Στο «στόχαστρο» της Fed η στρατηγική των τραπεζών

 

Τρόπους να περιορίσει την ισχύ των τραπεζικών κολοσσών της Wall Street στην αγορά εμπορευμάτων εξετάζει η Φέντεραλ Ριζέρβ, ασπαζόμενη τις ανησυχίες του πολιτικού κόσμου για το ρόλο τους σε φαινόμενα υπέρμετρης κερδοσκοπίας και αστάθειας. Σε έκθεση της η Γερουσία κατηγορεί τις τράπεζες ότι έχουν αποκτήσει τέτοια «εξουσία» ώστε να καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τις διακυμάνσεις των τιμών, να αποκτούν αθέμιτα πλεονεκτήματα και το κυριότερο να θέτουν το ευρύτερο χρηματοοικονομικό σύστημα σε κίνδυνο.

 

Σε ομιλία του ενώπιον των γερουσιαστών ο Ντάνιελ Ταρούλο, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας, εμφανίστηκε ασυνήθιστα επιθετικός έναντι των «μεγάλων» της Wall Street, διαμηνύοντας ότι θα πρέπει όσο το δυνατόν συντομότερα να περιοριστεί η δυνατότητά τους για μεγάλα «στοιχήματα» στα χρηματιστήρια εμπορευμάτων.

 

Σύμφωνα με τον κ. Ταρούλο, η Fed έχει ήδη επεξεργαστεί σειρά προτάσεων στην κατεύθυνση αυτή και εντός του πρώτου τριμήνου του 2015 φιλοδοξεί να δώσει σαι δημοσιότητα ένα νέο πακέτο κανόνων.

 

Οι νέοι κανόνες θα υποχρεώνουν πιθανότατα τις τράπεζες να συγκεντρώνουν περισσότερα κεφάλαια προκειμένου να προστατεύονται έναντι πιθανών ζημιών από τις τοποθετήσεις τους στα εμπορεύματα, γεγονός που καθιστά την παρουσία τους στην αγορά πιο «ακριβή». Εξετάζεται επίσης σοβαρά το ενδεχόμενο να τεθούν πιο αυστηρές προϋποθέσεις για επενδύσεις των τραπεζών όχι μόνο στο χρηματιστήριο εμπορευμάτων, αλλά και σε βασικές πρώτες ύλες, όπως είναι ο άνθρακας, το αλουμίνιο και το φυσικό αέριο, στη φυσική μορφή τους. Αυτές πραγματοποιούνται μέσω της απόκτησης μεριδίων σε ορυχεία και αγωγούς και όχι με τοποθετήσεις στα προθεσμιακά συμβόλαια, αλλά προσφέρουν επίσης τη δυνατότητα επηρεασμού των τιμών.

 

«Εστιάζουμε την προσοχή μας στο ρίσκο που ενέχουν συγκεκριμένες δραστηριότητες των τραπεζών στην αγορά εμπορευμάτων και στο πώς το ρίσκο αυτό θα μπορέσει να τιθασευτεί επαρκώς» τόνισε ο κ. Ταρούλο, ενώ συμπλήρωσε πως στόχος είναι να δημιουργηθεί ένα πεδίο δίκαιου και ίσου ανταγωνισμού, στο οποίο δεν θα μπορούν ελάχιστοι, πανίσχυροι παίκτες να καθορίζουν τις εξελίξεις.

 

Οι επισημάνσεις αυτές του αξιωματούχου της κεντρικής τράπεζας έρχονται στον απόηχο της δημοσιοποίησης των ευρημάτων διετούς έρευνας, που πραγματοποίησε η αρμόδια Επιτροπή της Γερουσίας.

 

Σε μία έκθεση 396 σελίδων οι γερουσιαστές περιγράφουν τους τρόπους με τους οποίους μεγάλες επενδυτικές τράπεζες, όπως οι Goldman Sachs, JP Morgan Chase & Co και Morgan Stanley κατάφερναν να συγκεντρώσουν τεράστια αποθέματα αλουμινίου, χαλκού, άνθρακα και άλλων βασικών εμπορευμάτων στη φυσική μορφή τους, αποκτώντας έτσι τον έλεγχο των τιμών στο χρηματιστήριο. Στην έκθεση γίνεται μάλιστα καθαρά λόγος για χειραγώγηση της αγοράς.

 

Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα της Goldman Sachs. Η τράπεζα αγόρασε το 2010 τη Metro International Trade Services, ιδιοκτήτρια δικτύου εγκαταστάσεων αποθήκευσης μετάλλων. Αμέσως μετά την εξαγορά η Metro συγκέντρωσε τεράστια αποθέματα αλουμινίου και πλήρωσε τους ιδιοκτήτες τους εκατομμύρια δολάρια προκειμένου εκείνοι να τα αφήσουν στις αποθήκες της, αντί να τα διαθέσουν στην αγορά. Όπως σχολίαζαν γερουσιαστές, επρόκειτο για την «τέλεια συνταγή χειραγώγησης».

 

Από την πλευρά της, η JP Morgan φέρεται να παρέκαμψε τους ισχύοντες περιορισμούς νια τις τοποθετήσεις σε βασικά μέταλλα, προσδιορίζοντας το χαλκό ως «πολύτιμο μέταλλο» παρά το γεγονός ότι χρησιμοποιείται ευρέως στη βιομηχανία, και μεταφέροντας επενδύσεις της στο αλουμίνιο ως ενεργητικό σε θυγατρικές της. 

Της Νατάσας Στασινού από naftemporiki 

Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.