Όποτε θέλει θυμάται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τις διατάξεις της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ένωσης περί ευθύνης των εθνικών (ελληνικών) αρχών για τα ζητήματα της εκπαίδευσης και όποτε επιλέγει τις ξεχνάει. 

 

Αυτό φαίνεται από την απάντησή της σε ερώτηση του ευρωβουλευτή Κώστα Χρυσόγονου για την υποχρηματοδότηση της δημόσιας εκπαίδευσης λόγω των μνημονιακών περικοπών. Έτσι, χωρίς να αμφισβητεί το ρόλο της στην τρόικα, η Επιτροπή αρνείται ουσιαστικά να απαντήσει στις σχετικές αιτιάσεις του ευρωβουλευτή. Ακολουθούν τα κείμενα της ερώτησης και της απάντησης.
 
Ερώτηση:
 
Ο προϋπολογισμός που ψήφισε η ελληνική Βουλή για το 2015 προβλέπει μείωση των δαπανών για την παιδεία κατά 5,2% σε σχέση με το 2014. Συνολικά, στα έξι χρόνια της λιτότητας η μείωση του προϋπολογισμού του Υπουργείου Παιδείας ανήλθε στο 35,6% (από περίπου 7,5 δισ. ευρώ, το 2009, σε 4,8 δισ. ευρώ, το 2015).
Έτσι, οι δαπάνες της Ελλάδας για την παιδεία από 2,74% του ΑΕΠ, το 2009, μειώνονται στο 2,47% του ΑΕΠ για το 2015, δηλαδή κάτω από το μισό του μέσου όρου των δαπανών για την παιδεία στην ΕΕ (5,4% του ΑΕΠ, σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της Eurostat).
Έτσι τίθεται σε κίνδυνο η προστασία του αγαθού της παιδείας, που προστατεύεται από το Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ (άρθρο 14), αλλά και η επίτευξη των στόχων της Στρατηγικής «Ευρώπη 2020», της οποίας πυλώνες είναι η εκπαίδευση και η έρευνα (το 3% του ΑΕΠ της ΕΕ πρέπει να επενδύεται στην έρευνα και την ανάπτυξη).

 

Ερωτάται η Επιτροπή:
Γιατί επιτρέπει τέτοια μείωση των δαπανών για την παιδεία και δεν ζητά, ως μέλος της τρόικα, την εξαίρεση της παιδείας από την εξαντλητική λιτότητα;
Θα αποκατασταθεί ποτέ η ζημία που προκαλείται στο ανθρώπινο κεφάλαιο από την περικοπή των πόρων για την παιδεία;
 
Απάντηση:
 
Σύμφωνα με την Eurostat, οι γενικές κυβερνητικές δαπάνες για την εκπαίδευση ως ποσοστό του ΑΕΠ ανήλθαν σε 4,1 % το 2013, σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ, που είναι 5,3 %. Ταυτόχρονα, τα διαθέσιμα στοιχεία υποδηλώνουν ότι η ποιότητα της δημόσιας παιδείας θα μπορούσε να βελτιωθεί, όπως αναφέρεται στη μελέτη σχετικά με την εκπαιδευτική πολιτική, η οποία εκπονήθηκε από τον ΟΟΣΑ[1].

 

Το πρόγραμμα δράσης για την εκπαίδευση που το Υπουργείο Παιδείας έθεσε σε εφαρμογή από τον Ιούνιο 2012 αποσκοπεί στη βελτίωση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας της πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, προβλέποντας την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, την ενίσχυση της ψηφιακής διάστασης και τη μεταρρύθμιση της τρέχουσας εκπαιδευτικής διαδικασίας και διοίκησης.

 

Σημαντικές επίσης εξελίξεις συνιστούν ο εξορθολογισμός του σχολικού δικτύου, η αύξηση του αριθμού των μαθητών ανά αίθουσα διδασκαλίας και η μείωση των λειτουργικών δαπανών. Το πρόγραμμα δράσης για την εκπαίδευση περιλαμβάνει μέτρα για την εφαρμογή μιας νέας πολιτικής όσον αφορά την αξιολόγηση των σχολείων και του εκπαιδευτικού προσωπικού, καθώς και για τη μελλοντική αύξηση της οικονομικής και οργανωτικής αυτονομίας των σχολείων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

 

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στηρίζει τις προσπάθειες των ελληνικών αρχών προς την κατεύθυνση αυτή, καθώς και τις προσπάθειες για τη βελτίωση της ποιότητας των δαπανών στήριξης της βιώσιμης ανάπτυξης και της απασχόλησης. Ωστόσο, η Επιτροπή θα ήθελε να επισημάνει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 165 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η ευθύνη για το περιεχόμενο και την οργάνωση των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης εντός των διαθέσιμων δημοσιονομικών περιθωρίων ανήκει εξ ολοκλήρου στις ελληνικές αρχές.

 

danioliptes.gr

Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.