Αναζητώντας… τη χαμένη ρευστότητα

Τράπεζες «φρέσκο» χρήμα ακούει η αγορά και «φρέσκο» χρήμα… δεν βλέπει. Και έχουν απαίτηση όλοι να ανακάμψει. Με ποιο ξόρκι του Χάρι Πότερ θα συμβεί αυτό;

Η πιστωτική ασφυξία συντηρείται από έναν εκρηκτικό συνδυασμό «εξαφάνισης» των φερέγγυων δανειοληπτών και εξάντλησης της αυστηρότητας από πλευράς τραπεζικών κριτηρίων για την εκταμίευση δανείων προς τους αμφίβολης φερεγγυότητας υποψήφιους δανειολήπτες. Οι τράπεζες ζητούν αξιόπιστες εγγυήσεις που οι εν δυνάμει πιστούχοι είτε δεν έχουν είτε δεν είναι διατεθειμένοι να παράσχουν.

Όπως χαρακτηριστικά η εφημερίδα Κεφάλαιο, σε αυτό το περιβάλλον, η επίτευξη του στόχου για τον οποίο έχει δεσμευτεί ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, Γιώργος Ζανιάς, και αφορά τη διοχέτευση 2 δισ.
ευρώ στην αγορά έως το τέλος του έτους μοιάζει εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση. Οι τράπεζες, από την πλευρά τους, επιμένουν ότι δεν πρόκειται για κάποια ουτοπική υπόσχεση, αλλά εφικτό στόχο.

Άραγε ποιος κακός δαίμονες τις αποτρέπει από το να τον επιτύχουν;


Δάνεια υπάρχουν, αλλά περισσότεροι είναι πια οι αφερέγγυοι δανειολήπτες.

Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, επιταχύνουν τις διαδικασίες που αφορούν την ικανοποίηση των συνεχώς αυξανόμενων αιτημάτων υπαγωγής στα επιχειρησιακά προγράμματα τύπου «ΤΕΠΙΧ», «Εξωστρέφεια» κ.ά.


Είναι γεγονός ότι από το 2008 και μετά οι στρόφιγγες του τραπεζικού δανεισμού «έσφιξαν». Επηρεασμένες από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, οι τράπεζες άρχισαν να γίνονται πιο αυστηρές, με αποκορύφωμα το 2013, όταν τοποθετήθηκαν οι monitoring trustees, ήτοι τα στελέχη των ελεγκτικών εταιρειών που έδιναν σχεδόν καθημερινό «ραπόρτο» στη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Κομισιόν (DGCom).
Στο μεταξύ, η σφοδρή ύφεση και οι δραματικές περικοπές σε μισθούς και συντάξεις επιδείνωσαν σε απόλυτο βαθμό το πιστωτικό προφίλ μεγάλου μέρους του πληθυσμού, οδηγώντας ουσιαστικά στον εκμηδενισμό της «υγιούς ζήτησης».

Όπου «υγιή» θεωρούν οι τράπεζες τη ζήτηση για δάνεια από δανειολήπτες που πληρούν τις απαιτούμενες προϋποθέσεις.

Και μπορεί οι τράπεζες να μη στέρεψαν, ουσιαστικά, ποτέ από κεφάλαια, αφού ακόμα και στις δύσκολες στιγμές μετά το PSI απολάμβαναν τις εγγυήσεις του EFSF (η ανακεφαλαιοποίηση ολοκληρώθηκε φέτος, αλλά είχε ξεκινήσει από τον Μάιο του 2012), ωστόσο το… τείχος των κριτηρίων υψώθηκε απαγορευτικά, συντηρώντας τον «μύθο» των τραπεζών που «δεν έχουν και γι’ αυτό δεν δίνουν».


Η συγκεκριμένη εντύπωση τροφοδοτήθηκε τους εξής παράγοντες: Την τελευταία πενταετία οι πολίτες που ζητούσαν δάνεια ήταν στην πλειονότητά τους στο «κόκκινο» μειωμένα εισοδήματα, αυξημένες υποχρεώσεις-, με αποτέλεσμα να απορρίπτονται στην αξιολόγηση του πιστωτικού κινδύνου και στη συνέχεια να «φωνάζουν» γιατί οι τράπεζες δεν δίνουν λεφτά.


Η ζήτηση για στεγαστικά δάνεια μειώθηκε κατακόρυφα, καθώς η οικονομική κρίση οδήγησε σε κατάρρευση των αγοραπωλησιών ακινήτων.
Τα αιτήματα που θα ήθελαν οι τράπεζες να έρθουν δεν έρχονταν. Εκτός από τους «μεγάλους», οι μικρομεσαίοι που διέθεταν την απαιτούμενη πιστοληπτική ικανότητα δεν είχαν την απαραίτητη ψυχολογία για να προχωρήσουν σε επενδυτικές κινήσεις, με αποτέλεσμα να περιορίζονται τα αιτήματα.

Ακόμη κι αν το τελευταίο διάστημα εκφράζεται συγκρατημένη αισιοδοξία ένθεν και ένθεν, η κατάσταση δεν αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας για άμεση ροή «φρέσκου» χρήματος.
Οι υγιείς επιχειρήσεις είναι αυτές που θα πάνε… πρώτες στα τραπεζικά γκισέ για εκταμιεύσεις, ενώ η στεγαστική πίστη θα πρέπει να περιμένει την επικείμενη αναδιάρθρωση, που θα συντελεστεί μέσω της άρσης απαγόρευσης των πλειστηριασμών και της επαναξιολόγησης της αξίας των ακινήτων στους τραπεζικούς λογαριασμούς Τέλος, για τις καταναλωτικές χορηγήσεις τα πράγματα είναι πολύ ξεκάθαρα, θα πρέπει όλοι να ξεχάσουμε τα δάνεια για την αγορά αγαθών ή την κάλυψη αναγκών, με εξαίρεση την αγορά αυτοκινήτου και κάποια επισκευαστικά με υγιείς εγγυήσεις, τα οποία εμπίπτουν στην κατηγορία των καταναλωτικών.

Οι προσδοκίες, ωστόσο, για αλλαγή του κλίματος στην ελληνική οικονομία δικαιολογούν μια πρώτη απόπειρα πρόβλεψης των θετικών επιπτώσεων από μια τέτοια εξέλιξη.

Βέβαια, η πραγματικότητα σήμερα είναι αρκετά διαφορετική. Σχεδόν ένα στα τρία δάνεια δεν εξυπηρετείται κανονικό, ήτοι βρίσκεται σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών, ενώ οι προβλέψεις για τον επόμενο χρόνο είναι ακόμα πιο ζοφερές.
Το φαινόμενο αύξησης των «κόκκινων» δανείων παρουσιάζεται οτι περιορίζεται, όμως το αποκορύφωμα του τοποθετείται γύρω στο τέλος του 2014.

Υποθέτοντας, δε. ότι έως τότε η αύξηση θα είναι μικρή και δεν θα υπάρξει νέα έκρηξη, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια εκτιμάται πως θα ξεπεράσουν τα 80 δια.
ευρώ. που αντιστοιχούν στο 35% του ΑΕΠ.

 

Ακόμη και τώρα που έχουν δοθεί ένα κάρο λεφτά για να σωθούν οι τράπεζες, με τη δικαιολογία ότι «πρέπει να σωθεί η οικονομία», κάποιοι εξακολουθούν να δίνουν προτεραιότητα στην επίτευξη της βιωσιμότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Άραγε δεν είναι αρκετά σημαντικό ότι τα δικαιώματα των εργαζόμενων χτυπήθηκαν, κουρεύτηκαν αποθεματικά Ταμείων, μειώθηκαν συντάξεις, καταργήθηκαν παροχές;

 

Danioliptes.gr