Υποκρισία

«Η Γερμανία αποτελεί έναν βασικό παράγοντα της διεθνούς οργανωμένης φοροδιαφυγής. Πολύ χειρότερα, παρέχει στους μαφιόζους και κλεπτοκράτες ολόκληρου του πλανήτη, τις ιδανικές προϋποθέσεις ξεπλύματος μαύρου χρήματος – ακόμη και αν αυτό προέρχεται από παράνομες ή/και εγκληματικές δραστηριότητες» (Μ. Mainzer).

 

Άποψη

 

Πολύ συχνά, αυτοί που κατηγορούν τους άλλους για «παραβατικές συμπεριφορές», όπως είναι η διαφθορά, η φοροδιαφυγή, η εξαπάτηση κοκ., είναι οι ίδιοι δράστες – κρίνοντας «εξ ιδίων τα αλλότρια», όπως πολύ σωστά περιγράφεται η συγκεκριμένη πράξη τους.

 

Στα πλαίσια αυτά το θέμα, με το οποίο συμφωνούν όσο με κανένα άλλο οι Γερμανοί, τόσο οι πολιτικοί, όσο τα ΜΜΕ και οι Πολίτες, δεν είναι άλλο από το «ελαττωματικό» φορολογικό σύστημα της Ελλάδας – επικρίνοντας τη χώρα μας σχετικά με το ότι, οι πλούσιοι δεν φορολογούνται δίκαια, οι φοροφυγάδες δεν διώκονται, το ΦΠΑ δεν εισπράττεται σωστά κοκ.

 

Σύμφωνα όμως με ένα βιβλίο-μελέτη που κυκλοφόρησε πρόσφατα στη χώρα, με τον τίτλο «Γερμανία, φορολογικός παράδεισος», συμπεριλαμβάνοντας εκατοντάδες λεπτομερείς έρευνες, συνεντεύξεις με υπαλλήλους του ΣΔΟΕ, δικηγόρους, ελεγκτές και αστυνομικούς, η Γερμανία αποτελεί πλέον έναν βασικό παράγοντα της διεθνούς οργανωμένης φοροδιαφυγής.

 

Πολύ χειρότερα, παρέχει στους μαφιόζους, καθώς επίσης στους κλεπτοκράτες ολόκληρου του πλανήτη τις ιδανικές προϋποθέσεις ξεπλύματος μαύρου χρήματος – ακόμη και αν αυτό προέρχεται από παράνομες ή και εγκληματικές δραστηριότητες.

 

Περαιτέρω, εκπλήσσεται κανείς με τα συμπεράσματα του Γερμανού επιστήμονα, έχοντας ακούσει πως η Γερμανία καταδιώκει τους φοροφυγάδες με λογαριασμούς στην Ελβετία ή αλλού, με κάθε δυνατό τρόπο.

 

Εν τούτοις, όταν διαβάζει πως στη χώρα το ξέπλυμα μαύρου χρήματος δεν διώκεται ποινικά, δεν θεωρείται παράνομο δηλαδή, με αποτέλεσμα πολλοί δικτάτορες του τρίτου κόσμου να διατηρούν εκεί τους τραπεζικούς λογαριασμούς τους, χωρίς ποτέ να έχουν κατηγορηθεί, κατανοεί πως η θεωρία διαφέρει αρκετά από την πράξη.

 

Βέβαια, οι τράπεζες είναι υποχρεωμένες να ελέγχουν προσεκτικά τα πρόσωπα που είναι πολιτικά εκτεθειμένα – όπως, για παράδειγμα, τα κυβερνητικά στελέχη άλλων κρατών. Οι έλεγχοι όμως αυτοί διεξάγονται από ιδιωτικές εταιρίες, κατά τις οδηγίες της επιβλέπουσας Αρχής της Γερμανίας (Bafin) – οι οποίες, εξυπηρετώντας τα συμφέροντα των πελατών τους, δεν βρίσκουν ποτέ τίποτα.

 

Σε πλήρη αντίθεση δε με όλες τις υπόλοιπες χώρες του ΟΟΣΑ, στη Γερμανία δεν πάγωσαν ποτέ τα χρήματα ξένων, λόγω διαφθοράς, μεταξύ των ετών 2006 και 2012 – ενώ οι γερμανικές τράπεζες δεν δίνουν ποτέ στοιχεία για τους λογαριασμούς που διατηρούν σε υποκαταστήματα τους εκτός της Ευρωζώνης, στα οποία διενεργούν χρηματιστηριακές πράξεις, χωρίς να ελέγχονται για ποιούς εκτελούν εντολές.

 

Περαιτέρω, τεκμηριώνεται πως στο χρηματοπιστωτικό κέντρο της Φρανκφούρτης, όπου έχει επίσης την έδρα της η ΕΚΤ, συγκλίνουν τα νήματα πολλών περιπτώσεων ευρωπαϊκού ξεπλύματος χρημάτων – χωρίς να ενοχοποιηθεί ποτέ καμία γερμανική ή ξένη τράπεζα που διατηρεί εκεί υποκατάστημα της.

 

Οι γερμανικές Αρχές προσφέρουν επίσης υπηρεσίες αποφυγής φόρων στις μεγάλες πολυεθνικές, καθώς επίσης στους εισοδηματικά/περιουσιακά ισχυρούς – μέσω αμφιλεγόμενων συμφωνιών ειδικής φορολογικής μεταχείρισης, οι οποίες διατηρούνται μυστικές από την κοινή γνώμη.

 

Επί πλέον, τα πλουσιότερα ομοσπονδιακά κρατίδια διαφημίζουν απροκάλυπτα πως δεν ελέγχουν επακριβώς τις φορολογικές δηλώσεις αυτών που επενδύουν στο εσωτερικό τους – ενώ απασχολούν όλο και λιγότερους ελεγκτές, με αποτέλεσμα στη Βαυαρία να αντιστοιχούν διπλάσιες επιχειρήσεις ανά ελεγκτή, σε σχέση με το Αμβούργο (826). Έτσι, οι επιχειρήσεις στη Βαυαρία ελέγχονται ανά 20 χρόνια κατά μέσον όρο – οπότε είναι πολύ πιο ελκυστική για την εγκατάσταση εταιρειών, συγκριτικά με τα άλλα γερμανικά κρατίδια.

 

Παράλληλα, τα ομοσπονδιακά κρατίδια αρνούνται πεισματικά την επέκταση του ελέγχου σε επίπεδο Ομοσπονδίας – όπου, εάν επικρατούσε κάτι τέτοιο, η χώρα θα εισέπραττε επί πλέον 24 δις € ετησίως, σύμφωνα με ρεαλιστικούς υπολογισμούς.

 

Χωρίς κανέναν ενδοιασμό λοιπόν, η Γερμανία κατηγορεί την Ελλάδα για το φορολογικό της σύστημα – όπως οι δύο άλλοι μεγάλοι φορολογικοί παράδεισοι, η Ολλανδία  και το Λουξεμβούργο του προέδρου της Κομισιόν. Ας ελπίσουμε τουλάχιστον πως οι Έλληνες Πολίτες θα κατανοήσουν τη σκοπιμότητα των κατηγοριών, συνδέοντας την με την επιβολή των μνημονίων και της σκλαβιάς χρέους – παύοντας να μετατρέπονται διαρκώς σε θύματα.

 

Βασίλης Βιλιάρδος οικονομολόγος από Αnalyst