Είναι τρελό να σκεφθεί κανείς ότι προτού καν συμπληρωθεί εξαετία από το 2009, που στήθηκαν οι τελευταίες… προμνημονιακές κάλπες, έχουμε κληθεί να ψηφίσουμε τέσσερις φορές σε γενικές εκλογές –τρεις για βουλευτικές και μια για ευρωεκλογές- και οδεύουμε για την πέμπτη. 

 

Αν συνυπολογίσουμε και τις δύο αυτοδιοικητικές αναμετρήσεις, του 2010 και του 2014, αλλά και το πρόσφατο δημοψήφισμα, ο μέσος χρόνος που πηγαίνουμε στις κάλπες τα τελευταία χρόνια στις κάλπες είναι σχεδόν μια φορά το εξάμηνο και πρέπει να αποτελεί παγκόσμιο ρεκόρ. 
 

Δεν μπορώ να σκεφτώ άλλη χώρα –ευρωπαϊκή ή τριτοκοσμική, πλούσια ή φτωχή, ευημερούσα ή πτωχευμένη- που οι πολίτες της να ψηφίζουν τόσο συχνά για να εκλέξουν τους εκπροσώπους τους χωρίς να τηρείται ο γενικά παραδεδεγμένος κανόνας ότι τα πρόσωπα που αναδεικνύονται σε θέσεις εξουσίας έχουν συγκεκριμένη θητεία εντός της οποίας ξεδιπλώνουν το έργο τους και κρίνονται γι΄ αυτό στο τέλος. 

 

Δεν βρίσκω τον λόγο, ακόμη και στις ειδικές συνθήκες της μακρόσυρτης περιόδου κρίσης που διερχόμαστε, για τον οποίο οι εκλογές μπορούν να δώσουν λύση στα μεγάλα προβλήματα της χώρας που γίνονται πολύ μεγαλύτερα εξαιτίας της διαρκούς πολιτικής αβεβαιότητας που προστίθεται στην οικονομική ανασφάλεια.  
 

Τώρα πια, μάλιστα, που άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο, σχεδόν όλοι -και σίγουρα οι βασικοί διεκδικητές της εξουσίας- «έβαψαν τα χέρια» τους με… μνημονιακό «αίμα», αναρωτιέμαι ειλικρινά γιατί δεν μπορεί να βρεθεί ένας κοινός τόπος που να διώξει μακριά τις εκλογές και να δημιουργήσει ατμόσφαιρα πολιτικής σταθερότητας που τόσο ανάγκη έχει ο τόπος. 

Πολύ περισσότερο που μετά τις προσεχείς εκλογές το σκηνικό που προδιαγράφεται δεν θα είναι πολύ διαφορετικό από το σημερινό. Δεν χρειάζεται να έχει κανείς ειδικό… χάρισμα για να προβλέψει ότι το πιθανότερο που θα συμβεί την επομένη της κάλπης είναι η δημιουργία ενός μεγάλου κυβερνητικού συνασπισμού ανάμεσα στον εναπομείναντα –μετά την σχεδόν προεξοφλημένη διάσπαση που επέρχεται- «ευρωπαϊκό» ΣΥΡΙΖΑ και στα κόμματα της τωρινής αντιπολίτευσης που ενστερνίζονται την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας.

Γιατί, λοιπόν, εκείνο που θα είναι αναπότρεπτο την επομένη των εκλογών, δεν γίνεται από τώρα; Και ποιος είναι ο λόγος που πρέπει να επαναληφθεί το προηγούμενο του 2012 όταν οδηγηθήκαμε στη δεύτερη αναμέτρηση του Ιουνίου για να σχηματιστεί η τρικομματική συγκυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ που μπορούσε και μάλιστα με καλύτερους όρους να συγκροτηθεί ήδη από τον Μάιο; 

Τα ερωτήματα αυτά, που θεωρώ ότι απασχολούν κάθε σκεπτόμενο πολίτη που δεν έχει ειδικά συμφέροντα που ταυτίζονται αποκλειστικά με ένα κόμμα ή μια παράταξη, δεν θα βρουν, δυστυχώς, απαντήσεις. Ίσως και επειδή οι Έλληνες εκλογείς, είτε από ελλειπή πληροφόρηση ή κοντή μνήμη, είτε διότι έτσι τους βολεύει, είναι συνήθως ανεκτικοί, πλειοψηφικά τουλάχιστον, απέναντι σε εκείνους που τους εξαπατούν.

Κακά τα ψέματα, παρά τις αναμφισβήτητα μεγάλες επιδράσεις που είχε στις διαθέσεις της ελληνικής κοινωνίας η παρατεταμένη, όσο και γενικευμένη, κρίση των τελευταίων χρόνων, ορισμένα συλλογικά προτάγματα που έρχονται από τα παρελθόν μοιάζουν να μένουν αναλλοίωτα. Τα βλέπει, δε, κανείς να αναπαράγονται με τόση εντυπωσιακή ευκολία που αναρωτιέται αν και πότε μπορεί να τερματιστεί η μόνιμη παρέκκλιση από τα ευρωπαϊκά πρότυπα που παρουσιάζει η χώρα μας. 

Παντού στον κόσμο υπάρχουν δημεγέρτες και λαοπλάνοι πολιτικοί, αλλά πουθενά αλλού, νομίζω, δεν κάνουν τόσο εύκολα καριέρα όσο στην Ελλάδα. Και, ακόμη χειρότερα, στην Ελλάδα της κρίσης. Να θυμηθούμε μόνον την ατάκα «κι εγώ αν είχα υποσχεθεί όσα ο Αλέξης Τσίπρας 80% θα έπαιρνα στις εκλογές και όχι 36%» με την οποία σχολίασε ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ τον ισχυρισμό της ελληνικής κυβέρνησης για εφαρμογή του (αλήστου μνήμης, πλέον) προεκλογικού προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ.

Στο Λουξεμβούργο, βέβαια, όπως και στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, δύσκολα μπορεί να διανοηθεί κάποιος να δώσει καταφανώς ανεκπλήρωτες υποσχέσεις, τάζοντας «λαγούς με πετραχήλια». Γιατί, απλούστατα, με τέτοια τακτική δεν κερδίζεις εκλογές. Αντιθέτως, εδώ μπορεί, όλα μα όλα, όσα είπες προεκλογικά να αποδεικνύεται ότι ήταν ένα συμπίλημα από ψέματα, αυταπάτες ή φαντασιώσεις, αυτό, όμως, δεν σε εμποδίζει να βρίσκεις άλλοθι για τη ζημιά που προκάλεσες με ισχυρισμούς του τύπου «ναι μεν ηττηθήκαμε, αλλά σπείραμε τον σπόρο της αλλαγής στην Ευρώπη…».  

Φαίνεται, όμως, ότι τον σπόρο τον σπείραμε με τρόπο τέτοιον που οι καρποί του μάλλον θα είναι πικροί. 

Γιατί, για παράδειγμα, οι δημοσκοπήσεις στη Γερμανία δείχνουν ότι η Άγκελα Μέρκελ επελαύνει για τρίτη θητεία στην καγκελαρία και μάλιστα με αυτοδύναμη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Ενώ οι «Ποδέμος» στην Ισπανία βλέπουν τις δυνάμεις τους υποχωρούν. 

Ποιος νοιάζεται, όμως, τι συμβαίνει αλλού; Εδώ στο «γαλατικό χωριό» των…. Αριστερίξ, όπως θα έλεγε ο Πάνος Καμμένος, προηγείται δημοσκοπικά ο… «τσιπρικός» ΣΥΡΙΖΑ. Και γι΄ αυτό κι εμείς δεν θα κάνουμε τίποτε άλλο από να στήνουμε κάθε τρεις και λίγο κάλπες. Μέχρις ότου κάνουμε –που θα πάει; Θα το πετύχουμε!- πραγματικότητα το Grexit.

 

Για το οποίο, βεβαίως, θα φταίνε οι «άλλοι», οι «κακοί». Σιγά μην φταίμε εμείς. Ή μην κάνει λάθος ο «σοφός» ελληνικός λαός. Μα αφού έχει τον λόγο….

 

Γρηγόρης Τζιοβάρας από Proto Thema

Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.