feasibility

Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας επανέλαβε στο άρθρο του για τη συμπλήρωση δύο ετών από τις εκλογές του Σεπτέμβρη του 2015 πως οι επόμενες εκλογές θα γίνουν σε δύο χρόνια από σήμερα.
Παρά το σχεδιασμό όμως του πρωθυπουργού, παραμένει ερωτηματικό εάν έως τότε θα αντέξει ο κυβερνητικός συνασπισμός.

Η περίπτωση με την τροπολογία για την Τουρκική Ένωση Ξάνθης είναι χαρακτηριστική.

Οι ΑΝΕΛ δεν την ψήφισαν προβάλλοντας για ακόμα μια φορά ιδεολογικούς λόγους.

Αλλά η τροπολογία δεν πέρασε από την ψήφο της αντιπολίτευσης, μια και ΝΔ και Δημοκρατική Συμπαράταξη την καταψήφισαν, διαμηνύοντας πως δεν πρόκειται να γίνουν «δεκανίκι» της κυβέρνησης και ότι δεν θα ψηφίζουν νομοσχέδια που δεν θα έχουν τη στήριξη και των δύο κυβερνητικών εταίρων, ακόμα και αν συμφωνούν ιδεολογικά με αυτά.

Δίχως άλλο πρόκειται για μια άκρως προβληματική κατάσταση για το πολιτικό σύστημα.

Για την κυβέρνηση υπάρχει θέμα.

Και μπορεί ο κυβερνητικός εκπρόσωπος να επιχείρησε να το υποβαθμίσει, τονίζοντας ότι η συνεργασία των δύο κυβερνητικών εταίρων δεν έχει χαρακτήρα απόλυτης ιδεολογικής ταύτισης, ότι οι αποκλίσεις είναι δικαιολογημένες και ότι οι δύο εταίροι είναι σύμφωνοι στα θέματα κεντρικής κυβερνητικής πολιτικής, όπως για παράδειγμα η έξοδος από τα μνημόνια και την επιτροπεία αλλά η αλήθεια μάλλον αποτυπώνεται στα λόγια του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Σ. Παπαδόπουλου.

Ο οποίος υποστήριξε ότι αν συνεχιστούν τα τερτίπια των ΑΝΕΛ η κυβερνητική τους συνεργασία δεν θα κρατήσει για πολύ.

Είναι προφανές πως οι ΑΝΕΛ δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να πηδήξουν από το κυβερνητικό «καράβι».

Όπως είναι ξεκάθαρο ότι οι ΑΝΕΛ δεν πρόκειται να δημιουργήσουν το παραμικρό εμπόδιο σε δημοσιονομικά θέματα, σε θέματα οικονομίας ή διαπραγματεύσεων με τους εταίρους.

Αλλά είναι σαφές ότι σε θέματα προοδευτικής κατεύθυνσης που άπτονται ευαίσθητων θεμάτων, όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα, οι ΑΝΕΛ θα εξαντλήσουν την πολιτική τους «συνέπεια».

Και εξαντλώντας την πολιτική τους «συνέπεια» θα εκθέτουν ανεπανόρθωτα τον ΣΥΡΙΖΑ, αυτήν την φορά στα μάτια των ψηφοφόρων του, για την κυβερνητική σύμπλευση.

Έκθετη και πληγωμένη όμως δεν βγαίνει μόνο η κυβέρνηση.

Αλλά και η ΝΔ και η ΔΗΣΥ.

Μια και με τη στάση τους στέλνουν το μήνυμα ότι δεν τους ενδιαφέρει αν θα προχωρούν τροπολογίες και νομοσχέδια με θετικό κοινωνικό πρόσημο που συνάδουν με το ιδεολογικό τους πρόσημο, αλλά αυτό που τους ενδιαφέρει είναι πως θα εκθέσουν την κυβέρνηση και πως θα αναδείξουν την «απώλεια της δεδηλωμένης» της.

Ακόμα και αν αυτό δεν συνάδει με τον κυβερνητικό τους ρόλο.

Πρόκειται για μια πολιτική στάση, η οποία βγάζει αντανακλαστικά άκρως αρνητικά.

Που χάνει την ουσία και επικεντρώνεται στη μάχη εντυπώσεων.

Διότι μπορεί να ποντάρει έκαστος στη δική του πολιτική σκοπιμότητα αλλά το αποτύπωμα μόνο θετικά δεν επιδρά στην κοινωνία.

Για τη μεν κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ δεν είναι μόνο ότι της είναι αδύνατο να συνεννοηθεί.

Αλλά και ότι δεν μπορεί να περάσει θετικά μέτρα για την κοινωνία και για την χώρα, τα οποία έχουν έντονη την ιδεολογική σφραγίδα του ΣΥΡΙΖΑ.

Για τη δε αντιπολίτευση (με εξαίρεση το Ποτάμι) μόνο αρνητικά μπορεί να εκληφθεί ένα «τυφλό όχι σε όλα», το οποίο δεν βασίζεται πουθενά αλλού παρά μόνο στο να εκτεθεί η κυβέρνηση.

Και μπορεί όλοι οι ενδιαφερόμενοι να ευελπιστούν σε πολιτικούς «πόντους» αλλά το αποτέλεσμα είναι μόνο να κονταίνουν.

Όπως και η αξιοπιστία τους ως πολιτικό σύστημα.

Σπύρος Χριστόπουλος, bankingnews