Κοινό μέτωπο κατά των δανειοληπτών σχηματίζουν οι τράπεζες για να κρύψουν τη δική τους ανικανότητα από τον SSM, τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που τους έχει βάλει στους τραπεζίτες τα δυο πόδια σε ένα παπούτσι και απειλεί να τους ξηλώσει από τις καρέκλες τους στα διοικητικά συμβούλια των τραπεζών και να βάλει ξένα στελέχη.

Γι αυτό λοιπόν, οι Έλληνες τραπεζίτες, που πρέπει να καλύψουν τις ευθύνες τους για τον τρόπο που μοίραζαν θαλασσοδάνεια σε κόμματα, ΜΜΕ και επιχειρήσεις, χωρίς να ζητούν, αλλά ούτε και να λαμβάνουν τις απαραίτητες από το νόμο εγγυήσεις,  βάζουν στο «μικροσκόπιο» τις ρυθμίσεις και τις προβλέψεις τους για τα κόκκινα δάνεια. Δηλαδή, συντονίζονται για να κυνηγήσουν τους δανειολήπτες, όχι για να εξυγιάνουν δήθεν τις τράπεζες, αλλά για να σώσουν τις θεσούλες τους, πριν τους στείλει στο σπίτι τους ο SSM.

Γι αυτό, υπό τη στενή παρακολούθηση τραπεζών, ΤτΕ και SSM μπαίνουν οι ρυθμίσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων, αλλά και οι προβλέψεις για την κάλυψη επισφαλειών. Η εξέλιξη και των δύο μεγεθών θεωρείται από τους τραπεζίτες κομβική, στο πλαίσιο της υλοποίησης του στόχου μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων των τραπεζών, από την επιτυχία του οποίου θα κριθεί η ανάγκη ή μη νέας ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών. Πάλι δηλαδή οι δανειολήπτες θα φταίνε για μια νέα ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, σύμφωνα πάντα με την εικόνα που θέλουν να βγάζουν προς τα έξω οι τραπεζίτες. Όταν όλοι γνωρίζουν ότι κυρίως φταίνε οι τραπεζίτες και οι κάθε λογής συνεργάτες τους και καθόλου δεν φταίνε οι δανειολήπτες.

Η παρακολούθηση της πορείας των ρυθμισμένων δανείων αφορά πλέον συλλογικά και τις τράπεζες, καθώς έχουν αρχίσει να αποστέλλουν σχετικά στοιχεία στον Τειρεσία, ούτως ώστε η κάθε τράπεζα να έχει πρόσβαση συνολικά στις ρυθμίσεις και την συμπεριφορά των δανειοληπτών. Η πρωτοβουλία αυτή σηματοδοτεί την εξ ολοκλήρου αλλαγή των δεδομένων για τις τράπεζες και της εφεξής στρατηγικής τους, καθώς υπό τον κοινό κίνδυνο των μη εξυπηρετούμενων δανείων, επιδιώκουν να άρουν όλα τα μεταξύ τους “απόρρητα” σχετικά με τα προβληματικά τους χαρτοφυλάκια.

Η εντατικοποίηση της παρακολούθησης των ρυθμίσεων εμπεριέχεται και στα εκτενέστερα πλέον οριζόμενα στοιχεία που οφείλουν να παρέχουν από σήμερα οι τράπεζες στις εποπτικές αρχές, με βάση την Πράξη Εκτελεστικής Επιτροπής της ΤτΕ αριθμός 112 (“Υποβολή εποπτικών αναφορών χρηματοοικονομικής πληροφόρησης από πιστωτικά ιδρύματα σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2015/534 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας).

Η αναλυτική παροχή δεδομένων για την κατάσταση και την πορεία των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων των τραπεζών στοχεύει και στην μακροπροληπτική τους εποπτεία. Στην πράξη δηλαδή, όλη η αναλυτική εποπτική χρηματοοικονομική πληροφόρηση που καλούνται να παρέχουν οι τράπεζες, αποσκοπεί σε μία ακτινογράφηση των χαρτοφυλακίων τους και στην αξιολόγηση των προβλέψεων που έχουν σχηματίσει για την κάλυψη μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.

Οι προβλέψεις των ελληνικών τραπεζών έναντι επισφαλών απαιτήσεων ανήλθαν τον Σεπτέμβριο του 2016 στα 57,1 δισ. ευρώ σε ενοποιημένη βάση.

Οι τράπεζες έχουν ρυθμίσει το 72,4% των ανοιγμάτων αβέβαιης είσπραξης, δηλαδή των δανείων που βρίσκονται μεν σε καθυστέρηση μικρότερη των 90 ημερών, αλλά υπάρχουν ενδείξεις ότι θα καταστούν μη εξυπηρετούμενα.

Μόνο μέσα στο α΄ εξάμηνο του 2016, με βάση τα επίσημα στοιχεία της ΤτΕ, το σύνολο των ρυθμισμένων ανοιγμάτων (Forborne) των τραπεζών ανήλθε σε 46,7 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 8,6% σε σχέση με το τέλος του 2015. Ο λόγος των ρυθμισμένων ανοιγμάτων προς τα συνολικά ανοίγματα ανήλθε σε 19,5% για το α΄ εξάμηνο του 2016 από 17,6% στο τέλος του 2015.

Ειδικότερα, τα ρυθμισμένα εξυπηρετούμενα ανοίγματα αυξήθηκαν κατά 12,1% σε σχέση με το τέλος του 2015, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τα ρυθμισμένα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα ανήλθε σε 7,2%. Τα στεγαστικά δάνεια εμφάνισαν τον υψηλότερο λόγο ρυθμισμένων ανοιγμάτων προς τα συνολικά ανοίγματα στεγαστικών δανείων (29,4%), ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά για τα καταναλωτικά και επιχειρηματικά δάνεια ανήλθαν σε 19% και 15% αντίστοιχα.

Στο ίδιο διάστημα, οι μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις από πλευράς τραπεζών αυξήθηκαν κατά 31%, ενώ κατά 61% ήταν η αύξηση στο διάστημα Ιουνίου 2015 – Ιουνίου 2016.  Το μεγαλύτερο ποσοστό αφορά κυρίως τις κατηγορίες των επιχειρηματικών και στεγαστικών δανείων, με την τελευταία κατηγορία να αυξάνεται κατά 145% το α΄ εξάμηνο του 2016 σε σχέση με το τέλος του 2015.

Παρά τις επιδόσεις αυτές πάντως και τη στροφή στις μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις, οι τράπεζες αντιμετωπίζουν ένα ποσοστό 37,5% των συνολικών ρυθμισμένων δανειακών συμβάσεων που χρειάζονταν ξανά ρύθμιση.

Κι αυτό γιατί, ποτέ οι τράπεζες δεν προχώρησαν σε πραγματικές ρυθμίσεις ώστε να διευκολυνθούν και οι δανειολήπτες οι οποίοι θέλουν να εξυπηρετούν τα δάνειά τους. Οι ανίκανοι τραπεζίτες, που λογικά θα έπρεπε να είναι αυτοί που βλέπουν μπροστά και ξέρουν να ερμηνεύουν την πορεία της οικονομίας, αντί να προτείνουν μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις στους δανειολήπτες, τους πρότειναν βραχυπρόθεσμες, για μόλις έναν χρόνο, πιστεύοντας ότι σε έναν χρόνο θα έρθει η ανάπτυξη. Ή ήταν ανίκανοι ή προσπαθούσαν να ξεγελάσουν τους εαυτούς τους. Αυτό όμως οδήγησε, όλα αυτά τα χρόνια, τα ρυθμισμένα κόκκινα δάνεια να ξανακοκκινίζουν σε έναν χρόνο. Και με δική τους ευθύνη, οδήγησαν τα κόκκινα δάνεια στο απροχώρητο. Και για δική τους ανικανότητα και τις δικές τους ευθύνες, κυνηγάνε τώρα τους δανειολήπτες που δεν ζήτησαν τίποτε άλλο από να τους διευκολύνουν να εξυπηρετούν τα δάνειά τους.

Τώρα λοιπόν οι τράπεζες βάζουν στο μικροσκόπιο τα κόκκινα δάνεια. Στη πραγματικότητα όμως, στο μικροσκόπιο πρέπει να μπουν οι δανειακές συμβάσεις των δανειοληπτών και να ασχοληθεί ο εισαγγελέας με τους τραπεζίτες που προτείνουν ρυθμίσεις εξωπραγματικές, θέλοντας να παγιδέψουν για άλλη μια φορά τους ανενημέρωτους  δανειολήπτες.

danioliptes.gr