“Χαρτογράφηση” πλειστηριασμών χωρίς την ΤΤΕ και τις τράπεζες

Κλείνουν οκτώ εβδομάδες από την στιγμή που ο υφυπουργός ανάπτυξης κ. Θ. Σκορδάς έθεσε το θέμα επαναφοράς των πλειστηριασμών ακινήτων ακόμα και πρώτης κατοικίας για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.

 

Και η σύσκεψη των τριών συναρμόδιων υπουργών Στουρνάρα, Χατζηδάκη και Σταμάτη χθες δεν φαίνεται να δίνει μία οριστική απάντηση στην χαοτική αντίληψη του τι ακριβώς θα ακολουθήσει, όταν την 31/12/2013 κλείσει η περίοδος προστασίας απέναντι στους πλειστηριασμούς. Αντίθετα φαίνεται να συνεχίζεται η… χαρτογράφηση των κοινοβουλευτικών αντιδράσεων μπροστά στο πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί και κατά πως φαίνεται επιταχύνει την εκδήλωση συνθηκών πολιτικής αστάθειας και στα δύο κυβερνητικά κόμματα.

 

Το αξιοπρόσεκτο στην υπόθεση αυτή –επισημαίνεται με έμφαση τα τελευταία 24ωρα από στελέχη του τραπεζικού χώρου– είναι ότι παρά τον χρόνο που έχει μεσολαβήσει από την στιγμή που άρχισε να επανέρχεται το θέμα των πλειστηριασμών και τις προειδοποιήσεις, οικονομικές και πολιτικές, που έχουν ακουστεί από υπεύθυνα κυβερνητικά στελέχη, κανένας από την Κυβέρνηση δεν έχει ζητήσει από την Τράπεζα της Ελλάδος, ή έστω από την Ενωση Ελληνικών Τραπεζών μία λεπτομερειακή χαρτογράφηση του πραγματικού κινδύνου με βάση τα στοιχεία των τραπεζών.

 

Οι τράπεζες έχουν εικόνα σχεδόν επαρκή για το ποιος χρωστάει και που χρωστάει, που τα δάνεια εξυπηρετούνται και που όχι. Έχουν ακόμα και διασταυρωμένα στοιχεία για την σχέση μη εξυπηρετούμενων δανείων και καταθέσεων δανειοληπτών. Από την άλλη η εφορία έχει πλήρη εικόνα της εισοδηματικής ικανότητας των δανειοληπτών.

 

Παρ’ όλα αυτά όλη η συζήτηση σε πολιτικό επίπεδο εξακολουθεί να γίνεται χωρίς τους «χάρτες» αυτούς, έτσι ώστε μέχρι και σήμερα ο κάθε εμπλεκόμενος να μπορεί να ισχυρίζεται ό,τι –πολιτικά ή οικονομικά– τον εξυπηρετεί.

 

Η επιμονή μάλιστα να αγνοούνται τα στοιχεία αυτά και να αποφεύγεται μία σαφής χαρτογράφηση δυνατοτήτων και κινδύνων είναι τόσο ισχυρή όσο είναι και η συγκέντρωση της πολιτικής προσοχής στο θέμα των πλειστηριασμών από όλες τις πλευρές. Αξίζει να σημειωθεί λοιπόν ότι σύμφωνα με τις μέχρι σήμερα πληροφορίες:

 

* Δεν υφίσταται αίτημα προς την Τράπεζα της Ελλάδος για μία συγκεντρωτική εικόνα της πραγματικής κατάστασης στην σχέση μη εξυπηρετούμενων δανείων και πραγματικής εισοδηματικής ικανότητας των δανειοληπτών. Αυτό σημαίνει ότι οι συναρμόδιες κρατικές υπηρεσίες που πρέπει να διαμορφώσουν τα τελικά κριτήρια για το ποια ακίνητα θα πρέπει να βγουν σε πλειστηριασμό (σύμφωνα με την ήδη διατυπωμένη δέσμευση της Κυβέρνησης έναντι της τρόικα) και ποια θα πρέπει να προστατευθούν λόγω πραγματικής αδυναμίας των δανειοληπτών (άνεργοι, μισθωτοί με μειωμένες αποδοχές, κ.λ.π), δεν μπορούν να βασισθούν σε πραγματικά στοιχεία. Και όμως οι τράπεζες έχουν τα στοιχεία αυτά για το μεγαλύτερο μέρος των δανειοληπτών και η εφορία έχει όλα τα υπόλοιπα…

 

* Επίσης δεν έχει μελετηθεί ακόμα το πώς θα πρέπει να λειτουργήσει το χρονοδιάγραμμα και τα όρια απελευθέρωσης των πλειστηριασμών ώστε να μη προκληθεί απότομη συμπίεση και κραχ στις ονομαστικές και εμπορικές αξίες έτσι όπως αυτές αποτυπώνονται στους ισολογισμούς των τραπεζών…

 

* Ακόμα δεν έχει μέχρι σήμερα αναφερθεί από κανένα αρμόδιο κυβερνητικό φορέα το πώς θα μπορούσε να μεσολαβήσει –με βάση την πείρα άλλων ευρωπαϊκών χωρών– το κράτος ή άλλοι δημόσιοι οργανισμοί μεταξύ δανειοληπτών και τραπεζών ώστε να διαμορφωθεί η δυνατότητα μακροχρόνιας διαχείρισης του μη εξυπηρετούμενου χρέους και να αποφευχθούν τα ξεσπιτώματα που συνοδεύουν την προοπτική των πλειστηριασμών.

 

Οι «ιδέες» που υπάρχουν σχετικά δεν είναι ούτε λίγες ούτε άγνωστες στους εμπλεκόμενους φορείς αλλά κανείς αρμόδιος φορέας και υπουργείο δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται για την ανάδειξή τους. Ορισμένες μάλιστα εξ αυτών όπως υπενθυμίζεται από υπηρεσιακά στελέχη της ΤτΕ βρίσκονται ήδη σε εφαρμογή με περισσότερη ή λιγότερη επιτυχία και σε άλλες οικονομίες που βρίσκονται υπό επιτήρηση από την τρόικα, όπως επίσης και αποτυχημένα σχήματα…

 

Σε κάθε περίπτωση διαπιστώνεται καθημερινά εδώ και περισσότερες από οκτώ εβδομάδες ότι στην κυβέρνηση ενδιαφέρονται περισσότερο για την «χαρτογράφηση» των κοινοβουλευτικών αντιδράσεων, παρά για την «χαρτογράφηση» του πραγματικού προβλήματος στην στεγαστική πίστη, η οποία φαίνεται να καταρρέει με ταχύτατους ρυθμούς τόσο για τα νοικοκυριά όσο και για τις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις.

 

Δύσκολα μπορεί να εξηγήσει κανείς αυτήν την αβελτηρία χωρίς να υποχρεωθεί να σκεφτεί πολιτικές σκοπιμότητες…

 

Του Γιάννη Αγγέλη από capital