Προσφυγή στο ESM «βλέπει» το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής

Ταυτόχρονα χαρακτηρίζει ως ασθενή τη δυναμική ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας και διαπιστώνει ότι υπάρχουν πολλές αβεβαιότητες.

Η Ε.Ε. υπολογίζει ότι τη διετία 2014-2015 οι επιπρόσθετες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας θα ανέλθουν σε 14,9 δισ. ευρώ (2,6 δισ. για το 2014 και 12,3δισ.γιατο 2015). Επομένως, όπως αναφέρεται στην έκθεση αν επιβεβαιωθεί, η Ελλάδα θα πρέπει ή να συνεχίσει να δανείζεται από ης διεθνείς αγορές (πράγμα που ήδη συναντά δυσκολίες) ή να προσφύγει στον ΕΜΣ, που συνεπάγεται νέο πρόγραμμα προσαρμογής (και σχετική σύμβαση) σύμφωνα με τους κανόνες του μηχανισμού.

Οι οικονομολόγοι του Γραφείου υποστηρίζουν πως «αν δεν επιτευχθούν στο μέλλον υψηλότερη ρυθμοί μεγέθυνσης δεν θα υπάρξει γρήγορη και αισθητή βελτίωση της απασχόλησης και, αντίστροφα, αν η ανεργία παραμείνει σε υψηλά επίπεδα θα επηρεάσει αρνητικά, μαζί με άλλους παράγοντες, τη δυνητική παραγωγή στο μέλλον».

Μάλιστα, σημειώνουν ότι «προς το παρόν, οι προβλέψεις ιδίως για ικανοποιητικούς ρυθμούς μεγέθυνσης από το 2015 βαρύνονται με μεγάλες αβεβαιότητες.
Με άλλα λόγια η δυναμική της ανάκαμψης είναι ακόμα ασθενής παρά την ανάσχεση της ύφεσης».
Επίσης, αναφέρουν ότι τις «δυσκολίες της επίτευξης μιας διατηρήσιμης ανάπτυξης δείχνει ανάμεσα σε άλλα η εξαγωγική άπνοια παρά τη μείωση του εργασιακού κόστους».

Στις αβεβαιότητες που εντοπίζει το ΓΠΚ περιλαμβάνονται: 1. Το ζήτημα των τραπεζών, που παρά τις ανακεφαλαιοποιήσεις τους δεν έχει λυθεί, καθώς εκκρεμεί λύση για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, τα οποία συνεχίζουν να αυξάνονται και να περιορίζουν τις δανειοδοτικές ικανότητες των τραπεζών.

 

Εκτιμούν ότι σχεδόν το 40% των δανείων (επιχειρηματικά, στεγαστικά, καταναλωτικά) είναι «κόκκινα» και προσθέτουν πως «σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση του ΔΝΤ, το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων στην Ελλάδα είναι ένα από τα μεγαλύτερα στον κόσμο, το οποίο ξεπερνά επίπεδα άλλων χωρών που έχουν οδηγήσει σε συστημικές κρίσεις».
 

2. Οι υστερήσεις των μεταρρυθμίσεων μπορεί να προκαλέσουν εκ νέου άνοδο των επιτοκίων δανεισμού της χώρας.
 

3. Οι επενδύσεις που εξακολουθούν να υποχωρούν.

4. Η δημοσιονομική εξυγίανση που συνεχίζεται μετ’ εμποδίων, με το ΓΠΚ να δίνει έμφαση στης δικαστικές αποφάσεις που ανατρέπουν τη μισθολογική πολιτική, στην αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών, αλλά και στα σταθερά υψηλά ποσοστά φοροδιαφυγής,

 

5. Το δημόσιο χρέος, το οποίο αιωρείται ως δαμόκλειος σπάθη πάνω από την ελληνική οικονομία και κάνει επιφυλακτικούς τους σοβαρούς εγχώριους και ξένους επενδυτές.

6. Η μη επίτευξη κάποιας ελάχιστης συναίνεσης ανάμεσα στις μεγάλες πολιτικές δυνάμεις του τόπου.

7. Το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία παραμένει ευάλωτη σε ισχυρές εξωτερικές διαταραχές, πράγμα βέβαια που δεν ευνοεί μακροπρόθεσμες επενδυτικές δεσμεύσεις στην πραγματική οικονομία.
 

«Για παραίτηση Θεοχάρη»

Σύμφωνα με το ΓΠΚ, «η παραίτηση του γενικού γραμματέα Δημοσίων Εσόδων έδειξε ότι κάθε προσπάθεια περιορισμού της διακριτικής ευχέρειας υπουργών να παρεμβαίνουν αντιμετωπίζει μεγάλα εμπόδια».

 

Στην έκθεση επισημαίνεται πως «το μεγάλο πρόβλημα της χώρας δεν είναι όμως τόσο η ποιότητα των νέων κανόνων, όσο η εφαρμογή τους» και η απομάκρυνση του Χ. θεοχάρη «μάς υπενθύμισε, μαζί με άλλα φαινόμενα, ότι η χώρα πάσχει από επίμονη θεσμική αστάθεια».

 

ΗΜΕΡΗΣΙΑ