Οι «κόκκινες γραμμές» των Ευρωπαίων

Η επίσκεψη του προέδρου του Eurogroup, Γερούν Ντέισελμπλουμ, την Παρασκευή στην Αθήνα, για συναντήσεις με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα και τον υπουργό Οικονομικών Γιάννη Βαρουφάκη, χαρακτηρίζεται στις Βρυξέλλες εξαιρετικά σημαντική, δεδομένου ότι θα καταδείξει και την απόσταση που χωρίζει τη νέα κυβέρνηση από τους δανειστές.

 

Είναι η πρώτη φορά που ο κ. Ντέισελμπλουμ επισκέπτεται χώρα της Ευρωζώνης για διαβουλεύσεις, τρεις μέρες μόνο μετά την ορκωμοσία της κυβέρνησης. Αυτό δείχνει την επιθυμία των Ευρωπαίων αξιωματούχων και των εταίρων να βρεθεί σύντομα λύση.
 

Η επίσκεψη στην Αθήνα του πλέον αρμόδιου προσώπου, δηλαδή του προέδρου του οργάνου που θα κατευθύνει τις διαπραγματεύσεις για την εξεύρεση λύσης, δείχνει επίσης ότι το Βερολίνο αφήνει σ’ αυτή τη φάση την πρωτοβουλία των κινήσεων στον κ. Ντέισελμπλουμ, στον οποίο έχει απόλυτη εμπιστοσύνη.
 

Ο πρόεδρος της Ευρωβουλής, Γερμανός σοσιαλδημοκράτης Μάρτιν Σουλτς, που επίσης επισκέπτεται αύριο την Αθήνα μπορεί και αυτός να επιδιώκει να παίξει ένα ρόλο ενδιάμεσου μεταξύ Αθήνας και Βερολίνου, ωστόσο φαίνεται ότι η γερμανική κυβέρνηση θέλει να κινηθεί θεσμικά, ενεργοποιώντας κατευθείαν το όργανο λήψης αποφάσεων της Ευρωζώνης.
 

Σε ό,τι αφορά την ουσία, στις Βρυξέλλες επισημαίνουν ότι ο πρόεδρος του Eurogroup θα ακούσει πολύ προσεκτικά τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ με τη γνωστή ολλανδική ψυχραιμία θα παρουσιάσει στον πρωθυπουργό και τις «κόκκινες γραμμές» για τους εταίρους.
 

Ειδικότερα, από τη συζήτηση που έγινε τη Δευτέρα το βράδυ στο Eurogroup προκύπτει ότι για τους εταίρους πρώτη προτεραιότητα είναι η ολοκλήρωση της πέμπτης αξιολόγησης, η οποία θα επιτρέψει το «ξεμπλοκάρισμα» των δόσεων των 7,2 δισ. ευ ρω από το ΔΝΤ και τους Ευρωπαίους που εκκρεμούν, ώστε η Ελλάδα να μπορέσει να εξυπηρετήσει υποχρεώσεις ύψους 4,2 δισ. ευρώ που έχει μέσα στο πρώτο τρίμηνο.
 

Ωστόσο, η ολοκλήρωση αυτή προσκρούει στην απόφαση της νέας κυβέρνησης να μην υπάρξει καμία συνδιαλλαγή με την τρόικα. Εάν επιμείνει θα πρέπει να συμφωνήσουν οι εταίροι, κάτι που σήμερα δεν είναι καθόλου δεδομένο, και στη συνέχεια να βρεθεί πρακτική λύση για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης.
 

Η κεντρική θέση των Ευρωπαίων, όπως αυτή εκφράστηκε κατά κόρον τις τελευταίες εβδομάδες, είναι ότι αναμένουν από τη νέα κυβέρνηση να τηρήσει ης δεσμεύσεις και συμφωνίες που έχει αναλάβει η χώρα.
 

Το δεύτερο σημαντικό θέμα που θα συζητηθεί είναι αυτό της νέας τεχνικής παράτασης του σημερινού προγράμματος, γιατί είναι εξαιρετικά απίθανο να υπάρξει τελική συμφωνία για την επόμενη μέρα πριν από το τέλος Φεβρουαρίου, που εκπνέει η πρώτη δίμηνη παράταση. Χωρίς νέα παράταση, η ΕΚΤ δεν θα μπορεί να παράσχει ρευστότητα μέσω ΕLΑ στις ελληνικές τράπεζες.
 

Την παράταση πρέπει να τη ζητήσει η νέα κυβέρνηση τεκμηριωμένα, δηλαδή να εξηγήσει γιατί τη θέλει και πώς βλέπει την επόμενη μέρα με τους δανειστές. Η συζήτηση νια τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους θα γίνει μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης.
 

Επί της ουσίας, ο κ. Ντέισελμπλουμ θα καταστήσει σαφές στην Αθήνα ότι δεν υπάρχει περίπτωση αποδοχής της θέσης της νέας κυβέρνησης για ονομαστικό «κούρεμα».
 

Επιμήκυνση

Αντίθετα, μπορεί να συζητήσει την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής, πέραν των 32 ετών που είναι σήμερα, με μια μεγαλύτερη περίοδο χάριτος και ενδεχομένως μείωση των επιτοκίων ή μετατροπή τους από κυμαινόμενα σε σταθερά. Άλλωστε, η επανεξέταση της βιωσιμότητας προβλέπεται και από την απόφαση του Eurogroup, τον Νοέμβριο του 2012, στο πλαίσιο του δεύτερου σχεδίου διάσωσης.
 

Στη βελγική πρωτεύουσα επισημαίνουν επίσης ότι ο κ. Ντέισελμπλουμ θα ζητήσει από τον πρωθυπουργό να αποφύγει η νέα κυβέρνηση μονομερείς οικονομικές αποφάσεις πριν ολοκληρωθεί η διαπραγμάτευση, ώστε να μην υπάρξει δημοσιονομικός εκτροχιασμός.
 

Υπενθυμίζεται ότι ο κ. Ντέισελμπλουμ όταν ρωτήθηκε προχθές το βράδυ πώς θα επιτευχθούν οι στόχοι του προγράμματος εάν υλοποιηθούν οι προεκλογικές εξαγγελίες του ΣΥΡΙΖΑ, αφού υπενθύμισε ότι θέση της νέας κυβέρνησης είναι η παραμονή στην Ευρωζώνη, εξέφρασε την ελπίδα ότι η Ελλάδα θα σεβαστεί τους κανόνες που ισχύουν και που σέβονται όλες οι χώρες.
 

Moody’s: «Πιστωτικά αρνητικό» το εκλογικό αποτέλεσμα

«Πιστωτικά αρνητικό» χαρακτηρίζει η Moody’s το αποτέλεσμα των ελληνικών εκλογών, καθώς εκτιμά ότι παρατείνει τους κινδύνους χρηματοδότησης, ρευστότητας και ανάπτυξης.
 

Η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ θέτει εν αμφιβάλω τη δυνατότητα της νέας κυβέρνησης να συμφωνήσει με την τρόικα την ανανέωση ή παράταση του προγράμματος. Ο οίκος αξιολόγησης αναφέρεται στις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, που αντιτίθενται πλήρως σε αυτές των δανειστών, όπως και στην έλλειψη εμπειρίας διακυβέρνησης, σημειώνοντας πάντως ότι το κόμμα έχει μετριάσει τη σκληρή στάση που είχε προηγουμένως.
 

Με δεδομένα και τα στενά χρονικά περιθώρια της διαπραγμάτευσης, θα ενισχυθούν οι κίνδυνοι αναχρηματοδότησης του Δημοσίου ειδικά στο πρώτο εξάμηνο, καθώς το 2015 είναι αυξημένες οι ανάγκες στα 20 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 16 δισ. ευρώ για την αποπληρωμή μακροπρόθεσμου χρέους έναντι των πιστωτών του ιδιωτικού τομέα.
 

Η Moody’s εκτιμά ότι το ευρωσύστημα κατέχει ελληνικά ομόλογα αξίας συνολικά 28 δισ. ευρώ, από τα οποία 7 δισ. ευρώ περίπου θα πρέπει να αποπληρωθούν, κυρίως, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο. Το ήμισυ, δε, των αποπληρωμών προς το ΔΝΤ θα πρέπει να γίνει στο πρώτο εξάμηνο του έτους, ενώ ώς το τέλος Μαρτίου θα μετακυλιστούν τα τρία τέταρτα από τα έντοκα γραμμάτια ύψους 14 δισ. ευρώ.
 

Ήδη, τα έντοκα του Ιανουαρίου καλύφθηκαν με δυσκολία, έχοντας και ως πρόσκομμα τη μείωση των καταθέσεων κατά περίπου 7 με 8 δισ. ευρώ, εξέλιξη που πίεσε τη ρευστότητα των τραπεζών.
 

Η υποχώρηση των καταθέσεων αυξάνει την εξάρτηση των τραπεζών από τη χρηματοδότηση του ευρωσυστήματος, ενώ κρίσιμη για τη ρευστότητα και την ανάπτυξη είναι, σύμφωνα με τη Moody’s, η στήριξη από τους δανειστές του επίσημου τομέα.
 

Ο οίκος θεωρεί πρόκληση για την κυβέρνηση την πραγματοποίηση της διαπραγμάτευσης, δεδομένης της θέσης της προεκλογικά, ενώ σημειώνει ότι εάν υπάρξει θετική έκβαση, μεταξύ άλλων, θα ευνοήσει τη ζήτηση για ελληνικά ομόλογα λόγω της συμμετοχής της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
 

Β. Σόιμπλε: Ζητούμενο να επιλυθούν τα προβλήματα

Στις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα αλλά και την οικονομία αναφέρθηκε χθες ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στη διάρκεια παρέμβασής του στην επιτροπή οικονομικών και νομισματικών υποθέσεων της Ευρωβουλής. Ο κ. Σόιμπλε ανέφερε ότι ο ελληνικός λαός έχει υποφέρει περισσότερο από άλλους ευρωπαϊκούς λαούς εξαιτίας της λιτότητας, αποδίδοντας την ευθύνη στα λάθη της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας σε βάθος χρόνου.
 

Αναφερόμενος στις εκλογές της Κυριακής στην Ελλάδα, χαρακτήρισε το αποτέλεσμα εντυπωσιακό, ενώ επισήμανε ότι το ζητούμενο είναι να λυθούν τα προβλήματα της χώρας. Ο ίδιος, όπως είπε, μαζί με τους άλλους υπουργούς Οικονομικών της Ευρωζώνης έχουν προσφέρει πολύ μεγάλη βοήθεια για τη στήριξη της Ελλάδας, η οποία όμως την αξιοποίησε περιορισμένα.
 

Πρόσθεσε ότι «δεν μπορούμε να λέμε πως το πρόγραμμα της Ελλάδας δεν ήταν σε καλό δρόμο, γιατί η χώρα πέτυχε πρωτογενές πλεόνασμα και έχει μπει στον σωστό δρόμο». Ο κ. Σόιμπλε υπεραμύνθηκε της θέσης της ΕΚΤ περί ανάγκης μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα, υπογραμμίζοντας ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ενήργησε στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της και οι επικρίσεις που δέχθηκε ήταν άδικες.
 

Η «μπάλα» βρίσκεται στην περιοχή της Ελλάδας, δήλωσε από την πλευρά του, ο Αυστριακός υπουργός Οικονομικών Χανς Γιοργκ Σέλινγκ. «Περιμένουμε τον νέο υπουργό για να προγραμματίσουμε τα επόμενα βήματα, η χρηματοπιστωτική κατάσταση είναι τέτοια που η χώρα θα χρειαστεί άλλο πρόγραμμα» είπε, προσθέτοντας ότι «πρέπει να δούμε τι μέτρα θέλει να εφαρμόσει η κυβέρνηση και πώς η συνεργασία με την Ε.Ε. και το Eurogroup θα συνεχιστεί». «Αυτό πρέπει να αποφασιστεί στις επόμενες μέρες», κατέληξε.

 

Του Νίκου Μπέλλου από naftemporiki