Στον εισαγγελέα κατά των εισπρακτικών εταιρειών

Οι σκληρά φορολογούμενοι δανειολήπτες, αλλά και όλοι οι πολίτες, δεν έχουν πια καμία εμπιστοσύνη σε πολιτικούς, αλλά και στους θεσμούς. Ιδίως όταν η δικαιοσύνη πρέπει να πάρει μία απόφαση που θα υποχρεώσει το πολιτικό σύστημα να ψηφίσει νόμο κατά του κυριότερου συνεργάτη του. Του τραπεζικού συστήματος. Πολιτικοί και τραπεζίτες μας κυβερνούν και οι δικαστικοί απλά αποφασίζουν υπέρ τους. Αυτή είναι η εντύπωση που κυριαρχεί στη συνείδηση και στη σκέψη όλων των υπερφορολογούμενων πολιτών και των δανειοληπτών με κόκκινα δάνεια που συνεχώς μένουν ανυπεράσπιστοι απέναντι στις τράπεζες και στις παράνομες και παράτυπες μεθόδους που χρησιμοποιούν για να παγιδεύουν, να εκφοβίσουν, να εκβιάζουν και να τρομοκρατούν τους δανειολήπτες.

Πώς αλλιώς μπορεί να ερμηνευτεί η δικαστική απόφαση που «βγάζει λάδι» τις εισπρακτικές εταιρείες και βάζει στο αρχείο την υπόθεση; Και μάλιστα μετά από μια εισαγγελική έρευνα, που υπήρξε πολυετής, αλλά – όλως περιέργως – δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει κακουργηματικές πράξεις σε βάρος των υπευθύνων των 29 συνολικά εισπρακτικών εταιρειών και των 17 δικηγορικών γραφείων, που μπήκαν στο εισαγγελικό «μικροσκόπιο»; Η εισαγγελέας που συνέταξε πολυσέλιδο πόρισμα ζήτησε μόνο την ποινική δίωξη σε βάρος 15 εκπροσώπων εισπρακτικών εταιρειών και υπαλλήλων τραπεζών, και μόνο για τη διάπραξη ενός πλημμελήματος. Της παράνομης χρήσης αρχείων προσωπικού χαρακτήρα. Για τις υπόλοιπες εισπρακτικές εταιρείες και τα σοβαρότερα αδικήματα που διερευνήθηκαν, το πόρισμα της έρευνας καταλήγει ότι: «δεν προκύπτει ότι οι επεδίωκαν παράνομο όφελος από την επικοινωνία τους με τους οφειλέτες».

Όπως διαβάζουμε σε σχετικά δημοσιεύματα, η δικογραφία, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας ζητείται πλέον να μπει στο αρχείο, είχε σχηματιστεί μετά από καταγγελίες του Δικηγορικού Συλλόγου της Αθήνας, αλλά και πολιτών, θυμάτων των εισπρακτικών εταιρειών, που σε πολλές περιπτώσεις τους οδηγούσαν σε απόγνωση από τα επίμονα και πιεστικά τηλεφωνήματα τους για την εξόφληση οφειλών τους. Οι καταγγέλλοντες ζητούσαν να ασκηθεί ποινική δίωξη σε βάρος των εισπρακτικών εταιρειών για το κακούργημα της εκβίασης. Όπως κατήγγειλαν οι πολίτες, υπάλληλοι των εισπρακτικών εταιρειών «συστήνονταν» είτε ως εκπρόσωποι δικηγορικών γραφείων, είτε χρησιμοποιώντας ψευδώς την ιδιότητα του δικηγόρου για να ασκήσουν μεγαλύτερη πίεση.

Από την εισαγγελική έρευνα όμως, που διενήργησε η Εισαγγελέας Πρωτοδικών, Ευγενία Μαρούδα, δεν προέκυψε η διάπραξη αδικημάτων, όπως της απάτης κατ’ εξακολούθηση, της αντιποίησης δικηγορικού επαγγέλματος και της παράνομης βίας. Το μοναδικό αδίκημα, σε βαθμό πλημμελήματος μάλιστα, για το οποίο τελικά ασκήθηκε ποινική δίωξη, στηρίχτηκε στο ότι οι εταιρείες σε βάρος των οποίων ασκήθηκε η δίωξη, οι οποίες είναι θυγατρικές τραπεζών, δεν ήταν εγγεγραμμένες στο Μητρώο Καταναλωτών και άρα δεν είχαν νόμιμο δικαίωμα πρόσβασης στα προσωπικά στοιχεία των δανειοληπτών.

Τον τελικό λόγο βέβαια για το αν η δικογραφία, ως προς τα κακουργήματα, θα πάρει τον δρόμο του αρχείου, θα τον έχει η εισαγγελία εφετών.

Σύμφωνα με την κρίση της εισαγγελέως Πρωτοδικών που διενήργησε την έρευνα, οι περισσότερες από τις ελεγχόμενες εισπρακτικές εταιρείες είχαν συμβάσεις με τις Τράπεζες και νομίμως είχαν στην κατοχή τους προσωπικά στοιχεία οφειλετών. Μάλιστα, αν και διαπιστώθηκε η ανάρμοστη συμπεριφορά απέναντι στους πολίτες, η οποία στοιχειοθετεί το πλημμέλημα της παράνομης βίας, αυτό διώκεται μόνο μετά από μήνυση του παθόντα. Σε ότι αφορά τις βαρύτερες πράξεις για τις οποίες υπήρξαν καταγγελίες, στο πόρισμα αναφέρεται: «Δεν προκύπτει ότι οι εταιρείες επεδίωκαν παράνομο όφελος από την επικοινωνία τους με τους οφειλέτες, αλλά είχαν το δικαίωμα να ζητούν τα οφειλόμενα».

Το συμπέρασμα λοιπόν που προκύπτει από το πόρισμα της εισαγγελέως που διεξήγαγε την έρευνα είναι ένα: Αν και διαπιστώθηκε η ανάρμοστη συμπεριφορά στους πολίτες, η οποία στοιχειοθετεί το πλημμέλημα της παράνομης βίας, αυτό διώκεται μόνο μετά από μήνυση του παθόντα. Γι’ αυτό μη τους φοβάστε, από σήμερα στον εισαγγελέα για μηνύσεις.

danioliptes.gr