Η κίβδηλη τραπεζική ένωση της Ευρώπης

Η κίβδηλη τραπεζική ένωση της Ευρώπης έπειτα από ένα 16ωρο μαραθώνιο διαπραγματεύσεων που ολοκληρώθηκαν στις 20 Μαρτίου, πολιτικοί, τεχνοκράτες και δημοσιογράφοι ήταν όλοι πρόθυμοι να ανακηρύξουν ως επιτυχία τη συμφωνία για το τελικό κομμάτι της τραπεζικής ένωσης στην Ευρώπη. Αλλά τα φαινόμενα απατούν.

 

Μπορεί η «τραπεζική ένωση» να υφίσταται σύντομα στα χαρτιά, στην πράξη, όμως, το τραπεζικό σύστημα της Ευρωζώνης είναι πιθανό να παραμείνει κατακερματισμένο σε εθνικό επίπεδο και διχασμένο μεταξύ ενός «πυρήνα» του Βορρά, όπου οι κυβερνήσεις συνεχίζουν να στηρίζουν τις τοπικές τράπεζες, και μιας «περιφέρειας» του Νότου, όπου οι κυβερνήσεις έχουν ξεμείνει από χρήματα.

 

Θυμηθείτε τον Ιούνιο του 2012.

 

Οι υπό κατάρρευση τράπεζες της Ισπανίας απείλησαν να συμπαρασύρουν το ισπανικό κράτος, όπως είχε συμβεί με τις ιρλανδικές τράπεζες και το ιρλανδικό κράτος 18 μήνες νωρίτερα, ενώ ο πανικός ήταν διάσπαρτος στην Ευρωζώνη. Οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισαν να διαρρήξουν το δεσμό μεταξύ αδύναμων τραπεζών και κυβερνήσεων με άδεια ταμεία. Μια ευρωπαϊκή τραπεζική ένωση θα μεταφέρει την ευθύνη για την αντιμετώπιση της χρεοκοπίας τραπεζών σε επίπεδο Ευρωζώνης-κατ’ αναλογία με την Αμερική, όπου τη διαχείριση των προβληματικών τραπεζών φέρειπείν στη Φλόριντα αναλαμβάνουν οι ομοσπονδιακές αρχές με την εξουσία να ζητήσουν τη διάσωσή τους με συμμετοχή των ομολογιούχων, να διοχετεύσουν ομοσπονδιακά κονδύλια, αλλά και να τις κλείσουν.

 

Όμως, ένα μήνα αργότερα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα παρενέβη τελικά να καταστείλει τον πανικό. Αυτό έσωσε το ευρώ, αλλά χαλάρωσε επίσης την πίεση στη Γερμανία να παραχωρήσει τον έλεγχο των συχνά προβληματικών τραπεζών της. Από τότε, η γερμανική κυβέρνηση έχει χρησιμοποιήσει την επιρροή της, ώστε να αφαιρέσει τα «σπλάχνα» της προτεινόμενης τραπεζικής ένωσης. Το μόνο που απομένει είναι ένα κέλυφος για να κρατήσει τα προσχήματα.

Για αρχή, δεν θα ληφθούν υπόψη οι τεράστιες ζημίες που προκλήθηκαν κατά τη διάρκεια της τρέχουσας κρίσης. Η ΕΚΤ θα αναλάβει από το Νοέμβριο την άμεση εποπτεία των μεγαλύτερων τραπεζών της Ευρωζώνης (το πρώτο βήμα της τραπεζικής ένωσης) και τώρα βρίσκεται σε διαδικασία αξιολόγησης της κατάστασης των ισολογισμών τους. Εάν αυτός ο έλεγχος γίνει σωστά -ένα μεγάλο αν- οι τράπεζες με κεφαλαιακές ελλείψεις που είναι όμως βιώσιμες θα αναγκαστούν να αντλήσουν πρόσθετα κεφάλαια από τους ομολογιούχους εάν κριθεί αναγκαίο, ενώ τα μη βιώσιμα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα τεθούν υπό εκκαθάριση.

Όμως, οι κανόνες της Ε.Ε. για την εκκαθάριση των εθνικών τραπεζών δεν έχουν ακόμη τεθεί σε ισχύ, ενώ ο ενιαίος μηχανισμός εκκαθάρισης θα τεθεί σε ισχύ από το 2015. Έτσι, οι τράπεζες στη Βόρεια Ευρώπη που εξακολουθούν να υποστηρίζονται από φερέγγυες κυβερνήσεις θα αντιμετωπίζονται διαφορετικά από εκείνες των οικονομικά πιεσμένων χωρών της Νότιας Ευρώπης: Η Γερμανία έχει τη δυνατότητα να διασώσει τις τράπεζές της. Η Ιταλία δεν μπορεί.

Πιο πιθανό, η ΕΚΤ θα ωραιοποιήσει τη διαδικασία αξιολόγησης, φοβούμενη την αναζωπύρωση της οικονομικής κρίσης, αλλά και εξαιτίας πιέσεων από τις εθνικές κυβερνήσεις. Οι μικρές χώρες θα εξαιρεθούν, ώστε να φανούν αυστηροί οι έλεγχοι, ενώ τα μεγαλύτερα προβλήματα θα κρυφτούν κάτω από το χαλί: Οι γερμανικές τράπεζες έχουν ήδη πετύχει την εξαίρεση πολλών από τα περιουσιακά τους στοιχεία από την αξιολόγηση.

Ένα επιχείρημα για να καταστεί η ΕΚΤ το εποπτικό όργανο για τις τράπεζες της Ευρωζώνης ήταν ότι επηρεαζόταν λιγότερο από τις τράπεζες από ό,τι οι εθνικές εποπτικές αρχές.

Αλλά η συμπεριφορά της καθ’ όλη την κρίση δείχνει το αντίθετο. Η ΕΚΤ έχει επανειλημμένως δώσει προτεραιότητα στα συμφέροντα των τραπεζών από χώρες του «πυρήνα» και αποδείχθηκε περισσότερο επιρρεπής σε πολιτικές πιέσεις από το Βερολίνο και το Παρίσι από ό,τι από τη Μαδρίτη ή τη Ρώμη, πολλώ δε μάλλον από Δουβλίνο και Αθήνα. Οι επιχειρήσεις του Νότου θα αντιμετωπίσουν υψηλότερο κόστος δανεισμού έναντι των επιχειρήσεων του Βορρά, εμποδίζοντας την ανάπτυξη.

 

Οι τράπεζες στη Βόρεια Ευρώπη που εξακολουθούν να υποστηρίζονται από φερέγγυες κυβερνήσεις θα αντιμετωπίζονται διαφορετικά από εκείνες των οικονομικά πιεσμένων χωρών της Νότιας Ευρώπης.

 

Ακόμη και όταν τεθεί σε πλήρη ισχύ, το νέο πλαίσιο της τραπεζικής ένωσης θα είναι γεμάτο τρύπες. Κατόπιν επιμονής της Γερμανίας, η ΕΚΤ θα αναλάβει την εποπτεία των 130 μεγαλύτερων τραπεζών της Ευρωζώνης. Αυτό θα αφήσει τις μικρότερες Landesbanks (τις κρατικές περιφερειακές τράπεζες), πολλές από τις οποίες προέβησαν σε εντυπωσιακά λανθασμένες αποφάσεις δανεισμού κατά τα χρόνια της φούσκας, και τις Sparkassen (μικρότερου μεγέθους ταμιευτήρια) στα χέρια των τοπικών πολιτικών και της συγκαταβατικής χρηματοπιστωτικής αρχής της Γερμανίας.

Το επιχείρημα ότι τα μικρότερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δεν συνιστούν συστημικό κίνδυνο είναι ψευδές: Ας λάβει κανείς υπόψη τις cajas στην Ισπανία. Σε κάθε περίπτωση, δεν πρόκειται για ένα επί ίσοις όροις παιχνίδι.

 

Πέραν όλων, ο ενιαίος μηχανισμός εκκαθάρισης είναι μια οφθαλμαπάτη, επειδή οι εθνικές κυβερνήσεις διατηρούν το δικαίωμα του βέτο όσον αφορά το κλείσιμο μιας τράπεζας. Ο μηχανισμός είναι σκόπιμα πολύπλοκος, σε σημείο που οδηγεί σε αδιέξοδο. Είναι αδιανόητο να επιτευχθεί η εκκαθάριση μιας τράπεζας μέσα σε ένα Σαββατοκύριακο, ώστε να αποφευχθεί ο πανικός στις αγορές. Και τα συνολικά κεφάλαια που τελικά θα έχει στη διάθεσή του είναι πενιχρά: μόλις 55 δισ. ευρώ (76 δισ. δολάρια).

 

Στην πράξη, λοιπόν, η διάσωση των τραπεζών θα παραμείνει στα χέρια των εθνικών κυβερνήσεων, όλες εκ των οποίων είναι αιχμάλωτες από τις ίδιες τις «δικές τους» τράπεζες, η δυνατότητά τους όμως να τις σώσουν ποικίλλει: Οι γαλλικές και γερμανικές τράπεζες θα διασωθούν. Οι κυπριακές τράπεζες όχι. Για να αυξήσουν τις πιθανότητές τους για ένα σχέδιο διάσωσης, οι τράπεζες στην περιφέρεια της Ευρωζώνης αναμφίβολα θα δανειστούν όσο μπορούν από τράπεζες με πολιτικούς δεσμούς και επενδυτές από χώρες του πυρήνα. Έτσι, οι φορολογούμενοι παραμένουν αντιμέτωποι με τον κίνδυνο να κληθούν να πληρώσουν για τις ζημίες των τραπεζιτών.

 

Το συμπέρασμα είναι ότι η Ευρωζώνη ως σύνολο είναι πιθανό να συνεχίσει να παλεύει με ένα τραπεζικό σύστημα-ζόμπι, με μόνο αποσπασματικές προσπάθειες για την αναδιάρθρωση των τραπεζών αποφασιστικά και δίκαια. Ακόμη χειρότερα, το χάσμα Βορρά-Νότου, πυρήνα-περιφέρειας θα διευρυνθεί, με τις τράπεζες που απολαύουν της στήριξης των φορολογουμένων από τη μία πλευρά και τις τράπεζες που πρέπει να βρουν τρόπο να θωρακισθούν από μόνες τους από την άλλη.

Αυτό είναι ένα μπόνους για τους δοκιμαζόμενους φορολογούμενους του Νότου, συνεπάγεται όμως ότι ακόμη και υγιείς τράπεζες θα μπορούσαν να έχουν υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης από ό,τι οι αμφίβολης κατάστασης τράπεζες του Βορρά για το άμεσο μέλλον. Κατά συνέπεια, οι επιχειρήσεις του Νότου θα αντιμετωπίσουν υψηλότερο κόστος δανεισμού έναντι των επιχειρήσεων του Βορρά, εμποδίζοντας την ανάπτυξη.

Η κίβδηλη τραπεζική ένωση είναι επομένως μια συνταγή για την εδραίωση του οικονομικού και πολιτικού διχασμού.

 

Του Philippe Legrain από  ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Ό Philippe Legrain ήταν οικονομικός σύμβουλος του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μέχρι το Φεβρουάριο του 2014. Copyright: Project Syndicate, 2014.www.project-syndicate.org