Ο αυτοσκοπός της κυβέρνησης με το πρωτογενές πλεόνασμα είναι εξηγήσιμος μεν, αλλά και εξαιρετικά επικίνδυνος.
Εξηγείται επειδή θα χρησιμοποιηθεί για να δείξει πως αποδίδει μια οικονομική πολιτική, η οποία από ξένους ανεξάρτητους οικονομολόγους χαρακτηρίζεται, επιεικώς, κάκιστη. Είναι δε επικίνδυνος, για τον ίδιο λόγο. Επειδή το τεχνητό και συγκυριακό πρωτογενές πλεόνασμα θα χρησιμοποιηθεί ως επιχείρημα να πείσουν κάποιους ότι η πολιτική… αποδίδει και αφού σημειώνει επιτυχίες πρέπει να συνεχίσει στο ίδιο μοτίβο.
Για να τεθούν τα πράγματα σε μια σειρά, πραγματικό πρωτογενές πλεόνασμα δεν υπάρχει.
Εάν το Δημόσιο, στο δεκάμηνο Ιανουαρίου – Οκτωβρίου, είχε πληρώσει τις δαπάνες, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα του υπουργείου Οικονομικών, για το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, τα λειτουργικά έξοδα των υπουργείων και επέστρεφε και τους φόρους που οφείλει, το αποτέλεσμα του προϋπολογισμού θα ήταν πρωτογενές έλλειμμα άνω των 2 δισ. ευρώ.
Δεν είναι αντιφατικό που, ενώ ο προϋπολογισμός έχει διογκωμένο πρωτογενές πλεόνασμα, η τρόικα ζητεί νέα μέτρα ύψους άνω των 2 δισ. ευρώ; Πλεόνασμα και πρόσθετα μέτρα δεν συμβιβάζονται. Τι συμβαίνει όμως;
Η τρόικα θέλει και η ίδια το πρωτογενές πλεόνασμα, για να δείξει στους ανωτέρους της ότι το πρόγραμμα έχει κάποια αποτελέσματα και να αποκρούσει την κριτική που δέχεται.
Επειδή όμως γνωρίζει πως είναι συγκυριακό και τεχνητό και πως δύσκολα θα έχει συνέχεια, πιέζει και για νέα μέτρα, συντηρώντας το φαύλο κύκλο στον οποίο εισήλθε η οικονομία από το 2010, με το παγκόσμιο οικονομικό πείραμα του μνημονίου.
Ενα εντυπωσιακό στοιχείο που προκύπτει από τα ίδια τα στοιχεία του προγράμματος και καταδεικνύει τον πλήρη εκτροχιασμό του είναι η εξέλιξη του δημοσίου χρέους.
Η Ελλάδα μπήκε αναγκαστικά στο μνημόνιο το 2010, με χρέος 148% του ΑΕΠ, και σήμερα, έπειτα από δύο haircut που έκοψαν χρέος ύψους 127 δισ. ευρώ, έχει χρέος ύψους 175% του ΑΕΠ!
Δηλαδή, το χρέος ήταν το βασικό πρόβλημα που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν οι οικονομολόγοι της τρόικας και απέτυχαν οικτρά. Σήμερα, τριάμισι χρόνια μετά το πρώτο μνημόνιο, είμαστε ξανά στο σημείο μηδέν. Το χρέος δεν αντιμετωπίστηκε, η οικονομία βρίσκεται σε βαθιά ύφεση, η ανεργία προσεγγίζει το 28%, η αγορά στενάζει από έλλειψη ρευστότητας και τα νοικοκυριά δεν μπορούν να πληρώσουν τους φόρους που τους επιβάλλονται σε εισοδήματα και ακίνητα.
Η κυβέρνηση διατείνεται πως διαπραγματεύεται με την τρόικα, αλλά δείχνει ανήμπορη να πείσει τους δανειστές για δύο βασικά ζητήματα. Το πρώτο είναι το αδιέξοδο της συγκεκριμένης πολιτικής (αφού κάθε τρίμηνο απαιτεί νέα μέτρα, σημαίνει ότι είναι σε λάθος κατεύθυνση) και το δεύτερο είναι πως, χωρίς ανάπτυξη, οποιαδήποτε προσπάθεια είναι καταδικασμένη.
Πάνος Φ. Κακούρης από naftemporiki
Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.