριστεί κατά 80-90% σε μικρομεσαία μεγέθη, σε οικογενειακές επιχειρήσεις, σε οικοτεχνικές μονάδες, σε μικρές γεωργικές καλλιέργειες και σε αυτοαπασχολούμενους. Για τον λόγο αυτό άλλωστε χαιρετίζω ανεπιφύλακτα και το άνοιγμα των επαγγελμάτων εάν και αυτή την φορά δεν πρόκειται για πολιτικές εξαγγελίες χωρίς αντίκρισμα… 

Εάν η χώρα μελλοντικά διαθέτει και 80-100 μεγάλες βιομηχανίες γιατί έχουν καταφέρει να κρατήσουν τις εξαγωγές τους αυτό δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα θα διαφέρει από τις άλλες Βαλκανικές χώρες. 

Όταν λοιπόν το υπουργείο Οικονομικών δεν μπορεί να συλλάβει την φοροδιαφυγή στο κομμάτι εκείνο της οικονομίας που θα καλύπτει, συντομότατα, το 80-90% της λεγόμενης παραγωγής και μεταποίησης τότε ποιος θα πληρώνει τον κορβανά για να συντηρηθεί το κράτος; 

Οι κρατικές υποδομές και ΔΕΚΟ που θα αλλάξουν χέρια θα προσφέρουν ίσως θέσεις εργασίας αλλά δεν θα λύσουν το πρόβλημα. Το ενδεχόμενο να προκαλέσουν επενδυτικό κλίμα, οι πιθανές ιδιωτικοποιήσεις, περιορίζεται αισθητά γιατί η φορολογική νομοθεσία και οι μεταρρυθμίσεις ανατρέπουν ό,τι θετικό μπορεί να δημιουργηθεί στο επιχειρηματικό περιβάλλον. 

Οι κυβερνήσεις λοιπόν  και η διοικητική μηχανή πρέπει να ξεπεράσουν τις αναστολές και τις επιφυλάξεις για την ποιότητα των μικρομεσαίων και των αυτοαπασχολούμενων και να αντιληφθούν ότι αυτή η επιχειρηματική τάξη θα είναι και θα παραμείνει το «αμορτισέρ» της οικονομίας και της κοινωνίας καθώς μόνο οι μικρομεσαίοι θα προσφέρουν συνεχώς θέσεις εργασίας έστω και σε πολύ μικρό αριθμό. 

Μπορεί λοιπόν στους μικρομεσαίους να έχουν εισχωρήσει και αναξιόπιστοι έως τυχάρπαστοι αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι στον χώρο των εκατοντάδων χιλιάδων (ακόμη) επαγγελματιών της οικονομίας συνωστίζονται φοροφυγάδες και κλέφτες. 

Η κρατική μηχανή έχει μεν την υποχρέωση να προφυλάξει τον κρατικό κορβανά από τα φαινόμενα της φοροδιαφυγής αλλά η πολιτική και οι πολιτικοί πρέπει να προσανατολίζονται πλέον στην νέα επιχειρηματική πραγματικότητα της χώρας. 

Πρέπει να αντιληφθούν μεταξύ άλλων ότι οι μικρομεσαίοι δεν είναι σε θέση να ακολουθήσουν την κρατική νοοτροπία της επιβολής κανόνων και υποχρεώσεων που μπορούν να βγάλουν πέρα μόνο μεγάλες επιχειρήσεις με δυνατότητες νομικών και οικονομικών υπηρεσιών. 

Οι μικρομεσαίοι δεν μπορούν ακόμη να αντέξουν τα φορολογικά και τα Τραπεζικά κριτήρια που ισχύουν σήμερα με κριτήρια τις μεγάλες επιχειρήσεις. 

Δεν έχουν την δυνατότητα να συντάσσουν ή να αναθέτουν την σύνταξη υπερβολικών μελετών που απαιτούν τα υπουργεία Ανάπτυξης και ΥΠΕΚΑ για να προσθέσουν ένα μικρό μηχάνημα στην βιοτεχνία τους. 

Είναι ακόμη δύσκολο για τον μικρομεσαίο να παρακολουθεί ακόμη και τις τόσες συχνές και ακαταλαβίστικές μεταβολές και τροποποιήσεις της φορολογικής και της αναπτυξιακής νομοθεσίας. 

Μπορεί να μην είναι «άσπιλοι και αμόλυντοι» οι μικρομεσαίοι και στην φοροδιαφυγή και στο κύκλωμα της διαφθοράς και στην ανεξέλεγκτη χρηματοδότηση του παρελθόντος. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να «τσουβαλιαστούν» και να καταδικασθούν αφού ακόμη η διαφθορά στο ελληνικό κράτος «σπάει» το ένα ρεκόρ μετά το άλλο.

 

Αντί λοιπόν να θεωρούμε πρόβλημα φοροδιαφυγής τον μικρομεσαίο ας λύσουμε τις διοικητικές φορολογικές περιπλοκές και ας τον χρησιμοποιήσουμε ως δυναμικό και όχι συμπληρωματικό εργαλείο της οικονομίας.

 

Του Γιώργου Κράλογλουαπό capital

Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.