Γύρω-γύρω μας το φέρνουν το κούρεμα! Το θέμα έρχεται και ξανάρχεται στο προσκήνιο.

Οι διαψεύσεις πότε κάθετες, πότε χλιαρές, αλλά πάντα αφήνουν την αίσθηση ότι κάτι μας ετοιμάζουν με τις καταθέσεις. Το μόνο που ορίζουν επί του παρόντος ως ανέγγιχτο είναι οι καταθέσεις έως 1οο.οοο ευρω, αλλά, μεταξύ μας, πόσες άλλες βεβαιότητες του παρελθόντος έχουν μείνει σταθερές; δεν ξέρω αν επίκειται άμεσα κάποιο κούρεμα στις καταθέσεις εν όψει κάλυψης μιας ακόμα μαύρης χρηματοδοτικής τρύπας του Δημοσίου, όμως αυτό που διαπιστώνεται είναι ότι οι πάντες ενεργούν έτσι ώστε να χαθεί και το τελευταίο ίχνος εμπιστοσύνης στο χρηματοπιστωτικό μας σύστημα.

 

Παρότι χρειάστηκαν σχεδόν 100 χρόνια για να πειστεί ο Έλληνας να βγάλει από το στρώμα τις αποταμιεύσεις του και να τις εμπιστευτεί τις τράπεζες (από τη δεκαετία του ‘6ο και εντεύθεν παρατηρήθηκε η μεγαλύτερη αύξηση αποταμιευτικών καταθέσεων), μέσα στα τελευταία τρία χρόνια η κατάσταση ανετράπη εντελώς και πλέον το τελευταίο μέρος που μπορεί να εμπιστευτεί ο αποταμιευτής είναι οι τράπεζες.

 

Και για να αλλάξει αυτό, «συνέδραμε» με κάθε τρόπο το ίδιο το κράτος με τους διάφορους νόμους και αποφάσεις. Πρώτα απ’ όλα ήρθε η άρση του τραπεζικού απορρήτου, που ήταν και το ισχυρό ατού της τραπεζικής πίστης. Τώρα πλέον με σχετικά απλές διαδικασίες ανοίγονται λογαριασμοί και μαθαίνουν τις τυχόν καταθέσεις του πολίτη από τις δικαστικές αρχές και τους πιστωτές μέχρι την Εφορία. Η υποχρεωτική, δε, κατάθεση μισθών και συντάξεων σε τράπεζες άνοιξε την όρεξη σε πολλούς για ανάληψη… εις χείρας τρίτων!

 

Ειδικά η τελευταία πρακτική της Εφορίας με τις κατασχέσεις καταθέσεων πάνω από 1,οοο ευρώ εφόσον υπάρχει κάποια ληξιπρόθεσμη οφειλή, αλλά και οι κατασχέσεις των δήμων, ακόμα και για ποσά μερικών ευρώ, έχουν δημιουργήσει εκρηκτική κατάσταση.

 

Όλοι μας τρέμουμε για καμιά ξεχασμένη απλήρωτη κλήση για παρκάρισμα, για κάποια ξεχασμένη οφειλή σε κάποιο νεκροταφείο, πολλώ δε μάλλον για χρέη στην Εφορία από τα απανωτά χαράτσια που μας έχει φορτώσει αφειδώς.

Επομένως, άμα εξαιρέσουμε όλους αυτούς που χρωστάνε, και είναι η πλειονότητα, και αυτούς που έχουν πάνω από 200.000 ευρώ και οι οποίοι από τον φόβο του κουρέματος σπεύδουν να μειώσουν τις καταθέσεις στα όρια ασφαλείας (προς το παρόν) των 1οο.οοο, ποιοι τελικά θα απομείνουν να αιμοδοτούν τις τράπεζες με ρευστότητα; χώρια που ο περίφημος νόμος για το ξέπλυμα μαύρου χρήματος -με βάση τον οποίο μπαίνουν αυτόματα στο στόχαστρο των ελεγκτικών αρχών όσοι καταθέτουν ή εισπράττουν κάποιο έμβασμα, πληρωμή πάνω από 1ο.οοο ευρώ- οδηγεί τους συναλλασσόμενους να σκαρφίζονται διάφορους τρόπους προκειμένου να παρακαμφθεί η τράπεζα.

 

Επιπλέον, με τα νέα ηλεκτρονικά συστήματα όπου κάθε πληρωμή λογαριασμού ή ιδιωτικών υποθέσεων παρακολουθείται από τις εφορίες, καθιστώντας τις τράπεζες συνεργάτες με το ζόρι ή, κοινώς, καταδότες των πελατών του ς, πολύ φοβάμαι πως σε λίγο καιρό θα φουντώσουν οι συναλλαγές άλλων εποχών, όπου οι δοσοληψίες γίνονταν χέρι με χέρι και τα λεφτά έμεναν στο σεντούκι.

 

Γιατί να πληρώνει ο πολίτης τις αγορές του με κάρτες, όταν η Εφορία αυτόματα τον φακελώνει για τις καταναλωτικές του συνήθειες τις οποίες αντιπαραβάλλει με τις υποχρεώσεις του προς αυτή; για να αποδεχτούμε να αποτελεί τεκμήριο διαβίωσης για τον εφοριακό το πόσο ξοδεύουμε για το σούπερ μάρκετ;

 

‘Η μήπως είναι λογικό να αφήσουμε την οικογένεια χωρίς τα βασικά της διατροφής για να μην το μάθει η Εφορία, η οποία απαιτεί πρώτα να πληρώσουμε την ίδια, αδιαφορώντας πώς θα τραφεί και πώς θα ζεσταθεί η οικογένεια; όλα αυτά αν μη τι άλλο, μοιάζουν με εφιάλτη και ήρθαν να εφαρμοστούν στην ελληνική κοινωνία την πλέον ακατάλληλη -κατά την άποψή μου- περίοδο.

 

Τώρα θα έπρεπε να δίνονται κίνητρα να βγουν τα λεφτά και να πέσουν στην αγορά, είτε αυτά είναι «μαύρα» είτε «άσπρα», και όχι να εξωθείται ο κόσμος στο ακριβώς αντίθετο και να παραχώνει το υστέρημά του όχι από τον φόβο των κλεφτών, αλλά του κράτους!

 

Βασίλης Στεφανακίδης από ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ

Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.