Χάσαν  τ’ αυγά και τα πασχάλια οι τράπεζες που βρέθηκαν αντιμέτωπες με μια νέα λύση στην οποία κατέφυγαν χιλιάδες δανειολήπτες με κόκκινα δάνεια προκειμένου να σώσουν τις περιουσίες τους από τα νύχια των αρπακτικών των distress funds. Τι έκαναν; Απλά εξαφανίστηκαν. Και οι τράπεζες, που δεν μπορούν να τους βρουν, δεν μπορούν να πουλήσουν τα δάνειά τους, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. Γι αυτό οι τραπεζίτες ζητούν πάλι τη συνδρομή της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση του φαινομένου των εξαφανισμένων δανειοληπτών, αλλά βέβαια και για να προχωρήσουν γρήγορα και τα υπόλοιπα λεγόμενα «εργαλεία» στην αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων, με κυρίαρχο, τη νομική ασυλία των τραπεζικών στελεχών.

Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα των προσκείμενων στις τράπεζες ΜΜΕ, δεν εμφανίζεται στις διευθύνσεις και δεν απαντά στα τηλέφωνα το 20% όσων χρωστούν καταναλωτικά δάνεια και πιστωτικές κάρτες. Το φέσι προς τις τέσσερις μεγάλες τράπεζες, λένε αυτά τα ΜΜΕ, ανέρχεται σε 4 δισ. ευρώ. Ο αριθμός των εξαφανισμένων δανειοληπτών δείχνει το μέγεθος του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων που αφορά το τραπεζικό σύστημα, αλλά και τη δραματική οικονομική κατάσταση που βιώνουν η χώρα και οι πολίτες. Υπολογίζεται ότι στη συγκεκριμένη κατηγορία ανήκουν περίπου 150.000 δάνεια, ενώ υπάρχουν περιπτώσεις που ένα πρόσωπο έχει πάρει 2 και 3 καταναλωτικά δάνεια. Φυσικά, το ζήτημα των αγνοούμενων δανειοληπτών το έθεσαν οι τραπεζίτες,  τόσο στο υπουργείο Οικονομικών, όσο και στους θεσμούς.

Και ζήτησαν τη συνδρομή των φορολογικών αρχών, αλλά και της ΔΕΗ προκειμένου να εντοπίσουν τον τόπο κατοικίας των συγκεκριμένων δανειοληπτών.  Το 20% των αγνώστου διαμονής δανειοληπτών έχει πάρει κυρίως δάνεια λιανικής τραπεζικής, δηλαδή καταναλωτικά, κάρτες κ.λπ., για τα οποία δεν χρειαζόταν κάποιου είδους προσημείωση περιουσιακού στοιχείου. Είτε επειδή είναι πράγματι θύματα της οικονομικής κρίσης, είτε επειδή έχουν αποφασίσει να μην εξοφλήσουν τις δανειακές υποχρεώσεις τους, οι συγκεκριμένοι άλλαξαν κατοικία, αριθμούς τηλεφώνων κ.λπ., με αποτέλεσμα αυτή η κατηγορία των δανειοληπτών που αντιπροσωπεύει το 20% των κακοπληρωτών της λιανικής τραπεζικής να είναι αόρατη για τις τράπεζες.

Σε μερικές περιπτώσεις πρόκειται και για στεγαστικά δάνεια, κυρίως για δευτερεύουσες κατοικίες. Το ύψος και ο αριθμός των δανείων είναι δύσκολο να προσεγγιστεί με ακρίβεια, καθώς υπάρχουν περιπτώσεις δανειοληπτών με περισσότερα του ενός δάνεια, όπως και φάκελοι δανείων όπου το πρόβλημα αφορά τους εγγυητές. Οι τελευταίες δεν είναι σε θέση να επικοινωνήσουν μαζί τους και συνεπώς δεν μπορούν να πουλήσουν τα συγκεκριμένα κόκκινα δάνεια. Σύμφωνα με τη νομοθεσία, για να πουληθεί ένα δάνειο πρέπει προηγουμένως η τράπεζα να έχει στείλει επιστολή στον δανειολήπτη. Μόνο όταν περάσει διάστημα 12 μηνών από την παράδοση της επιστολής μπορεί η τράπεζα να πουλήσει το κόκκινο δάνειο. Αυτή η διαδικασία όμως δεν είναι δυνατόν να εφαρμοστεί επειδή δεν υπάρχει διεύθυνση για να παραδώσει η τράπεζα τη σχετική επιστολή. Οι τράπεζες στέλνουν συνεχώς και κατά κύματα τις συγκεκριμένες επιστολές, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.

Προκειμένου να αποκτήσουν πρόσβαση στα στοιχεία κατοικίας των συγκεκριμένων δανειοληπτών ζήτησαν από την κυβέρνηση και ταυτόχρονα ενημέρωσαν για το αίτημα τους θεσμούς, να επιτραπεί η ανταλλαγή στοιχείων με τις φορολογικές αρχές αλλά και τη ΔΕΗ. Τα τραπεζικά στελέχη εκτιμούν ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των συγκεκριμένων δανειοληπτών είναι στρατηγικοί κακοπληρωτές.  Οπωσδήποτε, μεταξύ τους θα περιλαμβάνονται και άνθρωποι που βρίσκονται πραγματικά σε οικονομική αδυναμία, αλλά οι τράπεζες θεωρούν ότι η πλειονότητά τους είναι πρόσωπα τα οποία κατά σύστημα αποφεύγουν να πληρώσουν τις οφειλές τους. Εκτιμούν δε ότι οι νέες διευθύνσεις τους είναι γνωστές στις φορολογικές αρχές και στη ΔΕΗ. Ωστόσο, το αίτημα των τραπεζιτών για την ανταλλαγή πληροφοριών με στόχο τον εντοπισμό των κακοπληρωτών δεν έχει γίνει δεκτό, επειδή προσκρούει σε νομικά ζητήματα που συνδέονται με τα προσωπικά δεδομένα.

Οι τραπεζίτες βέβαια τρέμουν τον SSM, καθώς, αν και η αντιμετώπιση του προβλήματος των κόκκινων δανείων είναι ζήτημα πρώτης προτεραιότητας για τις ελληνικές τράπεζες, δεν έχουν να επιδείξουν καμία πρόοδο απέναντι στις υποσχέσεις που έδωσαν στον SSM. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια φτάνουν στα 91 δισ. ευρώ και τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα στα 117 δισ. ευρώ. Υπολογίζεται ότι αντιστοιχούν στο 65% του ΑΕΠ και αποτελούν το μεγαλύτερο συστημικό πρόβλημα των τραπεζών. Κι όλα αυτά ενώ γνωρίζουν ότι στις 15 Μαρτίου είναι προγραμματισμένη επίσκεψη στην Αθήνα της προέδρου του Εποπτικού Συμβουλίου (SSΜ) της ΕΚΤ, Ντανιέλ Νουί. Και βέβαια, το κεντρικό θέμα στην ατζέντα της κυρίας Νουί, είναι η εξέλιξη των κόκκινων δανείων. Οι ούτως ή άλλως φιλόδοξοι στόχοι που είχε θέσει ο SSM για τη μείωση των κόκκινων δανείων, όπως όλα δείχνουν, δεν επιτυγχάνονται το πρώτο τρίμηνο του έτους.

Και βεβαίως, πολλά στελέχη των διοικήσεων των τραπεζών, θα δουν την πόρτα της εξόδου από τις τράπεζες και θα αντικατασταθούν από στελέχη του SSM. Γιατί, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις που βασίζονται στα στοιχεία του πρώτου διμήνου, θα καταγραφούν ακόμη και σημαντικές αποκλίσεις από τους στόχους. Η βασική αιτία είναι τα νέα NPLs, τα οποία το πρώτο δίμηνο του 2017 έφτασαν στο 1,5 δισ. ευρώ και προκλήθηκαν λόγω της αυξημένης αβεβαιότητας σχετικά με την εξέλιξη της δεύτερης αξιολόγησης. Κι αυτό βέβαια γιατί οι τράπεζες δεν προτείνουν αντικειμενικές λύσεις, αλλά εκβιάζουν τους δανειολήπτες. Επιπλέον, λένε οι τραπεζίτες, οι εμπλοκές με την αξιολόγηση έχουν αφήσει μετέωρη την ολοκλήρωση του νομοθετικού πλαισίου για τη διαχείριση των προβληματικών δανείων, με αποτέλεσμα οι τράπεζες να μη διαθέτουν το κατάλληλο οπλοστάσιο για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος.  Κοντά σε όλα αυτά προστέθηκαν αφενός η επιδείνωση των συνθηκών της οικονομίας κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2016, αφετέρου οι σαφείς ενδείξεις ότι η οικονομία θα συνεχίσει να κινείται σε υφεσιακή τροχιά και το πρώτο τρίμηνο του 2017.

Υπό το πρίσμα αυτό, η αναθεώρηση των στόχων για τα κόκκινα δάνεια -ή τουλάχιστον η ανοχή από την πλευρά του SSM για τις αποκλίσεις- είναι αναπόφευκτη και αναγκαία. Τα προβληματικά δάνεια, η αναβαλλόμενη φορολογία και οι διοικητικές αλλαγές στις τράπεζες είναι τα τρία σημαντικότερα θέματα που θα συζητηθούν στην Αθήνα με την κυρία Νουί. Οι τραπεζίτες βέβαια προσπαθούν να πιέσουν για να διατηρήσουν τις θέσεις τους. Όπως διαδίδουν, παρά την πρόοδο που καταγράφηκε μεταξύ κυβέρνησης και δανειστών για το νομοσχέδιο του εξωδικαστικού συμβιβασμού, δεν έχει προχωρήσει η ρύθμιση για τη νομική κάλυψη των υπαλλήλων σχετικά με διαγραφές δανείων στο πλαίσιο εταιρικών αναδιαρθρώσεων. και όπως υποστηρίζουν, οι καθυστερήσεις στην αξιολόγηση, ειδικά όσον αφορά την υλοποίηση των συμφωνηθέντων για τα κόκκινα δάνεια, επηρεάζει άμεσα το ελληνικό τραπεζικό σύστημα το οποίο επιπλέον έχει να αντιμετωπίσει και την πρόκληση του νέου κύκλου των stress tests της ΕΚΤ, τα οποία πρόκειται να ξεκινήσουν στις αρχές του 2018.

Ουσιαστικά όμως πρόκειται για άλλη μια προσπάθεια παραπληροφόρησης και εγκεφαλικής δηλητηρίασης κατά του πολίτη μέσω των υποτακτικών προς τις τράπεζες; ΜΜΕ, που συνεχίζουν το θεάρεστο έργο τους, της υπεράσπισης των τραπεζιτών. Αν όμως θα ήθελαν οι συγκεκριμένοι δημοσιογράφοι να είναι αντικειμενικοί, θα έπρεπε να υπάρχουν και οι απόψεις και των δυο πλευρών.

Όπως, για παράδειγμα, ότι οι τράπεζες, κατόπιν αλλεπάλληλων ανακεφαλαιοποιήσεων, έχουν δεχθεί, μέσω των υπογραφέντων μνημονίων, κρατική βοήθεια πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να καλυφθούν και επισφάλειες που είχαν δημιουργηθεί από μη εξυπηρετούμενα δάνεια, τα επονομαζόμενα και ως «κόκκινα δάνεια». Σύμφωνα με τα άρθρα 27α και 28 του ν. 3601/2007 «περί κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών»  τα κεφάλαια της ανακεφαλαιοποίησης (από τον κρατικό προϋπολογισμό) διατίθενται αποκλειστικά για την αποκατάσταση των ζημιών των ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών που υπέστησαν και από τα μη – εξυπηρετούμενα ληξιπρόθεσμα δάνεια (καταγγελθέντα και μη).

Όμως πόσα καταγγελθέντα δάνεια  έχουν καλυφθεί (σε δις) από χρήματα των δυο πρώτων ανακεφαλαιοποιήσεων που έλαβαν; Σε ερώτηση που έθεσε ο Σύλλογος Δανειοληπτών και Προστασίας Καταναλωτών Βορείου Ελλάδος  για μέλος του Συλλόγου, η απάντηση νομικού της τράπεζας ήταν μακροσκελής με πλείστες αναφορές στην ανακεφαλαιοποίηση, όπως αυτή συμφωνήθηκε με την υπογραφή του τρίτου μνημονίου.

Για τις δύο πρώτες ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών, κουβέντα. Για το ότι ο δανειολήπτης επιβαρύνεται με 1.3889% παράνομο τόκο την ημέρα από τις τράπεζες για την ΜΗ τήρηση των κοινοτικών οδηγιών που έγιναν νόμος του κράτους από το 2001, πού βασίζονται και συνεχίζουν μέχρι και σήμερα; Και γι’ αυτό ούτε κουβέντα. Τα παραπάνω ερωτήματα είναι απλά η αρχή. Τα ερωτήματα όμως είναι πολλά θα έρθει η ώρα που θα ζητηθεί από τους αρμόδιους να τα απαντήσουν.

danioliptes.gr