Το κλειδί των ρυθμίσεων είναι η «απρόοπτος μεταβολή των συνθηκών»

Για όσα δάνεια στεγαστικά, καταναλωτικά, επιχειρηματικά, είχαν συναφθεί με τα πιστωτικά ιδρύματα προ της απρόβλεπτης οικονομικής κρίσης, υπάρχει νομικό πλαίσιο, ώστε να μπορούν οι δανειολήπτες να ζητήσουν από τα δικαστήρια τη ρύθμισή τους κατά τρόπο ικανοποιητικό και ανακουφιστικό γι’ αυτούς;

 

Αναμφισβήτητα υπάρχει και είναι στέρεο και αμετακίνητο από κάθε νόμο. Ο νομοθέτης του Αστικού μας Κώδικα, που ισχύει από 1η Ιανουαρίου 1951, έχοντας υπόψη την εμπειρία του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου και την οικονομική συμφορά της χώρας μας, ως συνέπεια αυτού πρόβλεψε ειδική διάταξη, η οποία κατισχύει κάθε άλλης.

Ο νόμος «Κατσέλη» δεν είναι ολοκληρωμένος και πλήρης ως ειδικός ρυθμιστικός νόμος των συναφθέντων δανείων, γιατί δεν αναφέρει την «Απρόοπτο μεταβολή των συνθηκών», η οποία επήλθε μετά τη σύναψή τους.

Ειδικότερος επομένως νόμος, είναι η διάταξη του άρ 388 του Αστ. Κώδικα, ο οποίος ορίζει: «Αν τα περιστατικά στα οποία κυρίως, ενόψει της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών, τα μέρη στήριξαν τη σύναψη αμφετοροβαρούς σύμβασης, μεταβλήθηκαν ύστερα, από λόγους που ήταν έκτακτοι και δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, και από τη μεταβολή αυτή η παροχή του οφειλέτη, εν όψει και της αντιπαροχής, έγινε υπέρμετρα επαχθής, το δικαστήριο μπορεί κατά την κρίση του με αίτηση του οφειλέτη να την αναγάγει στο μέτρο που αρμόζει και να αποφασίσει τη λύση της σύμβασης εξ ολοκλήρου ή κατά το μέρος που δεν εκτελέστηκε ακόμη.

»Αν αποφασιστεί η λύση της σύμβασης, επέρχεται απόσβεση των υποχρεώσεων παροχής που πηγάζουν απ’ αυτήν και οι συμβαλλόμενοι έχουν αμοιβαία υποχρέωση να αποδώσουν τις παροχές που έλαβαν κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό», γράφει σήμερα η Ελευθεροτυπία.

 

Το άρθρο αυτό είναι το ισχύον γιατί ο νόμος «Κατσέλη» ρυθμίζει δάνεια απλώς και όχι δάνεια που είχαν συναφθεί προ της οικονομικής κρίσης και δεν μπορούν να διαχειριστούν, όχι από κακοβουλία των δανειστών ή δυστροπία, αλλά από λόγους που εκθεμελίωσαν την οικονομική του ζωή, ανέτρεψαν την οικονομική του σταθερότητα, το βέβαιο επαγγελματικό του μέλλον, από λόγους που επήλθαν έπειτα, ήταν απρόβλεπτοι και με οποιαδήποτε επιμέλεια, δεν ήταν δυνατό να προβλεφθούν Το άρ. 388 έχει νομική εμβέλεια στη λειτουργικότητά του και τέτοιο προστατευτικό εύρος, ώστε να ρυθμίζει αποτελεσματικά, αλλά και με ισορροπίες τα συμφέροντα του δανειστή και δανειολήπτη.

Το άρθρο 388 του Αστικού Κώδικα ορίζει ότι «ο οφειλέτης έχει υποχρέωση να εκπληρώσει την παροχή (δάνειο), όπως απαιτεί η καλή πίστη, αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη».
Το δε άρ. 200 ορίζει «οι συμβάσεις ερμηνεύονται όπως απαιτεί η καλή πίστη, αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη». Αυτές οι γενικές ρήτρες είναι επικρατέστερες από τις διατάξεις του νόμου και ισχύουν για την ερμηνεία ειδικού νόμου. Καλή πίστη είναι η ευθύτητα και η εντιμότητα που επιβάλλεται » Οι δικαστές πρέπει να είναι αλληλέγγυοι προς τον αδύνατο να επιδεικνύουν οι άνθρωποι στην κοινωνική συμβίωση και στις συναλλαγές.
Η καλή πίστη επιβάλλει κατά την ικανοποίηση αντιμέτωπων συμφερόντων, να μην υπάρχει υπερβολική δυσαναλογία του ενός εις βάρος του άλλου.
Η άσκηση του δικαιώματος να γίνεται με την προσήκουσα φειδώ.
Να προτιμάται εκείνος ο τρόπος ασκήσεως που είναι ο ηπιέστερος για τον οφειλέτη.

Απόγνωση

 

Η οικονομική κρίση δημιούργησε φτώχεια, απόγνωση, δυστυχία. Δεν μπορεί οι τράπεζες να είναι η «Λεόντιος Εταιρεία», του εμπορικού δικαίου, η οποία θα συμμετέχει μόνο στα κέρδη και όχι στη ζημιά. Ζημίωσε η πατρίδα, ζημίωσαν όλοι οι Έλληνες πολίτες, απώλεσαν μισθούς και συντάξεις, αμοιβές κατά ποσοστό 50%. Δεν μπορεί, λοιπόν, τα πιστωτικά ιδρύματα να μην υποστούν κι αυτά μια μείωση των δανεισθέτων, σε σημαντικό ποσοστό. Τα ιδρύματα αυτά πήραν πρώτα τη μερίδα του λέοντος των δανείων για την ανακεφαλαίωσή τους. Τα ιδρύματα αυτά πραγματοποιούν σημαντικά κέρδη εν μέσω κρίσης.

Danioliptes.gr