Πίσω από το “αλαλούμ” με τις κατασχέσεις λογαριασμών

Ο ντόρος που έχει ξεσπάσει με τις κατασχέσεις τραπεζικών λογαριασμών για οφειλές προς την εφορία καλά κρατεί.

 

Η διελκυστίνδα μεταξύ υπουργείου Οικονομικών και τραπεζών για το ποιος έχει την ευθύνη να ελέγξει τις περιπτώσεις λογαριασμών που προστατεύονται από ακατάσχετο αφήνει εκτεθειμένο το κράτος και προκαλεί κύμα ανησυχιών, καθώς, όπως εκτιμούν γνώστες του θέματος, δεν προβλέπεται άμεσα λύση αν δεν καθίσουν στο ίδιο τραπέζι οι εμπλεκόμενοι φορείς.

 

Από τη μία πλευρά, λοιπόν, είναι το υπουργείο Οικονομικών, το οποίο διατείνεται πως όταν εκδίδει μία εντολή κατάσχεσης δεν γνωρίζει αν ο φορολογούμενος έχει χρήματα στον λογαριασμό ή αν αυτός ο λογαριασμός προστατεύεται από ακατάσχετο.

 

Στον αντίποδα, οι τράπεζες “φωνάζουν” ότι τα μηχανογραφικά συστήματα δεν μπορούν να αναγνωρίσουν αυτόματα το σύνολο των περιπτώσεων όπου το υπόλοιπο ενός λογαριασμού προέρχεται αποκλειστικά από μισθοδοσία ή επίδομα ανεργίας με αποτέλεσμα να γίνονται λάθη.

 

Στο ίδιο πλαίσιο, αρμόδιο τραπεζικό στέλεχος εξηγεί ότι οι λογαριασμοί μισθοδοσίας δεν αποτελούν ξεχωριστό είδος λογαριασμού για να “χτυπάει” στα μηχανογραφικά συστήματα όταν γίνεται δέσμευση υπέρ του δημοσίου.

 

Είναι λογαριασμοί ταμιευτηρίου για τους οποίους δίνεται εντολή να περνάει η μισθοδοσία και στους οποίους πραγματοποιούνται πολλές άλλες συναλλαγές. “Το θέμα των κατασχέσεων είναι ιδιαίτερα σύνθετο, καθώς χρειάζεται συντονισμένη δράση από υπουργείο και τράπεζες για να αποφεύγονται τα λάθη”, προσθέτει ο ίδιος.

 

Όπως ανέφερε χθες το Capital.gr, το τελευταίο χρονικό διάστημα οι εφορίες στέλνουν μαζικά εντολές κατάσχεσης χρημάτων για φορολογούμενους οι οποίοι έχουν ληξιπρόθεσμα χρέη προς την εφορία. Υπολογίζεται, μάλιστα, ότι κάθε εφορία έχει αποστείλει περίπου 150 έως 200 τέτοιου είδους κατασχετήρια.

 

Βέβαια, στα κατασχετήρια αυτά περιλαμβάνονται κυρίως μεγαλο-οφειλέτες, ορισμένοι εκ των οποίων έχουν υποπέσει σε σοβαρά φορολογικά αδικήματα, ωστόσο δεν λείπουν και οι περιπτώσεις μισθωτών ή ακόμα και ανέργων που βλέπουν τα υπόλοιπά τους να μειώνονται για μερικές εκατοντάδες ευρώ χρέους. Σύμφωνα με την υφιστάμενη νομοθεσία, δεν επιτρέπεται η επιβολή κατάσχεσης επί μισθών και συντάξεων μέχρι του ποσού των 1.000 ευρώ.

 

Αν ο μισθός υπερβαίνει το ποσό αυτό, τότε επιτρέπεται η κατάσχεση του 25% από το επιπλέον ποσό, υπό την προϋπόθεση ότι το ποσό που απομένει δεν είναι μικρότερο από 1.000 ευρώ. Οι τράπεζες παραδέχονται ότι υπάρχουν περιπτώσεις όπου έγιναν κατασχέσεις σε λογαριασμούς με υπόλοιπο μικρότερο των χιλίων ευρώ, ή που προέρχονταν από μισθοδοσία.

 

Δηλώνουν όμως αδυναμία να εξετάσουν αυτόματα και ταυτόχρονα το σύνολο των υποθέσεων και την ίδια ώρα, καλούν για συνεργασία με το υπουργείο για την επίλυση του προβλήματος. “Απαιτούνται πολύπλοκα μηχανογραφικά συστήματα την ώρα που προσπαθούμε σαν κλάδος να ολοκληρώσουμε ομαλά τις συγχωνεύσεις τραπεζών με διαφορετικά λειτουργικά και μηχανογραφικά συστήματα”, σημειώνει αρμόδιο στέλεχος.

 

Όσο για το που πρέπει να απευθυνθεί ο φορολογούμενος για να βρει το δίκιο του, ο ένας ρίχνει το μπαλάκι στον άλλο. Το υπουργείο λέει ότι στα κατασχετήρια αναφέρονται οι προϋποθέσεις για ακατάσχετο και ότι οι τράεπζες είναι υπεύθυνες να ελέγξουν την προέλευση του υπολοίπου.

 

Οι τράπεζες από την πλευρά τους τονίζουν ότι εκτελούν εντολές αυτοματοποιημένα και αποδίδουν τα χρήματα στο δημόσιο, χωρίς κανένα όφελος για τις ίδιες, συνεπώς αυτό είναι υπεύθυνο να τα επιστρέψει σε περίπτωση λάθους.

 

Του Κωνσταντίνου Μαριόλη από capital