Ο “Νόμος Κατσέλη”,  ο οποίος κατά τον αρμόδιο Υπουργό της “πρώτη φορά Αριστερά”  κ. Σταθάκης δεν ήταν ικανοποιητικός, έπρεπε να μεταλλαχθεί και μέσω του νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας να πεταχτεί, υπήρξε ωστόσο ο μόνος νόμος που αφορούσε τους δανειολήπτες και ο οποίος τους προσέφερε μια στοιχειώδη προστασία.

 

Ο “Νόμος Κατσέλη”, παρ’ όλα αυτά, δεν εξυπηρετούσε ούτε τις Τράπεζες ούτε τα ενδιαφερόμενα ξένα Funds και για τον λόγο αυτό τροποποιήθηκε τρείς φορές – κάθε φορά προς το χειρότερο – από το 2010.

 

Η Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και ο κος. Σταθάκης, ανέλαβαν εργολαβικά την αποδόμηση του από την ίδια την κα. Κατσέλη στην οποία προσφέρθηκε η Εθνική τράπεζα και η Ένωση Ελληνικών Τραπεζών.

 

Τα υπόλοιπα, η αποδόμηση του Νόμου, ήταν το φυσικό επακόλουθο.

 

Πέραν της ειρωνείας, να επικαλούνται οι δανειολήπτες το νόμο που έφερε το όνομα της Προέδρου της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών – να επικαλείται δηλαδή το αρνί για τη σωτηρία του τον λύκο – οι νέες διατάξεις “μπάζουν” ηθικά και νομικά από παντού.  

 

– Με την παρ.1 του άρθρου 1 με την οποία αντικαθίσταται το άρθρο 1 του ν.3869/2010:

 

Για μία ακόμα φορά κι ενώ είχε προηγηθεί έντονη φημολογία ότι στις διατάξεις του ν.3869/2010 θα υπάγονται πλέον και οι ατομικές-μικρές επιχειρήσεις, ήτοι έμποροι με μικρό σχετικά κύκλο εργασιών και τζίρο, πέραν δηλαδή των μικρέμπορων, η κατηγορία αυτή δεν συμπεριλήφθηκε με την πρόσφατη τροπολογία. Είναι γνωστό πως τα τελευταία έτη της οικονομικής κρίσης μεγάλη μερίδα μικρομεσαίων επιχειρήσεων δέχτηκε μεγάλο πλήγμα τόσο με την πτώση του τζίρου όσο και με την αέναη αύξηση της φορολογίας με αποτέλεσμα να μην μπορούν να καταβάλλουν τόσο τις οφειλές τους στις δανειακές τους υποχρεώσεις όσο και στο Δημόσιο. Αίτημα των ίδιων των εμπόρων όσο και του νομικού κόσμου ήταν οι διατάξεις του ν.3869/2010 , με κάποια έστω κριτήρια  να καταλαμβάνουν και τις περιπτώσεις των ατομικών επιχειρήσεων που ασκούν μεν εμπορία ή ασκούσαν στο παρελθόν και έχουν υποστεί τις επώδυνες συνέπειες της οικονομικής κρίσης,

 

– Με την παρ.7 του άρθρου 1 με την οποία αντικαθίσταται η παρ.5 του άρθρου 4 του ν.3869/2010, με την παρ.10 του άρθρου 1 με την οποία αντικαθίσταται η παρ.2 του άρθρου 5 του ν.3869/2010, με την παρ.14 του άρθρου 1 με την οποία αντικαθίσταται η παρ.1 του άρθρου 6 του ν.3869/2010 και με την παρ.15 του άρθρου 1 με την οποία αντικαθίσταται η παρ.2 του άρθρου 6 του ν.3869/2010:

 

Όπως αναγράφεται στην ερμηνευτική εγκύκλιο της 20ης Αυγούστου 2015, με αρ. πρωτ. 7698 του Υπουργείου Ο. Υ. Ν και Τ. η αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων δεν μπορεί να παρατείνεται πέραν των έξι μηνών από την ολοκλήρωση της κατάθεσης της αίτησης. Προφανώς, η σκέψη είναι ότι η τελική δικάσιμος μίας κατατεθειμένης αίτησης θα εκδικάζεται σε έξι μήνες από την κατάθεση της αίτησης, οπότε μία προσωρινή διαταγή με μεγαλύτερη διάρκεια δεν έχει νόημα.

 

Δυστυχώς, όμως, η πρακτική των Δικαστηρίων έχει δείξει πως οι προθεσμίες δεν τηρούνται. Είναι αδύνατο να τηρηθούν οι αυστηρές και μικρής διάρκειας προθεσμίες που υπήρχαν ήδη στο ν.3869/2010 από το 2010. Είναι σίγουρο ότι στα κεντρικά Ειρηνοδικεία της χώρας, θα προσδιορίζονται ημερομηνίες δικασίμων και πέραν του εξαμήνου από την ολοκλήρωση της κατάθεσης της αίτησης για υπαγωγή στο ν.3869/2010. Στην περίπτωση αυτή και με δεδομένο ότι η δοθείσα προσωρινή διαταγή θα έχει ισχύ για έξι μήνες από την ολοκλήρωση της κατάθεσης της αίτησης για υπαγωγή στο ν.3869/2010, ο αιτών θα υποβάλει νέο σχετικό αίτημα που σημαίνει επιπλέον επιβάρυνση καθώς θα πρέπει να υπολογίζει  το κόστος παράστασης- αμοιβής δικηγόρου αλλά και των επιδόσεων προς τους πιστωτές του. Ενώ εάν δεν υπήρχε ο εξάμηνος περιορισμός, η προσωρινή διαταγή θα μπορούσε να έχει ισχύ έως την έκδοση της οριστικής απόφασης επί της αιτήσεως του, χωρίς να επιβαρύνεται με επιπλέον κόστη.

 

– Με την παρ. 13 του άρθρου 1 με την οποία προστίθεται το άρθρο 5α στο ν.3869/2010, όπου προβλέπεται διαδικασία ταχείας διευθέτησης μικρό-οφειλών :

 

Το πλαίσιο των προϋποθέσεων είναι τόσο αυστηρό που στην ουσία η εφαρμογή του δεν αναμένεται να φέρει αποτελέσματα. Ιδίως η προϋπόθεση των μηδενικών εισοδημάτων δημιουργεί μία άνευ προηγουμένου αδικία σε οφειλέτες που το εισόδημά τους είναι κάτω από τα όρια της φτώχειας. (Παραδείγματα):

 

Γιατί να μην υπάγονται στην παραπάνω ευνοϊκή διάταξη οφειλέτες που το εισόδημά τους είναι κάτω από τα όρια της φτώχειας; (π.χ. ημιαπασχολούμενοι, άνεργες διαζευγμένες μητέρες με μοναδικό εισόδημα την διατροφή).

 

Γιατί να μην υπάγονται στην παραπάνω ευνοϊκή διάταξη οφειλέτες που στο τιθέμενο χρονικό διάστημα των 18 μηνών είναι επιδοτούμενοι άνεργοι;

 

Γιατί εν τέλει να μην υπάγονται στην παραπάνω ευνοϊκή διάταξη οφειλέτες που το εισόδημά τους δεν υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης τους;

 

– Με την  παρ. 18 του άρθρου 1 με την οποία αντικαθίσταται το άρθρο 9 του ν.3869/2010:

 

Με την τροποποιημένη διάταξη καθορίζονται ως για την προστασία της πρώτης κατοικίας α) το εισόδημα του οφειλέτη, β) η αξία της πρώτης κατοικίας και γ) το ύψος του συνόλου των οφειλών, ενώ παρέχεται νομοθετική εξουσιοδότηση, με την οποία θα καθορίζονται τα όρια των παραπάνω κριτηρίων.

 

Ως προς την αξία της πρώτης κατοικίας δεν διευκρινίζεται αν αυτή θα είναι η αντικειμενική ή η πραγματική- εμπορική. Διότι στην πρώτη περίπτωση της αντικειμενικής, η επιβάρυνση για τον οφειλέτη θα είναι σημαντική, αν ληφθεί υπόψη η αναντιστοιχία αντικειμενικής και εμπορικής αξίας των ακινήτων. Ενώ οι κατοικίες των οφειλετών έχουν τεράστιες απώλειες ως προς την εμπορική τους αξία θα κληθούν να αποπληρώσουν με βάση αυξημένες αντικειμενικές αξίες των ακινήτων τους.

 

Το πρόβλημα των αυξημένων αντικειμενικών αξιών είναι γνωστό και στην κυβέρνηση, η οποία άλλωστε είχε εξαγγείλει διορθωτικές κινήσεις έτσι ώστε να εξισωθούν με τις πραγματικές- εμπορικές αξίες. Έως τότε, όμως, οι οφειλέτες που θα ζητούν υπαγωγή στις διατάξεις του ν.3869/2010 θα κληθούν να αποπληρώσουν ποσά με βάση τις ισχύουσες αντικειμενικές αξίες, γεγονός που επιβαρύνει το ποσό της τελικής- συνολικής αποπληρωμής των οφειλών τους για τη διάσωση της πρώτης κατοικίας τους.

 

– Ως προς την λίστα των απαιτούμενων δικαιολογητικών:

 

Για το αντίγραφο του Ποινικού Μητρώου γενικής χρήσης (κατ’ άρθρο 575 ΚΠΔ) από το οποίο να προκύπτει η μη καταδίκη του αιτούντος για οικονομικό ή φορολογικό αδίκημα σε βαθμό κακουργήματος.

 

Για το παραπάνω δικαιολογητικό έγγραφο δεν διευκρινίζεται εάν αποτελεί στοιχειό του παραδεκτού  και στις περιπτώσεις όπου τα προς ρύθμιση χρέη του οφειλέτη είναι ιδιωτικές οφειλές και δεν συμπεριλαμβάνονται Δημόσια χρέη.

 

Ως προς τα αντίγραφα των δανειακών συμβάσεων ως προϋπόθεση του παραδεκτού να τονιστεί ότι σε αρκετές περιπτώσεις οφειλετών που δεν έχουν στην κατοχή τους αντίγραφα δανειακών συμβάσεων, είτε γιατί δεν τους παραδόθηκαν ποτέ, είτε γιατί τα απώλεσαν και αιτήθηκαν στις τραπεζικές εταιρίες την προσκόμιση αυτών, οι τελευταίες χρεώνουν με δυσανάλογα μεγάλα ποσά την προσκόμιση των δανειακών τους συμβάσεων.

 

Ας αναλογιστούμε την οικονομική επιβάρυνση των οφειλετών που θα πρέπει να αιτηθούν ώστε να παραλάβουν δανειακές συμβάσεις για μεγάλο αριθμό δανειακών προϊόντων που είχαν αναλάβει. Το κόστος που επιβάλλουν τα τραπεζικά ιδρύματα καθιστά αδύνατη την προσκόμιση των αντιγράφων των δανειακών συμβάσεων και εν τέλει ο οφειλέτης θα αδυνατεί με τη σειρά του να παραδώσει τον φάκελο της αιτήσεως του με την απαιτούμενη πληρότητα.

 

Danioliptes.gr 

Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.