Άλλο ένα όπλο εις βάρος των δανειοληπτών με κόκκινα δάνεια αποκτούν οι τραπεζίτες. Ακριβώς σύμφωνα με την απαίτησή τους. Κι αυτό γιατί, λίγο αργά, αλλά πάλι εμπρόθεσμα, κατάλαβαν ότι όλη αυτή η φιλολογία και οι σκέψεις για την ίδρυση μας κακιάς τράπεζας, μιας bad bank, για να της φορτώσουν τα κόκκινά δάνεια των τραπεζών τους και να φαίνονται καθαροί οι ισολογισμοί τους, τελικά δεν βολεύει τους σκοπούς τους. Γιατί πολύ απλά, ο εξωδικαστικός συμβιβασμός εξυπηρετεί τους σκοπούς τους πολύ καλύτερα και πολύ περισσότερο. Γιατί υποχρεώνει τον δανειολήπτη με κόκκινο δάνειο να αποδεχτεί ολόκληρη την οφειλή που του λένε οι τράπεζες ότι έχει, χωρίς αυτή να είναι εκκαθαρισμένη από παράνομους τόκους και άλλες προσαυξήσεις. Κι από τη στιγμή που ο δανειολήπτης το δέχεται αυτό, τότε δεν μπορεί να κάνει τίποτε άλλο. Έχει δεχτεί κι έχει υπογράψει όλες τις απαιτήσεις της τράπεζας. Απλά πράγματα.
Και γιατί οι τραπεζίτες θέλουν περισσότερο τον εξωδικαστικός συμβιβασμό από την ίδρυση μιας «κακής» τράπεζας, ενώ μπορούν να μεταφέρουν όλα τα κόκκινα δάνειά τους σ’ αυτήν και να καθαρίσουν. Μα γιατί με την «κακή» τράπεζα, θα πάρουν πολύ λιγότερα από όσα είναι τα κόκκινα δάνεια. Και πάλι, απλά πράγματα.
Γιατί, όπως προκύπτει από τη μέχρι τώρα πρακτική, η αξία των 106 δις προβληματικών ανοιγμάτων των ελληνικών τραπεζών, είναι μόλις 21 δις ευρώ. Κι αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα για τους τραπεζίτες. Αυτό προκύπτει από αφορμή την πώληση 2,8 δισεκ. ευρώ προβληματικών καταναλωτικών δανείων προς μόλις 25 εκατ. ευρώ. Για να απαντηθεί το ερώτημα πειστικά, επειδή δεν υπάρχει προηγούμενο αποτίμησης προβληματικών ανοιγμάτων πλην των καταναλωτικών προβληματικών ανοιγμάτων πρέπει να τεθούν ορισμένες παραδοχές.
-Τα καταναλωτικά προβληματικά δάνεια με ή χωρίς εξασφαλίσεις μπορούν να πωληθούν στο 1% με 1,5% της ονομαστικής τους αξίας.
-Τα στεγαστικά προβληματικά ανοίγματα μπορούν να πωληθούν στο 26% με 30% της ονομαστικής τους αξίας
-Τα προβληματικά ανοίγματα σε πολύ μικρές επιχειρήσεις και επαγγελματίες θα μπορούσαν να πωληθούν στο 4% με 5% της ονομαστικής αξίας
-Τα προβληματικά ανοίγματα στις μεγάλες και μεσαίες επιχειρήσεις θα μπορούσαν να πωληθούν στο 30% με 33% της ονομαστικής αξίας.
Με βάση αυτές τις παραδοχές:
1.Τα καταναλωτικά προβληματικά ανοίγματα ύψους 14,4 δισεκ. ευρώ με ή χωρίς εξασφαλίσεις, λογιστικοποιημένα ή μη, θα μπορούσαν να πωληθούν 180 εκατ. ευρώ. Δηλαδή τα 14,4 δις ευρώ έχουν αξία 180 εκατ. ευρώ.
2. Τα στεγαστικά προβληματικά ανοίγματα ύψους 27 δισεκ. ευρώ θα μπορούσαν να πωληθούν περίπου 7 δις ευρώ ή σε ένα εύρος 6,5 με 7,5 δις ευρώ.
3. Τα προβληματικά ανοίγματα σε πολύ μικρές επιχειρήσεις και επαγγελματίες ύψους 17 δις ευρώ, θα μπορούσαν να πουληθούν μεταξύ 780 με 850 εκατ. ευρώ.
4. Τα προβληματικά ανοίγματα στις μεγάλες και μεσαίες επιχειρήσεις ύψους 44 δις ευρώ, θα μπορούσαν να πωληθούν προς 13 δις ευρώ.
5. Τα ναυτιλιακά προβληματικά ανοίγματα ύψους 2,8 δις ευρώ, θα μπορούσαν να πουληθούν προς 560 εκατ. ευρώ.
Συνολικά λοιπόν, τα 106 δις ευρώ προβληματικά ανοίγματα πάσης φύσεως δανείων, δεν θα μπορούσαν να πουληθούν για πάνω από 21 δις ευρώ.
Όλα καλά, θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς. Οι τράπεζες θα πάρουν 21 δις ευρώ και οι τραπεζίτες θα είναι ευτυχισμένοι που κατάφεραν να πάρουν έστω κι αυτά. Αλλά δεν είναι έτσι ακριβώς. Υπάρχει ένα πρόβλημα σ’ αυτή την προσέγγιση. Ότι οι τράπεζες δεν διαθέτουν 100% προβλέψεις για όλα τα κόκκινα δάνεια, οπότε οποιαδήποτε πώληση, για να είναι κεφαλαιακά και τραπεζικά ορθή, θα πρέπει να έχουν διενεργηθεί προβλέψεις στο 100%. Για να τεθεί απλά, αν οι τράπεζες πουλούσαν αύριο προβληματικά ανοίγματα ύψους 106 δις ευρώ, θα είχαν μια σωρευτική ζημία 30 με 35 δισεκ. ευρώ. Θα έπρεπε δηλαδή να ανακεφαλαιοποιηθούν εκ νέου με 30-35 δισεκ. ευρώ. Τα τρέχοντα συνολικά κεφάλαια των τραπεζών ανέρχονται σήμερα σε 33 δισεκ. ευρώ. Οπότε οι τράπεζες θα μηδένιζαν μεν τα προβληματικά τους δάνεια, αλλά θα μηδένιζαν και τα κεφάλαια τους. Οπότε θα χρειαζόταν μια ολοσχερής ανακεφαλαιοποίηση. Το σενάριο αυτό δεν μπορεί να υλοποιηθεί λόγω αδυναμίας τόσο μεγάλης και εκτεταμένης ανακεφαλαιοποίησης.
Την ίδια στιγμή, το πιο συνηθισμένο ανέκδοτο στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι η εξυγίανση προβληματικών δανείων. Επειδή ως διαδικασία, είναι μια πολύ αργή και χαμηλής απόδοσης τραπεζική προσέγγιση που πιο πιθανό είναι, μέχρι να ολοκληρωθεί, οι σημερινοί διοικητές τραπεζών να είναι συνταξιούχοι και ακόμη να δίνεται η μάχη της εξυγίανσης.
Παράλληλα, σχεδόν αδύνατη θεωρείται η σύσταση κακής τράπεζας, καθώς απαιτούνται πάνω από 10 δις ευρώ. Οι σχεδιαζόμενες αλλαγές προφανώς δημιουργούν προσδοκίες αλλά υπάρχουν κάποιες βασικές παράμετροι που καθιστούν έως ανέφικτη την σύσταση bad bank στην Ελλάδα.
Ποιοι είναι αυτοί οι λόγοι;
1. Στην Ιρλανδία και την Ισπανία όπου υπάρχουν μηχανισμοί διαχείρισης προβληματικών δανείων σε κεντρικό επίπεδο οι bad bank ή εταιρίες διαχείρισης τύπου ΝΑΜΑ δημιουργήθηκαν πριν τις ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών. Στην Ιταλία ωστόσο ο Άτλας η εταιρία που έχει αυτό τον στόχο την διαχείριση συστήθηκε επίσης πριν τις ανακεφαλαιοποιήσεις.
2. Για να μπορέσει μια bad bank να έχει αποτελεσματικό ρόλο απαιτούνται τουλάχιστον 10 δισεκ. κεφάλαια. Με βάση τις τιμές αγοράς για τα προβληματικά δάνεια εξάγεται το συμπέρασμα ότι η bad bank θα πρέπει να δαπανήσει σημαντικά κεφάλαια για να καλύψει τις ζημίες. Ας υποθέσουμε ότι θα συμμετάσχει στο μετοχικό κεφάλαιο πέραν του κράτους, ΤΧΣ και οι ξένοι επενδυτές, π.χ. funds. Προφανώς όταν τεθούν ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια τότε αυτομάτως οι τιμές απόκτησης των προβληματικών δανείων θα είναι χαμηλές.
3. Οι τράπεζες πως θα μεταφέρουν π.χ. 50 δισεκ. προβληματικά δάνεια στην bad bank; Προφανώς θα τα πουλήσουν. Σε ποια τιμή όμως θα πουλήσουν οι τράπεζες και σε ποια τιμή θα αγοράσει η bad bank; Με βάση το πείραμα της Eurobank, που πουλάει 2,8 δισεκ. με απόδοση 25 εκατ. ευρώ, αυτό σημαίνει ότι πουλάει 2,8 δις καταναλωτικά δάνεια προς 26 εκατ. ευρώ. Αυτό συνεπάγεται, το 0,9% της ονομαστικής τους αξίας.
Με βάση τις διεθνείς παραδοχές, τα στεγαστικά προβληματικά δάνεια στο εξωτερικό πωλούνται στο 30% έως 45% της ονομαστικής αξίας, άρα στην Ελλάδα θα έπρεπε να πουληθούν ίσως στο 26% της ονομαστικής αξίας. Στα επιχειρηματικά των μικρών επιχειρήσεων οι τιμές αγοράς προβληματικών δανείων θα είναι μεταξύ 4% με 5% και στα μεγάλα επιχειρηματικά 30% σε ένα καλό σενάριο. Οι τιμές που προσφέρουν τα funds για να αγοράσουν προβληματικά δάνεια των ελληνικών τραπεζών απογοητεύουν.
4. Ένα σοβαρό θέμα που εγείρεται είναι τι θα συμβεί με τον αναβαλλόμενο φόρο. Οι τράπεζες έχουν 33 δισεκ. κεφάλαια εκ των οποίων ο αναβαλλόμενος φόρος είναι 19,88 δισεκ. ευρώ. Αν πουληθούν 30 ή 40 ή 50 δισεκ. προβληματικά δάνεια, τι θα συμβεί με τον αναβαλλόμενο φόρο στις ελληνικές τράπεζες; Πως θα αντιμετωπιστεί το πρόβλημα; Για τους λόγους αυτούς, και όχι μόνο, οι τραπεζίτες απορρίπτουν ως σχεδόν αδύνατη η σύσταση κακής τράπεζας στην Ελλάδα.
Τι μένει λοιπόν για να εξυπηρετήσει τους σκοπούς και τα κέρδη τους; Η οικειοθελής αυτοπαγίδευση των δανειοληπτών με κόκκινα δάνεια. Κι αυτό θα γίνει με την ηλεκτρονική πλατφόρμα μέσω της οποίας θα γίνεται η διαχείριση των υποθέσεων του εξωδικαστικού μηχανισμού. Την οποία παρουσιάζει σήμερα το απόγευμα στις τράπεζες ο ειδικός γραμματέας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (ΕΓΔΙΧ) Φώτης Κουρμούσης. Η πλατφόρμα, έχει ήδη διασυνδεθεί με τον ΕΦΚΑ και την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) και απομένει η διασύνδεση με τις τράπεζες. Σύμφωνα με στελέχη της ειδικής γραμματείας, η πλατφόρμα, αν και θα ξεκινήσει να λειτουργεί στις 3 Αυγούστου, εντούτοις θα έχει μία δυναμική ανάπτυξη, δηλαδή θα γίνονται συνεχώς βελτιώσεις για την αποτελεσματικότερη λειτουργία της. Η κάθε επιχείρηση που επιθυμεί να ενταχθεί στον εξωδικαστικό μηχανισμό, μπορεί να μπει στην πλατφόρμα, με τους κωδικούς TAXIS. Στην πλατφόρμα θα μπορεί να υποβάλλει το σύνολο των δικαιολογητικών που απαιτούνται, ενώ θα μπορεί να δει τις οφειλές στους φορείς κοινωνικής ασφάλισης και το δημόσιο, και προς τις τράπεζες όταν αυτές συνδεθούν.
Η ηλεκτρονική πλατφόρμα έχει κυρίως τις παρακάτω λειτουργίες και εφαρμογές:
– ταυτοποίηση των συμμετεχόντων στη διαδικασία μέσω των μοναδικών κωδικών για χρήση των εφαρμογών του συστήματος TAXISnet του Υπουργείου Οικονομικών,
– υποβολή αίτησης υπαγωγής και συνοδευτικών εγγράφων σε ψηφιακή ή ηλεκτρονική μορφή,
– αυτοματοποιημένο σύστημα ανάθεσης υπόθεσης σε συντονιστή,
– σύστημα επικοινωνίας μεταξύ συντονιστών και Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.,
– πρόσβαση συντονιστή, οφειλέτη και συμμετεχόντων πιστωτών στο περιεχόμενο της αίτησης υπαγωγής του οφειλέτη και στα συνοδευτικά έγγραφα,
– σύστημα επικοινωνίας και ανταλλαγής εγγράφων μεταξύ συντονιστή, οφειλέτη και συμμετεχόντων πιστωτών,
– έκδοση πιστοποιημένων εγγράφων,
– υπολογιστικές εφαρμογές.
Όλα αυτά καλά και άγια, θα μπορούσαμε να πούμε, αν τα παπαγαλάκια των τραπεζιτών μας έλεγαν και ποια είναι η παγίδα που κρύβεται πίσω από τον εξωδικαστικό συμβιβασμό και το γεγονός ότι ο ίδιος ο δανειολήπτης είναι αυτός που μπαίνει στην πλατφόρμα και συμπληρώνει τα στοιχεία του. Κι εκεί που συμπληρώνει τα στοιχεία του και την αίτηση, αποδέχεται και το ποσό που η τράπεζα λέει ότι αντιστοιχεί στην οφειλή του δανειολήπτη. Χωρίς να προηγηθεί καμία απολύτως εκκαθάριση της οφειλής από παράνομες χρεώσεις και πανοτόκια. Και πλέον, ο δανειολήπτης έχει παγιδευτεί.
Έχει βάλει την υπογραφή του στο ποσό που λέει η τράπεζα ότι ανέρχεται η οφειλή. Να γιατί ο εξωδικαστικός είναι κοροϊδία. Γιατί, ξεκινώντας την διαδικασία υπαγωγής στον εξωδικαστικό συμβιβασμό, αναγνωρίζεις το σύνολο τις οφειλής, ακόμη και των παράνομων χρεώσεων.
danioliptes.gr