Η προϊσταμένη της Εισαγγελίας δεν ζήτησε καν να γίνει προκαταρκτική εξέταση για την δημοσίευση της λίστας Λαγκάρντ. Επέλεξε τον πρωτοφανή δρόμο της βίαιης δίωξης. Πενήντα αστυνομικοί της Κρατικής Ασφάλειας που είναι αρμόδια για την διαφύλαξη του πολιτεύματος, εστάλησαν να συλλάβουν αυτόν από τον οποίο κινδυνεύει. Εμένα. Μου πήραν αποτυπώματα, με φωτογράφισαν, με οδήγησαν στο αυτόφωρο, αλλά κυρίως έδωσαν τη δυνατότητα σε όσους ήταν φοροφυγάδες να αισθάνονται ασφαλείς μέσα από την λειτουργία ενός συστήματος που ξέρει να προστατεύει τον εαυτό του.
Η αθώωσή μου ήταν ένα χαστούκι σε αυτό το σύστημα. Ήταν ένα χαστούκι και για εκείνους στην Εισαγγελία που επέλεξαν την επιστροφή στη δεκαετία του ’60 μέσα από νομικισμούς και νομοεπικλήσεις. Δεν έφταιγα όμως εγώ γι” αυτό. Δηλαδή για την νομική τους ανεπάρκεια ή την σκοπιμότητά τους. Και έτσι έφτασε η πραγματικότητα, σε όλη την Ελλάδα, σε όλο τον κόσμο, να μην συμφωνεί μαζί τους.
Τόσο το χειρότερο. Η Εισαγγελία άσκησε Έφεση στην αθωωτική απόφαση. Η Έφεση είναι όπως και η αρχική δίωξη απαράδεκτη. Αγγίζει τα όρια της παραθεσμικής λειτουργίας. Προκειμένου να ασκηθεί Έφεση από τον Εισαγγελέα, πρέπει να καταγραφεί συγκεκριμένα ποια σημεία στη δίκη είναι αυτά που αποδεικνύουν την μη σωστή διεξαγωγή της. Συγκεκριμένα όμως. Στην Έφεση της Εισαγγελίας, στην αιτιολόγηση της Έφεσης γράφει «το δικαστήριο δεν έδωσε την δέουσα αποδεικτική βαρύτητα στο αποδεικτικό υλικό και εκτίμησε λίαν πλημμελώς». Σε ποιό σημείο; Ποιό αποδεικτικό υλικό; Καμιά συγκεκριμένη αναφορά.
Επί των ημερών της κυρίας Παναγιώτας Φάκου, Προϊσταμένης της Εισαγγελίας, η Εισαγγελία κάνει στροφή στο παρελθόν πριν ακόμη αναλάβει καλά-καλά την διοίκησή της. Δεν ξέρω τι είναι αυτό που κινεί τα νήματα. Η εμμονή και η «εισαγγελίτιδα» ή η ευθυγράμμιση με διαθέσεις παραθεσμικών κέντρων.
Μετά από πολλά χρόνια, η Εισαγγελία χάνει την κοινωνική της νομιμοποίηση, απομακρύνεται από την κοινωνία, αποδίδει «Δικαιοσύνη» με έναν εσωτερικό τρόπο που επικαλείται άρθρα και νόμους για να τα αντιπαραθέσει με την κοινή λογική και το περί δικαίου αίσθημα.
Έχω διαφορετική άποψη για τη Δικαιοσύνη και θα γράψω ένα παράδειγμα το οποίο θα καταλάβουν αυτοί που είναι στην Εισαγγελία. Στην δικογραφία για τον Άκη Τσοχατζόπουλο υπάρχει το λεγόμενο ημερολόγιο του Άκη. Όπως καλά ξέρουν στην Εισαγγελία, σε μία σελίδα αυτού του ημερολογίου, ο Άκης περιγράφει την διάθεση του πρώην υπουργού Δικαιοσύνης ο οποίος από κοινού με γνωστό επιχειρηματία σχεδίαζαν την εξόντωση των αδιάφθορων της Εισαγγελίας για να διασωθεί ο ίδιος. Τις σελίδες από το ημερολόγιο αυτό τις έχουμε δημοσιεύσει στο 5ο τεύχος του HOT DOC. Ναι, σχεδίαζαν να εξοντώσουν 4 εισαγγελείς. Το ξέρουν και οι ίδιοι και οι προϊστάμενοί τους. Δικαιοσύνη λοιπόν για μένα σημαίνει αυτοί οι εισαγγελείς, αυτή η Εισαγγελία, να υψώσουν το ανάστημά τους, να ασκήσουν διώξεις στον πρώην υπουργό και τον επιχειρηματία ή τουλάχιστον να τους καλέσουν ως μάρτυρες. Αυτό είναι Δικαιοσύνη, θάρρος και ηθικό ανάστημα. Ως τώρα επιλέγουν να φιμώνουν τον Τύπο.
Η Ελλάδα ήδη διασύρεται σε όλο τον κόσμο και πάλι. Δίπλα στην ανέχεια, στην εξοντωτική λιτότητα, ο ταλαίπωρος κόσμος πρέπει να αποδεχθεί ως νομιμότητα την νομική σχιζοφρένεια. Την νομική συμπεριφορά που είτε υπαγορεύεται από σκοπιμότητα, είτε από νομική άγνοια, είτε από εμμονή και είναι επικίνδυνη.
Την δεκαετία του ’70, ο Ανδρέας Φάκος, πατέρας της σημερινής προϊσταμένης της Εισαγγελίας, στην προσπάθειά του να διαφυλάξει την «νομιμότητα» της εποχής, είχε ασκήσει διώξεις εναντίον της εφημερίδας «Το Ποντίκι», για δημοσιεύματά της. Ο κύριος Φάκος ζούσε βέβαια σε μια άλλη εποχή και έβγαινε από τις αίθουσες των δικαστηρίων της χουντικής περιόδου. Θα είναι τραγικό η κυρία Φάκου 40 χρόνια μετά, σε μια Δημοκρατική Ελλάδα, να ακολουθεί τον ίδιο δρόμο. Της αντίληψης πως ο Τύπος και η συνταγματική κατοχυρωμένη ελευθερία του είναι κάτι υπό διαπραγμάτευση, αρκεί να βρεθεί η κατάλληλη νομική φόρμουλα.
Του Κώστα Βαξεβάνη από koutipandoras
Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.