Ο Σαμαράς υπόσχεται τα πάντα για να μην βουλιάξει

Με άλλα λόγια ο Αντώνης τα παίζει «όλα για όλα», και μάλιστα χωρίς τον κυβερνητικό «συνέταιρο» Ευ. Βενιζέλο. Την πρώτη φορά δεν τσίμπησαν πολλοί.

Αυτή τη φορά θέλει να γίνει πιστευτός, εν όψει μάλιστα των ευρωεκλογών, καθώς το μήνυμα της κάλπης της προσεχούς Κυριακής μπορεί να κρύβει δυσάρεστες εκπλήξεις για τον ίδιο και την κυβέρνηση του.

Η ομιλία του πρωθυπουργού Α. Σαμαρά το βράδυ της Τρίτης για το «αναπτυξιακό σχέδιο» της Ελλάδας δεν προήλθε από… παρθενογένεση. Το 2011, στη Διεθνή Έκθεση της Θεσσαλονίκης, ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, είχε αιφνιδιάσει πολλούς όταν είπε: «Φαντάζεστε πώς θα είναι η Ελλάδα το 2021, όταν θα συμπληρώνονται 200 χρόνια από την επανάσταση του 1821;».

Τώρα επανέρχεται παρουσιάζοντας ένα «δεινοσαυρικό» σχέδιο, που δύσκολα μπορεί να χωνευτεί επικοινωνιακά, καθώς περιλαμβάνει δυσθεώρητους στόχους, όπως η δημιουργία 770.000 θέσεων εργασίας σε βάθος επταετίας, θέτοντας ως κορύφωση της συγκεκριμένης στρατηγικής και πάλι το 2021. Πρόκειται για μία πολιτική – επικοινωνιακή «υπερβολή», που μόνο στόχο έχει να διασώσει τον ίδιο από ένα πιθανό εκλογικό «ναυάγιο». Θα μπορούσε να είναι και μία μελλοντική προεκλογική ατζέντα για εθνικές εκλογές, καθώς κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ένα τέτοιο ενδεχόμενο το προσεχές χρονικό διάστημα.

 

Άλλωστε από το «κάδρο» του «αναπτυξιακού σχεδίου» του για την Ελλάδα έλειπε το ΠΑΣΟΚ, το οποίο ανεπισήμως σημειώνει ότι εδώ και καιρό έχει παρουσιάσει το δικό του σχέδιο για την απασχόληση, που είναι «το μόνο υλοποιήσιμο στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή».

Άνθρωπος που γνωρίζει καλά όσα αφορούν τις ομιλίες του πρωθυπουργού έλεγε στο «Ποντίκι» ότι ήταν η μεγαλύτερη σε διάρκεια ομιλία του Σαμαρά, κάτι που δείχνει ότι το «αναπτυξιακό σχέδιο» ήταν στον «πυρήνα» της προεκλογικής εκστρατείας εν όψει των ευρωεκλογών και πως, παρά το γεγονός ότι ήταν έτοιμη εδώ και καιρό, επελέγη η συγκεκριμένη χρονική στιγμή για να παρουσιαστεί δημοσίως.

Τι υποσχέθηκε όμως ο πρωθυπουργός για την επόμενη επταετία;

Ο τουρισμός μπορεί να δώσει 16,5 πρόσθετα δισ. ετησίως. Και 225.000 πρόσθετες θέσεις εργασίας.
Ο πρωτογενής τομέας της αγροτικής παραγωγής (γεωργία, κτηνοτροφία, ιχθυοκαλλιέργεια) και η μεταποίηση μπορούν να δώσουν επιπλέον 13,5 δισ. και 315.000 νέες, άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας.
Η ενέργεια και το περιβάλλον επιπλέον 9,5 δισ. και 40.000 άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας (χωρίς ακόμα τον ορυκτό πλούτο και τον ΤΑΠ).
Η έρευνα και η τεχνολογία επιπλέον 2 δισ. και 50.000 θέσεις εργασίας.
Τα Logistics, το διαμετακομιστικό εμπόριο και οι συνδυασμένες μεταφορές επιπλέον 2,5 δισ. ετησίως και 45.000 θέσεις εργασίας.
Η φαρμακευτική βιομηχανία επιπλέον 2 δισ. ετησίως και 25.000 θέσεις εργασίας.
Η ναυτιλία επιπλέον 8,5 δισ. ετησίως και 70.000 θέσεις εργασίας.
Σύνολο 54,5 δισ. μέσα σε επτά χρόνια και 770.000 θέσεις εργασίας.

Αυτά «έδωσε» την Τρίτη ο πρωθυπουργός. Όποιος θέλει τον πιστεύει.

Οι τσαχπινιές του Ποταμιού και π επιλεκτική μνήμη του Σταύρου.

Πριν από δυο χρόνια, σε τηλεοπτική του εμφάνιση, ο δημοσιογράφος τότε Σταύρος Θεοδωράκης, ίσως με μια δόση αυτοκριτικής για το επάγγελμα, είχε πει ότι «αν η χώρα είχε δημοσιογράφους με πολύ πιο ισχυρές συνειδήσεις τη δεκαετία του ’90, δεν θα είχαμε την κρίση αυτή». Με την άποψη αυτήν, τη δική του προ διετίας, διαφωνεί προφανώς ο ίδιος ο… πολιτικός Σταύρος Θεοδωράκης σήμερα.

Η ασυνέπεια λόγων (προ διετίας) και έργων (σημερινών) του νέου στο πολιτικό κουρμπέτι αρχηγού αποτυπώνεται στον τρόπο με τον οποίο το Ποτάμι προσεγγίζει τους δυνάμει ψηφοφόρους του. Τα διαφημιστικά σποτ που εμφανίστηκαν στις τηλεοράσεις, με στόχο «τα νεανικά κοινά» και τις κυρίες και κυρίους μιας κάποιας ηλικίας, αποδεικνύουν ότι ο ιδρυτής του Ποταμιού μπορεί να υποστηρίζει με τον πλέον… φυσικό τρόπο την οπτική της δημοσιογραφίας που υπηρέτησε τη δεκαετία του 1990 ως διευθυντής του «Κλικ» και την οποία είχε καταγγείλει (δικαίως!) ως μια από τις αιτίες που οδήγησαν τη χώρα στην κρίση.

Η αντίφαση είναι προφανής και ευδιάκριτη, όσο κι αν ο Σταύρος Θεοδωράκης θέλει να την ξεχάσει ή να (μας) την κρύψει. Αυτή ακριβώς η αντίφαση (κατά μια διαφορετική διατύπωση θα μπορούσε να ονομαστεί «ασυνέπεια» ή, ακόμη καλύτερα, «πολιτική απάτη») είναι το σημείο όπου αποκτούν (δημόσιο) ενδιαφέρον για να γίνουν αντικείμενο κριτικής τα λόγια και οι πράξεις του πολιτικού (όχι του δημοσιογράφου) Σταύρου Θεοδωράκη.

Με πιο απλά λόγια, για να συνοψίσουμε, ο Θεοδωράκης απευθύνεται στην κοινωνία ζητώντας την εμπιστοσύνη (ψήφο) της καταγγέλλοντας το δημοσιογραφικό σύμπλεγμα της δεκαετίας του 1990, βγάζοντας όμως – προφανώς – τον εαυτό του απέξω, παρά το γεγονός ότι υπήρξε προβεβλημένο μέλος του και εξέχουσα μορφή της life style προσέγγισης της δημοσιογραφίας.

Επιπροσθέτως, σήμερα, ως πολιτικός αξιοποιεί τις τεχνικές αυτού ακριβώς του δημοσιογραφικού μοντέλου που κατά την άποψή του (με την οποία παρεμπιπτόντως συμφωνούμε) συνέβαλε στην καταστροφή της χώρας. Ακόμη χειρότερη, εξετάζοντάς την από μια «ηθική» σκοπιά, είναι η πολιτική πρακτική την οποία ακολουθεί ο πρώην συνάδελφος.

Στα ερωτήματα που του απευθύνουν οι πιθανοί ψηφοφόροι του και τα οποία έχουν να κάνουν με τις προτάσεις και τα σχέδιά του για την έξοδο της χώρας από την κρίση, ο αρχηγός του Ποταμιού κάνει μακροβούτι σε θολά νερά, ποντάροντας στην πανθομολογούμενη αναξιοπιστία των Ν.Δ. – ΠΑΣΟΚ και στην πανσπερμία απόψεων που μπορεί και διαχειρίζεται (ακόμα) ο ΣΥΡΙΖΑ.

 

Αφού αυτοί δεν σας λένε κάτι συγκεκριμένο, μας λέει ο Σταύρος, γιατί ρωτάτε εμένα. Εμένα, μας λέει ο Σταύρος άλλωστε, με ξέρετε, με βάζετε μέσα στο σπίτι σας εδώ και 20 χρόνια. Κι όμως, ακόμη παραμένει εκκρεμές το ερώτημα «τι (πολιτικό) καπνό φουμάρει»…

 

ΠΟΝΤΙΚΙ