Τα δραματικά στοιχεία που έρχονται στο φως της δημοσιότητας για τις επιπτώσεις της κρίσης, ειδικά στον τομέα της απασχόλησης και ολόκληρων κλάδων επιχειρηματικότητας, είναι ενδεικτικά της ενδεχομένως και ανεπανόρθωτης ζημίας που έχει υποστεί η ελληνική οικονομία και κοινωνία από το κραχ του 2010 κι έπειτα.
Μάλιστα, με δεδομένο ότι η οικονομία κατρακυλάει ξανά στην υφεσιακή λαίλαπα τους τελευταίους μήνες, η επιδείνωση της ήδη τραγικής κατάστασης θα αποτελέσει τη χαριστική βολή ακόμα και σε πολλούς απ’ όσους έχουν αντέξει μέχρι τώρα.
Τα στοιχεία της Κομισιόν, της ΕΛΣΤΑΤ και οι έρευνες του Εργατικού Δυναμικού και του ΚΕΠΕ δείχνουν ακριβώς αυτό: ότι ο εφιάλτης της κρίσης έχει σαρώσει κλάδους, μικρομεσαίες επιχειρήσεις, χιλιάδες εργαζόμενους σαν να βιώνει η χώρα συνθήκες πολέμου!
Οι δείκτες ανεργίας, που βρίσκονται σταθερά άνω του 25%, είναι η βασική συνέπεια όλων αυτών που έχουν συμβεί το διάστημα 2008-2014, οπότε και υπάρχουν τα πλήρη διαθέσιμα στοιχεία. Αν ανοίξει κάποιος, όμως, ολόκληρο τον χάρτη της πραγματικής οικονομίας και εργασίας για να δει αναλυτικά τι έχει συμβεί, θα βρεθεί μπροστά σε μια κατάσταση «σοκ και δέος»!
Κρανίου τόπος
Μελετώντας κανείς προσεκτικά τη διαχρονική εξέλιξη των απασχολούμενων ανά κλάδο οικονομικής δραστηριότητας βλέπει ένα σχεδόν κατεστραμμένο τοπίο.
Συγκεκριμένα, το διάστημα 2008-2014, η μείωση απασχολούμενων έφτασε:
◆ Στις Κατασκευές στο 60,8%. Οι εργαζόμενοι από 386.000 μειώθηκαν σε 151.000 μέσα σ’ αυτό το διάστημα της κρίσης.
◆ Στον κλάδο της Μεταποίησης υπήρξε μείωση απασχολούμενων κατά 40%. Οι εργαζόμενοι είναι πια 317.800 από 533.700 που ήταν προ κραχ!
◆ Στην Διαχείριση Ακίνητης Περιουσίας υπήρξε πτώση 40,7%.
◆ Στα Ορυχεία – Λατομεία -24%.
◆ Στο Χονδρικό και Λιανικό Εμπόριο (συμπεριλαμβάνεται και η επισκευή μηχανοκίνητων οχημάτων και μοτοσικλετών) στο -25%. Οι απασχολούμενοι σ’ αυτόν τον τομέα από 834.000 έπεσαν σε 626.000!
◆ Στον κλάδο της Μεταφοράς – Αποθήκευσης στο -21,8%, με τους εργαζόμενους να ελαττώνονται από 215.000 στους 168.000.
◆ Στις Δραστηριότητες Νοικοκυριών ως Εργοδοτών η πτώση έφτασε το 41%. Από 81.000 που ήταν οι απασχολούμενοι το 2008, στο τέλος του 2014 είχαν απομείνει 48.000.
◆ Στις Τέχνες, Διασκέδαση και Ψυχαγωγία, απ’ όπου ζούσαν 58.000 άνθρωποι, σήμερα αντέχουν μόνο οι 48.000 (-17%).
◆ Τέλος, οι Χρηματοπιστωτικές και Ασφαλιστικές Δραστηριότητες έχουν βυθιστεί κατά 25,7%, όσον αφορά το έμψυχο δυναμικό τους.
Οι… ανθεκτικοί
Οι μοναδικοί κλάδοι της ελληνικής οικονομικής δραστηριότητας που παρουσίασαν ύφεση απασχόλησης μικρότερη του 10% ήταν η Εκπαίδευση (με -8,4%), η Δραστηριότητα Υγείας και Κοινωνικής Μέριμνας (-8,4%), οι Δραστηριότητες Υπηρεσιών Παροχής Καταλύματος (-2,1%), η Γεωργία, Δασοκομία και Αλιεία (-7,1%).
Θετικό πρόσημο βρίσκει κανείς μόνο σε έναν κλάδο και πιο συγκεκριμένα στις Διοικητικές και Υποστηρικτικές Υπηρεσίες, με 18,4%. Οι απασχολούμενοι από 72.000 το 2008 αυξήθηκαν σε 86.000 το 2014. Ήταν και η μοναδική εξαίρεση που ουσιαστικά επιβεβαιώνει τον κανόνα.
Επίσης, στην Ενημέρωση και την Επικοινωνία, όπου απασχολούνταν συνολικά 63.000 άνθρωποι, απέμειναν 53.000 (-15%). Όπως όλοι γνωρίζουν, ο δημοσιογραφικός κλάδος έχει υποστεί τεράστια πλήγματα, ωστόσο ανάλογες δυσκολίες αντιμετωπίζει και ο ευρύτερος τομέας Ενημέρωσης – Επικοινωνίας, που περιλαμβάνει, φυσικά, μια μεγαλύτερη γκάμα επαγγελμάτων και ειδικοτήτων.
Αλίμονο στους νέους…
Ένα ακόμα θλιβερό συμπέρασμα έχει να κάνει με το ότι το ποσοστό ανεργίας είναι γραμμικά αντίστροφο με την ηλικία. Δηλαδή, βάσει των στοιχείων φαίνεται πως όσο πιο νέος είναι κάποιος τόσο μεγαλύτερο είναι το διαστήματα της ανεργίας που αντιμετωπίζει. Κάτι που ισχύει σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό στα χρόνια της οικονομικής κρίσης. Στο τελευταίο τρίμηνο του 2014 η ανεργία για την ηλικιακή ομάδα 15-19 ετών παρέμενε στο εξωφρενικό 53%, ενώ είχε ξεπεράσει κάποια στιγμή, όπως είναι γνωστό, και το 60%!
Όπως όλοι αντιλαμβάνονται εύκολα, η ανεργία αποτελεί και τον σημαντικότερο παράγοντα φτώχειας, αφού ο σχετικός κίνδυνος αυξήθηκε για τους ανέργους στη χώρα μας από 38,5% το 2010 σε 46,3% το 2013. Και οι τάσεις παραμένουν ανοδικές, δυστυχώς…
Μικρομεσαίοι, τέλος!
Αναλογικό το σκηνικό και στις επιχειρήσεις, ειδικά τις μικρομεσαίες. Πώς θα γινόταν διαφορετικά, άλλωστε; Σύμφωνα με την Ε.Ε., στην κατηγορία των πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων εντάσσονται όσες επιχειρήσεις απασχολούν έως και 250 εργαζόμενους, ενώ ο ετήσιος κύκλος εργασιών τους δεν υπερβαίνει τα 50 εκατ. ευρώ.
Το τοπίο ύστερα από αυτά τα χρόνια ύφεσης μοιάζει ισοπεδωμένο σαν να πέρασε οδοστρωτήρας:
◆ Οι πολύ μικρές επιχειρήσεις (έως 10 εργαζόμενοι) μειώθηκαν κατά 26% μεταξύ 2008-2014. Συγκεκριμένα από 829.000 επιχειρήσεις που υπήρχαν το 2008, στο τέλος του 2014 «ζούσαν» μόνο οι 606.000. Το 2008 απασχολούσαν 1,5 εκατ. εργαζόμενους, ενώ έξι χρόνια μετά δεν ξεπερνούσαν το 1,1 εκατομμύριο – πτώση της τάξης του 30%.
◆ Οι μικρές επιχειρήσεις (έως 50 εργαζόμενοι) μειώθηκαν κατά 18%. Το 2008 ήταν 25.400 και το 2014 είχαν φτάσει στις 20.800. Απασχολούσαν 486.000 εργαζόμενους, ενώ στο τέλος του προηγούμενου έτους μόνο 382.000 (-21%).
◆ Το μεγαλύτερο πλήγμα δέχθηκαν οι μεσαίες επιχειρήσεις (έως 250 εργαζόμενοι), αφού βρέθηκαν στο -35%. Το 2008 υπήρχαν 3.600 τέτοιες επιχειρήσεις με 344.000 απασχολούμενους, το 2014 μόλις 2.400 με 284.000 εργαζόμενους. Η μείωση των απασχολούμενων ήταν 36%.
◆ Στις μεγάλες επιχειρήσεις οι απώλειες ήταν της τάξης του 10,6% – μικρότερη, αλλά όχι αμελητέα. Το προσωπικό τους, ωστόσο, και ακριβώς επειδή μιλάμε για μεγάλες επιχειρήσεις, ήταν 378.000 και έπεσε κατά 24,9%, στις 284.000.
Συνοπτικά, η κρίση χτύπησε συνολικά 230.000 επιχειρήσεις αυτού του βεληνεκούς, δηλαδή το 26,6% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που λειτουργούσαν το 2008. Κάτι που σημαίνει αθροιστικά απώλεια 22 δισ. ευρώ προϊόντος (-40,2%) και 700.000 θέσεων απασχόλησης (-29,3%).
Αναφορικά με τις επιχειρήσεις ανά κλάδο, διαπιστώνουμε ότι το βαρύτερο τίμημα πλήρωσαν οι Κατασκευές, με τις απώλειες να εκτιμώνται στις 82.000 επιχειρήσεις, ενώ η επίπτωση της κρίσης «τσάκισε» και το Χονδρικό – Λιανικό εμπόριο με λουκέτο σε 61.000 επιχειρήσεις.
Συγκεκριμένα, ανά κλάδο οι απώλειες ήταν, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Κομισιόν:
◆ Στα Ορυχεία – Λατομεία έκλεισαν περισσότερες από 100.000 επιχειρήσεις με μείωση 18,3% στο διάστημα 2008-2014.
◆ Στη Μεταποίηση υπήρξε πτώση της τάξης του 23%, κι έχουν απομείνει 65.000 επιχειρήσεις ζωντανές.
◆ Στις Κατασκευές το κραχ άγγιξε το 60% των επιχειρήσεων, και από τις 137.000 εταιρείες απέμειναν μόνο οι 55.000.
◆ Στο Χονδρικό – Λιανικό εμπόριο έκλεισε το 21% των επιχειρήσεων μέσα σε έξι χρόνια.
◆ Στη Μεταφορά – Αποθήκευση δεν άντεξε το 18,4% των επιχειρήσεων.
◆ Στις Δραστηριότητες Υπηρεσιών Παροχής Καταλύματος η κρίση χτύπησε το 25% των επιχειρήσεων.
◆ Στην Ενημέρωση και Επικοινωνία το 15%.
◆ Στη Διαχείριση Ακίνητης Περιουσίας το 14,9%.
Μόνο από το Λιανικό Εμπόριο υπολογίζεται ότι χάθηκαν 9,6 δισ. προστιθέμενης αξίας! Και στη Μεταποίηση οι απώλειες έφτασαν τα 2,6 δισ. ευρώ.
Ο θάνατος του εμποράκου
Σύμφωνα με την ετήσια Έρευνα της Κομισιόν, τα κύρια προβλήματα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην Ελλάδα στα χρόνια της
βαθιάς ύφεσης οφείλονται «ως επί το πλείστον στην έλλειψη ρευστότητας, αφού δεν έχουν την πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές των μεγάλων μονάδων. Κι επομένως εξαρτώνται σε μεγαλύτερο βαθμό από διαφορετικές πηγές χρηματοδότησης, όπως η τραπεζική χρηματοδότηση και άλλα εργαλεία ρευστότητας».
Εύκολα αντιλαμβάνεται κάποιος ότι έπειτα απ’ όλα αυτά, σε συνδυασμό με τη βουτιά της κατανάλωσης από το πρώτο μνημόνιο κι έπειτα, τα capital controls που ξεκίνησαν στα τέλη Ιουνίου, με τις «τοξικές» για την οικονομία συνέπειές τους, σφίγγουν σε σημείο ασφυξίας τη θηλιά στις επιχειρήσεις που διαθέτουν έως 250 απασχολούμενους.
Σε σχετικό ερώτημα «ποιο είναι το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η επιχείρησή σας;», η απάντηση που δόθηκε μέσα στο 2014 σε ποσοστό 32% ήταν «το πρόβλημα της πρόσβασης σε χρηματοδότηση».
Ακολούθως, οι άλλες αιτίας δυσπραγίας για όσους διατηρούν επιχείρηση ήταν η φορολογία και οι γενικότερες οικονομικές συνθήκες (20%), ο ανταγωνισμός (14%),το ρυθμιστικό πλαίσιο (11%). Αξιοσημείωτο είναι πως το κόστος παραγωγής ή το εργατικό κόστος ήταν μόλις στο 9%, σύμφωνα με τις απαντήσεις των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση συνολικά το μεγαλύτερο πρόβλημα για τις επιχειρήσεις εντοπίστηκε αντίστοιχα στην εξεύρεση πελατείας (20%, ενώ στην Ελλάδα είναι μόλις 8%). Η πρόσβαση στη χρηματοδότηση για τους υπόλοιπους Ευρωπαίους είναι η 5η αιτία προβλημάτων (13%).
Ευκόλως αντιληπτό γίνεται το ότι οι διαφορές τής έτσι κι αλλιώς ιδιαίτερης ελληνικής οικονομίας είναι υπαρκτές. Και πώς θα γινόταν αλλιώς ύστερα από τόσα χρόνια βαθιάς ύφεσης, λιτότητας και εσωτερικής υποτίμησης;
Στην πρόσφατη ανάλυση αυτών των στοιχείων το ΚΕΠΕ (Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών) επισημαίνει: «Η σημασία και η μορφή των προβλημάτων χρηματοδότησης που αντιμετωπίζουν οι Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις στην Ελλάδα, συγκριτικά με την Ευρωπαϊκή Ένωση, αντικατοπτρίζεται στα αποτελέσματα της σχετικής έρευνας. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα αυτά, οι εγχώριες ΜΜΕ έρχονται αντιμέτωπες, μεταξύ άλλων, με έλλειψη διαθεσιμότητας τραπεζικών δανείων, υψηλότερα επιτόκια δανεισμού σε σύγκριση με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 28 κρατών – μελών, μεγαλύτερα ποσοστά απόρριψης και μερικής μόνο αποδοχής των αιτημάτων τους για λήψη δανείων ή άλλων μορφών χρηματοδότησης και αυξανόμενες απαιτήσεις για προσημείωση περιουσιακών στοιχείων ως προϋπόθεση για τραπεζική χρηματοδότηση».
Προφανώς και τους τελευταίους μήνες, όχι μόνο δεν φάνηκε κάποιο φως στο τούνελ, αλλά τα capital controls στέγνωσαν ακόμα περισσότερο την αγορά, όμως φρενάρισαν σχεδόν εξ ολοκλήρου πια και τον τραπεζικό δανεισμό. Και μέχρι την όποια γενικότερη ομαλοποίηση των συνθηκών φαίνεται πως υπάρχει ακόμα αρκετός δρόμος.
Εκτός της αποκατάστασης του τραπεζικού μηχανισμού χρηματοδότησης, άλλες βασικές κατευθύνσεις για τη βελτίωση των συνθηκών ρευστότητας των επιχειρήσεων αποτελούν, σύμφωνα με τις αναλύσεις: η επιτάχυνση των διαδικασιών του ΕΣΠΑ 2014-2020, η παροχή κινήτρων για επενδύσεις, η ενδυνάμωση των προγραμμάτων παροχής εγγυήσεων για επιχειρηματικά δάνεια, η λήψη μέτρων για προσέλκυση επενδύσεων χαρτοφυλακίου, η διερεύνηση των δυνατοτήτων θεσμοθέτησης εργαλείων προχρηματοδότησης εξαγωγών και, τέλος, η ανάπτυξη εναλλακτικών πηγών χρηματοδότησης, όπως π.χ. τα ιδρύματα μικροπιστώσεων.
Ωστόσο, μέσα σ’ αυτόν τον ιστό ασφυξίας που έχει εισέλθει η ελληνική οικονομία από το 2010, αν και τα πρώτα δείγματα «κόπωσης» υπήρχαν ήδη από τα αμέσως προηγούμενα χρόνια προτού σκάσει η οικονομική κρίση στη χώρα μας, η κατάσταση δεν είναι απλά δύσκολη, αλλά πια απελπιστική. Τα στοιχεία μιλάνε από μόνα τους. Δυστυχώς…
ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ
Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.