Καθώς ο χρόνος πιέζει και οι τράπεζες δεν φαίνεται να μπορούν να πιάσουν τους στόχους που έχει θέσει ο SSM για μείωση κατά 40% των κόκκινων δανείων, βλέπουν το φως της δημοσιότητας διάφορες προτεινόμενες λύσεις από ειδικούς, οι οποίες όμως είναι αντικρουόμενες. Τελευταία βλέπουμε δημοσιεύματα για τις bad banks.
Άλλοι αναλυτές τις θεωρούν ως τη μόνη και καλύτερη λύση για να απαλλαγούν οι τράπεζες από τα κόκκινα δάνεια, ενώ την ίδια στιγμή βλέπουμε και δημοσιεύματα σύμφωνα με τα οποία η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν καλοβλέπει με καθόλου καλό μάτι μια τέτοια λύση. Άλλοι πάλι αναλυτές λένε ότι πρέπει να αναζητηθεί άλλη λύση και ότι η ίδρυση bad bank δεν μπορεί να ισχύσει στην Ελλάδα, γιατί δεν αντέχει η οικονομία της. Επειδή θα πρέπει να βάλει χρήματα το ελληνικό δημόσιο, το οποίο όμως αυτή τη στιγμή, απλά δεν έχει. Από την άλλη, ούτε οι τράπεζες έχουν χρήματα για να προχωρήσουν σε μια τέτοια λύση. Την ίδια στιγμή, όπως διαβάζουμε, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θέλει τις bad banks γιατί θέλει να κρατάει σε κατάσταση ομηρίας το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, και μ’ αυτό τον τρόπο και το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, ώστε να υποχρεωθεί η ελληνική κυβέρνηση να κάνει αυτά τα οποία αναφέρονται στο τρίτο μνημόνιο το οποίο έχει υπογράψει.
Ας δούμε τι λένε οι αναλυτές.
Η επαναφορά της ιδέας των bad banks σήμερα εδράζεται στην αργή εξέλιξη του θέματος των κόκκινων δανείων.
Τα δεδομένα είναι τα εξής:
1. Οι bad banks δημιουργήθηκαν στην Ιρλανδία, την Ισπανία και τη Γερμανία, στην πραγματικότητα ως asset management εταιρείες, για να χειριστούν ακίνητα που προέκυψαν από την αλόγιστη χρηματοδότηση του κατασκευαστικού κυρίως τομέα ή/και από στεγαστικά δάνεια τραπεζών με σοβαρά προβλήματα.
Στην περίπτωση της Ελλάδας τα “κόκκινα” δάνεια είναι σε όλους τους τομείς της οικονομίας και σε όλες τις τράπεζες. Είναι κυρίως προϊόντα της κρίσης, ύφεσης και των capital controls, δευτερευόντως χρηματοδοτικών αποφάσεων και είναι κατανεμημένα σε όλους τους κλάδους της οικονομίας.
2. Οι bad banks σε αυτές τις χώρες δημιουργήθηκαν με μετόχους το δημόσιο και τις υγιείς τράπεζες, που είχαν την δυνατότητα.
Στην Ελλάδα της κρίσης ούτε το δημόσιο ούτε οι τράπεζες έχουν τη ρευστότητα για να δημιουργήσουν φορέα που θα αγοράσει αυτά τα δάνεια. Αναπόφευκτα θα χρειασθεί μετοχική συμμετοχή των investment funds, που θα απαιτήσουν αγορά δανείων σε πολύ χαμηλές τιμές.
3. Η bad bank στην Ιρλανδία είναι ένα επιτυχημένο πείραμα που όμως βασίσθηκε στην ανάκαμψη της οικονομίας μετά τις προσαρμογές και στην άνοδο των τιμών των ακινήτων. Επίσης ένα μεγάλο ποσοστό των ακινήτων του χαρτοφυλακίου ήταν στη Μ. Βρετανία, όπου οι τιμές τα τελευταία χρόνια έχουν συνεχώς ανοδική τάση.
Τα δεδομένα αυτά δεν έχουν σχέση με την ελληνική πραγματικότητα, της συνεχιζόμενης ύφεσης, της επενδυτικής άπνοιας και της συνεχούς πτώσης των τιμών των ακινήτων.
4. Η bad bank της Ισπανίας, προϊόν δημόσιου και υγιών τραπεζών, παρά την οικονομική ανάκαμψη και την θετική επενδυτική διάθεση για τα ακίνητα της, δεν είχε ιδιαίτερα θετική πορεία, πιθανά γιατί αγόρασε δάνεια από τράπεζες σε υψηλή τιμή. Επί τέσσερα χρόνια παρουσιάζει ζημιές, τα κεφάλαια της εξανεμίσθηκαν και αντιμετωπίζει την άρνηση των τραπεζών να συμμετάσχουν σε ανακεφαλαιοποίηση της.
Η δημιουργία bad bank θα έχει βεβαίως ως πλεονέκτημα την ενιαία αντιμετώπιση κάποιων δανείων αντί της ανάγκης έγκρισης από τέσσερις διαφορετικές τράπεζες, αλλά έχει μια σειρά από πολύ σημαντικά προβλήματα:
1. Η δημιουργία της δεν μπορεί να γίνει από τις υπάρχουσες τράπεζες ούτε από το ελληνικό δημόσιο. Αναπόφευκτα θα απαιτήσει συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο των investment funds και ο νέος φορέας θα προσφέρει χαμηλές τιμές, όπως αυτές που προσφέρονται στην απ’ ευθείας πώληση, οι οποίες δεν θα μπορούν να γίνουν αποδεκτές, κυρίως γιατί οι τράπεζες θα οδηγούνταν σε νέα οδυνηρή ανακεφαλαιοποίηση.
2. Η δημιουργία της θα απαιτήσει μηχανισμό στελεχών που τώρα είναι σε συστημικές τράπεζες και θα έχει μεγάλα λειτουργικά προβλήματα, καθυστερήσεις και μεγάλο κόστος.
3. Στο βαθμό που αναλάμβανε μεγάλα εταιρικά δάνεια θα δημιουργείτο μεγάλη συγκέντρωση ασύμμετρης εξουσίας σε μια μικρή ομάδα από στελέχη, η οποία θα καθόριζε την τύχη εταιρειών και φυσικών προσώπων και θα προσδιόριζε σε μεγάλο βαθμό την αναδιάρθρωση της ελληνικής οικονομίας.
4. Η τελευταία ανακεφαλαιοποίηση πωλήθηκε στα ξένα funds επάνω στην προοπτική της βελτίωσης των NPLs, της αναστροφής των προβλέψεων και της δημιουργίας κερδοφορίας από αυτό. Είναι δύσκολο να αιτιολογηθεί στους μετόχους των τραπεζών πως και γιατί απεμπολείται η προοπτική αυτή μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα και συνεπώς δύσκολο να εξασφαλισθεί η συμφωνία τους. Άλλωστε η χρονική αυτή στιγμή πώλησης είναι σαφώς η πιο αρνητική για τις τράπεζες.
5. Αν υποθετικά δημιουργείτο bad bank με σημαντική συμμετοχή του ελληνικού δημοσίου, τότε θα είχε όλα τα γνωστά μειονεκτήματα ενός κρατικού φορέα και μάλιστα με μεγάλη εξουσία απέναντι σε περιουσίες ανθρώπων και εταιρειών.
Με βάση τα παραπάνω, είναι φανερό ότι η δημιουργία bad bank είναι μια ιδέα που ακούγεται όμορφα, αλλά στην πράξη είναι μάλλον ανέφικτη, με βάση την πολυπλοκότητα των πολλών ερωτημάτων που ζητούν απάντηση και τις διαφαινόμενες αρνητικές επιπτώσεις. Στην καλύτερη των περιπτώσεων θα δημιουργείτο για μικρό ποσό δανείων και για ειδική μορφή δανείων.
Σε άλλη ανάλυση αναφέρεται ότι η bad bank είναι η μόνη βιώσιμη λύση για το πρόβλημα των ελληνικών τραπεζών, αλλά υπάρχει σχέδιο που η ΕΕ απορρίπτει την bad bank στην Ελλάδα. Κι αυτό γιατί στην Ευρώπη θεωρούν τις τράπεζες όργανα της διαπλοκής και δεν θα έκαναν την χάρη στους τραπεζίτες και στις τράπεζες να τις διασώσουν. Το σημαντικότερο στοιχείο όλων είναι ότι κρατώντας σε ομηρία τις τράπεζες υποχρεώνουν τις ελληνικές κυβερνήσεις να εφαρμόσουν προγράμματα λιτότητας και μεταρρυθμίσεις, ενώ κρατούν σε ομηρία κυβερνήσεις και εθνική οικονομία. Θέλουν να σέρνονται οι τράπεζες στην Ελλάδα γιατί με αυτό τον τρόπο οι κυβερνήσεις θα υποχρεωθούν να εφαρμόζουν πιστά τα μνημόνια.
Η λύση της bad bank είναι μια καθολικά αναγνωρισμένη λύση όχι μόνο διεθνώς, Ιρλανδία, Ισπανία και ΗΠΑ αλλά και στην Ελλάδα είχε προταθεί 3 φορές κυρίως από τους τραπεζίτες. Το 2012, το 2013 και το 2015.
Όμως από το 2013 που τα κόκκινα δάνεια ήταν 54 δις ευρώ, φτάσαμε στο 2016 που τα κόκκινα δάνεια ξεπερνούν τα 100 δις ευρώ, που οι τράπεζες είναι σε χειρότερη κατάσταση, που τα τραπεζικά στελέχη δεν κάνουν κινήσεις και που οι δανειστές θέλουν να αντικαταστήσουν τις διοικήσεις των τραπεζών με ξένα στελέχη, αλλά κανείς δεν έρχεται.
Η λύση όμως είναι μία και δεν έχει να κάνει με bad banks. Καμία λύση δεν είναι καλή λύση τη στιγμή που δεν γίνεται εκκαθάριση των οφειλών των δανειοληπτών. Ο πρόεδρος του Συλλόγου Δανειοληπτών και Προστασίας Καταναλωτών Βορείου Ελλάδος, Χαράλαμπος Περβανάς επισημαίνει: «Επικρατεί μια λανθασμένη εικόνα που καλλιεργείται εδώ και χρόνια από τα ΜΜΕ ότι για τη κατάσταση των τραπεζών ευθύνονται οι δανειολήπτες με κόκκινα δάνεια, τους οποίους τα ίδια ΜΜΕ χαρακτηρίζουν σαν πένητες, χωρίς αξιοπρέπεια, και μπαταχτσήδες, οι οποίοι ζητούν να τους χαριστούν οι οφειλές τους.
Αυτό όμως δεν ισχύει. Το ομολόγησαν ήδη κάποιοι μεγαλοεκδότες στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής για τα δάνεια των κομμάτων και των ΜΜΕ. Είπαν ότι έπαιρναν δάνεια εκατομμυρίων χωρίς εγγυήσεις, αλλά με αέρα. Το πρόβλημα όμως δεν το έχουν οι δανειολήπτες. Το έχουν οι τράπεζες που για χάρη τους πήραν πίσω τα ομόλογα, που τώρα τα πληρώνουν οι Έλληνες φορολογούμενοι.
Θα πρέπει οι τράπεζες να παραδεχτούν την ενοχή τους, ότι δηλαδή δεν τηρούσαν δικαστικές αποφάσεις και κοινοτικούς όρους, και να εκκαθαρίσουν τις οφειλές των δανειοληπτών, ώστε αυτές να εναρμονιστούν με το πραγματικό βιοτικό επίπεδο των δανειοληπτών, ώστε και οι ίδιοι να μπορέσουν να τα αποπληρώσουν. Οι δανειολήπτες δεν είναι μπαταχτσήδες. Θέλουν νόμιμες και μόνιμες λύσεις για τα δάνειά τους».
danioliptes.gr