Βλέπει εκλογές, ψάχνει πρόγραμμα

Το ενδεχόμενο εκλογών, αλλά και η ΔΕΘ στα μέσα Σεπτεμβρίου, περιλαμβάνονται στην ατζέντα των βραχυπρόθεσμων σχεδιασμών του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος – τουλάχιστον σύμφωνα με τις επίσημες διακηρύξεις – από την επόμενη εβδομάδα θα βρίσκεται σε εκλογική ετοιμότητα.

 

Τα επιτελικά στελέχη του κόμματος θεωρούν ήδη από την περίοδο της ΕΡΤ και του ανασχηματισμού ότι η δικομματική Σαμαρά – Βενιζέλου θα είναι βραχύβια.

Πλέον, επειδή η επιτάχυνση σκληρών και αντικοινωνικών μέτρων οδηγεί σε… νέα μέτρα, στην Κουμουνδούρου θεωρούν ότι εξαντλείται ταχύτερα και ο πολιτικός χρόνος της κυβέρνησης αυτής και εκτιμούν ότι είναι ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα.

Ειδικά η βιασύνη της κυβέρνησης να ανακοινώσει πρωτογενές πλεόνασμα μέσα σε έναν μήνα, με το «τρικ» της εξαίρεσης των προϋπολογισμών των ΟΤΑ, των οφειλών σε ασφαλιστικά ταμεία και των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, εκλαμβάνεται από τον ΣΥΡΙΖΑ ως ένα ακόμη πιθανό εκλογικό προμήνυμα.

Ως εκ τούτου, η αξιωματική αντιπολίτευση, σχολιάζοντας τη σχετική κυβερνητική θριαμβολογία, ανέφερε ότι το πρωτογενές πλεόνασμα έχει αναχθεί από την κυβέρνηση σε πανάκεια, χωρίς να προκύπτει ότι θα επιφέρει την παραμικρή θετική επίπτωση για την πραγματική οικονομία και την κοινωνία, η οποία πλέον – εκτός από την ανεργία – βρίσκεται αντιμέτωπη και με την άμεση απειλή των πλειστηριασμών ακινήτων, ακόμη και της πρώτης κατοικίας.

Πιο ψηλά ο πήχης
Βέβαια, το κοινωνικό κλίμα που διαμορφώνεται μέρα με τη μέρα ανεβάζει ακόμη πιο ψηλά τον πήχη και για τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ διότι, παρά τους υψηλούς τόνους των τελευταίων μηνών, εξακολουθεί να προβάλλει σε πρώτο πλάνο μια ρητορική που τείνει να είναι περισσότερο «διαπιστωτική» – περιγράφει δηλαδή την κατάσταση που όλοι βιώνουν και λιγότερο τη διέξοδο από αυτή τη ζοφερή πραγματικότητα.

Όλο και περισσότερα στελέχη επισημαίνουν στις τοποθετήσεις τους την ανάγκη ενός «κυβερνητικού προγράμματος». Για την ηγεσία, το πρόγραμμα φαίνεται να είναι ζήτημα πρώτης προτεραιότητας, ιδιαίτερα λόγω του ότι κάποιες βασικές (και επικαιροποιημένες) κατευθύνσεις θα πρέπει να αποκρυσταλλωθούν σύντομα εν όψει ΔΕΘ.

Ο επικεφαλής του προγράμματος Γιάννης Δραγασάκης ήδη περιέγραψε τον βασικό προσανατολισμό του προγράμματος όσον αφορά τη χρηματοδότηση της οικονομίας, που συμπυκνώνεται στη λογική «λεφτά δεν υπάρχουν» – κάτι που, σύμφωνα με τον ίδιο, σημαίνει ότι πρέπει να γίνει ανακατανομή των όποιων υπαρκτών ευρωπαϊκών ή εγχώριων πόρων ή να εξευρεθούν νέα εργαλεία, όπως τα ομόλογα «ειδικού σκοπού», που από πολλούς ερμηνεύτηκαν ως «εξαγγελία» παράλληλου νομίσματος.

Με βάση τα παραπάνω, το πρόγραμμα αναμένεται να αποτελέσει νέο σημείο τριβής μεταξύ πλειοψηφίας και μειοψηφίας ή αλλιώς μεταξύ των υποστηρικτών της ρεαλιστικής προσέγγισης (διαπραγμάτευση με τους δανειστές, επιδίωξη δημοσιονομικής εξισορρόπησης και επίτευξη πλεονασμάτων, κ.λπ.) και των οπαδών της ριζοσπαστικής λογικής που φτάνουν ως τη ρήξη με την ευρωζώνη και τους εταίρους.

 

Τατσόπουλος εν δράσει…
Όσον αφορά τον έτερο «πονοκέφαλο» της αξιωματικής αντιπολίτευσης, το ζήτημα των συμμαχιών – για το οποίο υπάρχει αντικειμενική δυσκολία να τοποθετηθεί με σαφήνεια – ο βουλευτής του κόμματος Πέτρος Τατσόπουλος «τάραξε τα νερά» ακόμη μία φορά: Ο βουλευτής υποστήριξε για δεύτερη φορά μέσα σε λίγες εβδομάδες τη θέση περί του ενδεχομένου συνεργασίας ΣΥΡΙΖΑ – Ν.Δ., υποστηρίζοντας τη λογική του «συνταγματικού τόξου» απέναντι στην απειλή της Χρυσής Αυγής.

Πιο συγκεκριμένα, σημείωσε μεταξύ άλλων, σε συνέντευξή του στο «Βήμα» της Κυριακής, πώς απέναντι στο ενδεχόμενο μιας συγκαλυμμένα φασιστικής κυβέρνησης (π.χ. κυβέρνηση Ν.Δ. με ανοχή της Χ.Α.) «θα πρέπει να καταπιούμε την αμοιβαία αηδία που νιώθουμε ο ένας για τον άλλον, η Ν.Δ. για τον ΣΥΡΙΖΑ και ο ΣΥΡΙΖΑ για τη Ν.Δ., και να τα βρούμε με κάποιον τρόπο». Στον βουλευτή απάντησε η εφημερίδα «Αυγή», η οποία ανέφερε ότι «πρόκειται για απόψεις οι οποίες εκφεύγουν των ορίων που θέτουν οι πολιτικές αποφάσεις του συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ, την επομένη του ιστορικού αυτού βήματος».

Επίσημη αντίδραση του κόμματος πάντως δεν υπήρξε, ενώ ο ίδιος ο Τατσόπουλος στη συνέντευξή του αφήνει την αιχμή ότι οι προβληματισμοί του δεν είναι πρωτόγνωροι, ότι το ζήτημα αυτό τίθεται από την πραγματικότητα και πως αν κάποιοι στον ΣΥΡΙΖΑ πιστεύουν ότι ο ίδιος αποτελεί πρόβλημα, μπορούν να το επιλύσουν ανάλογα. Όπως δήλωσε: «Ειδικά με μένα, μπορούν να ξεμπερδεύουν μέσα σε τριάντα δευτερόλεπτα, με ένα ευγενικό τηλεφώνημα…». Κάτι που, προφανώς, μέχρι στιγμής δεν έχει γίνει…
 
Κόντρα ΚΚΕ – ΣΥΡΙΖΑ για τον 902
Πεδίο έντονης πολιτικής αντιπαράθεσης, μεταξύ ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ κατά κύριο λόγο, αποτέλεσε η πώληση του τηλεοπτικού σταθμού και του ραδιοφώνου του 902, κυρίως λόγω της μεταβίβασης της άδειας πανελλαδικής λειτουργίας του σταθμού και κατ’ επέκταση της συχνότητας και δη σε εκπρόσωπο του φιλοσαμαρικού επιχειρηματικού μπλοκ.

Σύμφωνα με το ΚΚΕ, η πώληση της «περιουσίας του κόμματος» ήταν μια αναγκαστική επιλογή, συνεπεία της κακής οικονομικής του κατάστασης τα τελευταία χρόνια, που έγινε προκειμένου το κόμμα να καλύψει τις υποχρεώσεις του απέναντι σε εργαζόμενους, ΙΚΑ, εφορία κ.λπ.

Όσον αφορά τις επιθέσεις που δέχτηκε το ΚΚΕ με αφορμή την πώληση, κυρίως εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και από ΜΜΕ – π.χ. για αδιαφάνεια και ζήτημα δεοντολογίας όσον αφορά την πώληση συχνότητας δωρεάν παραχωρημένης –, τα κορυφαία στελέχη του κόμματος τις απέδωσαν είτε σε αντικομμουνισμό είτε σε πολιτική σκοπιμότητα. Για την ιστορία, ο ΣΥΡΙΖΑ εδώ και μήνες προέβαλλε το σκεπτικό ότι ο 902 ανήκει σε ολόκληρη την Αριστερά κι ότι σ’ αυτήν πρέπει να παραμείνει, και μάλιστα προ καιρού είχε απευθύνει πρόταση μέσω της «Αυγής» για στήριξη του σταθμού απ’ όλη την Αριστερά.

Το μέλος του Π.Γ. της Κ.Ε. Νίκος Σοφιανός είδε στενή σύνδεση μεταξύ τις αντίδρασης του ΣΥΡΙΖΑ κι εκείνης του ΔΟΛ και ανοιχτά την απέδωσε στην πρόθεση, σύμφωνα με τον ίδιο, του συγκροτήματος Λαμπράκη «να στηρίξει ΣΥΡΙΖΑ και θεωρεί ότι η κριτική που κάνει το ΚΚΕ στον ΣΥΡΙΖΑ είναι ενοχλητική».

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, δεν παύει να προκαλεί αίσθηση το γεγονός της συνεχιζόμενης συρρίκνωσης των δραστηριοτήτων του ΚΚΕ, εν προκειμένω στον τομέα της προπαγάνδας και των κομματικών ΜΜΕ, λόγω της οικονομικής του κατάρρευσης. Πάνω απ’ όλα μένει με ερωτηματικό αν και σε τι βαθμό αυτή η διαδικασία, που αφήνει και μια εντύπωση αναντιστοιχίας μεταξύ λόγων και έργων (όσον αφορά απολύσεις κ.λπ.), θα επηρεάσει και την πολιτική του επιρροή…

 

Topontiki