Οι πρώτοι στην ιστορία της ανθρωπότητας που τους απασχόλησε το δίλημμα: “να σε φοβούνται ή να σε λατρεύουν” πρέπει να ήταν οι “χρυσοί” βασιλιάδες της Ανατολής.
Αυτοί καθώς φαίνεται το αντιμετώπισαν τελικά ως ψευτοδίλημμα δίνοντας δια των πράξεων τους την απάντηση: καλό είναι και να σε φοβούνται και να σε λατρεύουν. Είτε ανακήρυξαν τους εαυτούς τους θεούς, όπως οι Φαραώ της Αιγύπτου, είτε δήλωσαν απευθείας επί γής εκπρόσωποι των θεών, όπως ο Χαμουραμπί της Μεσοποταμίας, το θέμα φάνηκε να λύνεται με πολύ πρακτικό τρόπο: σε φοβούνται ή σε λατρεύουν δεν έχει απολύτως καμία σημασία αρκεί να σε υπακούν.
Για χιλιάδες χρόνια, αυτό που ονομάζουμε ανθρώπινος πολιτισμός, έτσι ήταν φτιαγμένος. Με κάποιον πάνω στην κορυφή που έπρεπε ή να φοβάσαι ή να λατρεύεις ή και τα δύο. Μέχρι που κάποια στιγμή αυτοί οι θεότρελοι οι Αθηναίοι (έτσι τους χαρακτήριζαν οι υπόλοιποι της εποχής) δημιούργησαν αυτό που οι ίδιοι ονόμασαν Δημοκρατία. Τότε, μεταξύ άλλων κοσμοιστορικών γεγονότων που διαμόρφωσαν την εξέλιξη του ανθρώπινου πολιτισμού, έγινε και το εξής: το ψευτοδίλημμα άλλαξε μορφή και μετατράπηκε πλέον από τότε σε αληθινό, ουσιαστικό δίλημμα για όσους ορέγονται εξουσία: να σε φοβούνται και να σε λατρεύουν (ένα και το αυτό για τους αρχαίους Αθηναίους) ή να σε σέβονται; Αυτό είναι το πραγματικό δίλημμα και οι Αθηναίοι το εξέτασαν για πρώτη φορά με άλλο τρόπο: τί είναι καλύτερο; Να φοβόμαστε και να λατρεύουμε τους κυβερνώντες ή να τους σεβόμαστε;
Τον φόβο οι Αθηναίοι εκείνης της εποχής δεν τον ανέχονταν. Φάνηκε αυτό στον Μαραθώνα, στη Σαλαμίνα και όπου αλλού τους ζητήθηκε να γονατίσουν και να σκύψουν το κεφάλι. Την λατρεία από την άλλη προσπάθησαν να την ελέγξουν με τον εξοστρακισμό. Μόνο ο σεβασμός είχε, έχει και θα έχει νόημα σε μια δημοκρατία. Λέει κάπου ο Θουκυδίδης τα παρακάτω λόγια για τον Περικλή: “…Αυτό εξηγείται επειδή ο Περικλής είχε μεγάλο κύρος και μεγάλες ικανότητες, και αποδείχτηκε φανερότατα ανώτερος χρημάτων. Ήταν, γι᾽ αυτό, σε θέση να συγκρατεί τον λαό χωρίς να περιορίζει την ελευθερία του. Δεν παρασυρόταν από τον λαό, αλλά εκείνος τον καθοδηγούσε. Δεν προσπαθούσε ν᾽ αποκτήσει επιρροή με παράνομα μέσα και δεν κολάκευε το πλήθος με ρητορείες, και είχε τόσο μεγάλο κύρος, ώστε μπορούσε να τους εναντιωθεί και να προκαλέσει την οργή τους….”
Ποιός ήταν ο τελευταίος Έλληνας πολιτικός για τον οποίο θα μπορούσαμε να πούμε ότι τον περιγράφουν ή έστω τον εκφράζουν τα παραπάνω λόγια του Θουκυδίδη; Ποιός έχει σήμερα τέτοιο κύρος στην πολιτική ζωή του τόπου; Η απάντηση είναι θλιβερή. Όχι όμως και ανεξήγητη. Αντί να ρωτάμε ποιός έχει το κύρος θα έπρεπε να αναρωτηθούμε ποιός το επιδιώκει. Ποιός δηλαδή προσπαθεί να πολιτευθεί έχοντας στο νού του τον σεβασμό και όχι τον φόβο και την λατρεία. Και από την άλλη πλευρά, πόσοι είναι οι πολιτικοί που εργαλειοποιούν τον φόβο μας, όχι για τους ίδιους αλλά για όλα τα υπόλοιπα, τα της ζωής τα πράγματα; Και πόσοι είναι εκείνοι οι πολιτικοί που απαιτούν την αγάπη του κόσμου γιατί απλά έκαναν την δουλειά τους;
Τα όσα τραγικά έγιναν στο Πέραμα αποκτούν ακόμα τραγικότερη διάσταση όταν προσπαθήσουμε να καταλάβουμε πόσους και ποιούς φόβους ξύπνησαν και ενίσχυσαν. Την ίδια ώρα πληθαίνουν στις ειδήσεις τα νέα περί “προσωπικών παρεμβάσεων” και ηρωικών προσπαθειών” των Υπουργών της Κυβέρνησης, ώστε “να λυθούν χρόνια προβλήματα και να εισακουστούν δίκαια αιτήματα”. Αν κοιτάξουμε πιό προσεκτικά θα δούμε ότι οι λύσεις που προσφέρονται κατά τέτοιο τρόπο (έπειτα από προσωπική ενασχόληση υπουργού) αφορούν σχεδόν πάντα ένα μόνο μέρος και ποτέ το σύνολο όσων αντιμετωπίζουν το πρόβλημα (π χ συντάξεις στις χήρες του ΝΑΤ). Παρόλα αυτά, ως λύσεις απαιτούν το χειροκρότημα του λαού.
Προσωπική μου εκτίμηση είναι πως όσοι συνεχίζουν να πολιτεύονται πάνω σε ψευτοδιλήμματα θα βρεθούν προ μεγάλης εκπλήξεως στις κάλπες.
Του διπλωματούχου Αγρονόμου και Τοπογράφου Ε.Μ.Π. και πρώην βουλευτή Α΄ Θεσσαλονίκης της Ένωσης Κεντρώων, Ιωάννη Σαρίδη
Πηγή: eleftherostypos.gr