Απάντηση των Υπουργείων Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης σε ερώτηση του Ν. Νικολόπουλου για τη διαμεσολάβηση

Με στόχο να αποσυμφορηθούν τα δικαστήρια η εισαγωγή της ειδικής διαμεσολάβησης ως στάδιο της προδικασίας του ν 3869/2010, που επανέρχεται στο προσκήνιο μετα από απάιτηση της Τρόικας, αναφέρει ο Υφυπουργός Θ. Σκορδάς σε ερώτηση του βουλευτή Ν. Νικολόπουλου με αφορμή σχετικό Δελτίο Τύπου του Συλλόγου Δανειοληπτών και Προστασίας Καταναλωτών Βορείου Ελλάδος.

 

Απαντώντας στην παραπάνω Αναφορά, που κατέθεσε στη Βουλή των Ελλήνων ο Βουλευτής κ. Ν. Νικολάπουλος, σχετικά με επιστολή του Συλλόγου Δανειοληπτών και Προστασίας Καταναλωτών Βορείου Ελλάδος για τη θέσπιση υποχρεωτικού σταδίου διαμεσολάβησης στις υποθέσεις του ν.3869/2010 και κατά το μέρος που τα διαλαμβανόμενα σε αυτή εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της Γ.Γ. Εμπορίου – Γ.Γ. Καταναλωτή, o Υφυπουργός Θ. Σκόρδας απαντά τα εξής:

 

 Με την ψήφιση του νόμου 4161/2013 η κυβέρνηση προχώρησε στην επικαιροποίηση και τον εξορθολογισμό του υφιστάμενου νόμου 3869/2010 και στη θέσπιση ενός καινοτόμου προγράμματος για την ευνοϊκή μεταχείριση των ενήμερων οφειλετών.

Ο νόμος 3869/2010 για τη «Ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων» που βρίσκονται σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής κρίθηκε απαραίτητο να γίνει περισσότερο λειτουργικός. Συγκεκριμένα θεσπίζεται καταβολή ελάχιστης δόσης από την υποβολή της αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση.

Το καταβληθέν ποσό θα συμψηφίζεται με τη ρύθμιση που τελικώς θα αποφασίσει το δικαστήριο, αποδεσμεύοντας τον οφειλέτη ακόμα και με την έκδοση της απόφασης. Το ποσό της δόσης θα πρέπει να υπολογίζεται με βάση την οικονομική κατάσταση του οφειλέτη. Ωστόσο, η ελάχιστη καταβολή δεν θα μπορεί να είναι μικρότερη του 10% της τελευταίας ενήμερης δόσης, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί πριν την υπαγωγή του οφειλέτη στο ν. 3869/2010, με ελάχιστο συνολικό ποσό καταβολής τα 40 Ευρώ μηνιαίως. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται η γρήγορη επαναφορά του οφειλέτη στην οικονομική δραστηριότητα.

 

Ο εξωδικαστικός συμβιβασμός μετονομάζεται σε προδικαστικό συμβιβασμό, η διαδικασία του οποίου είναι πιο σύντομη και εντός δύο μηνών από την κατάθεση της αίτησης προσδιορίζεται η ημέρα επικύρωσης ενώπιον του ειρηνοδίκη.

 

Με την αλλαγή της διαδικασίας οι πιστωτές έχουν εξαρχής όλα τα απαραίτητα έγγραφα στα χέρια τους, σχετικά με την οικονομική και εισοδηματική κατάσταση του οφειλέτη, κι επομένως μπορούν να διαπραγματευτούν άμεσα και καλύτερα. Αρκεί η συμφωνία των πιστωτών που εκπροσωπούν το 50% + 1 των απαιτήσεων και όχι την πλήρη ομοφωνία (100%) που απαιτούνταν μέχρι σήμερα, αφού όλη η διαδικασία του προδικαστικού συμβιβασμού βρίσκεται υπό δικαστική εποπτεία και αποτρέπεται έτσι ο πιθανός κίνδυνος καταστρατήγησης.

 

Η εκτίμηση του ακινήτου γίνεται βάσει της αντικειμενικής του αξίας και όχι της εμπορικής. Με την προτεινόμενη τροποποίηση, σε περίπτωση αιτήματος διάσωσης της πρώτης κατοικίας, ο υπολογισμός της αξίας του ακινήτου γίνεται με σαφή και αντικειμενικά κριτήρια, καταργώντας δικαστικές διαμάχες περί της απόδειξης της πραγματικής (εμπορικής) αξίας του ακινήτου.

Στην περίπτωση αυτή το δικαστήριο ρυθμίζει την ικανοποίηση απαιτήσεων των πιστωτών σε συνολικό ποσό που ανέρχεται μέχρι το ογδόντα τοις εκατό της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου της κύριας κατοικίας. Μέχρι σήμερα το ποσό αυτό ανερχόταν στο 85% της εμπορικής αξίας. Η δικαστική ρύθμιση από 4 έτη που ήταν δύναται να είναι 3 έως 5, η δε διάρκεια αποπληρωμής, σε περίπτωση ύπαρξης αιτήματος διάσωσης κύριας κατοικίας, μπορεί να παρατεϊνεται μέχρι 35 έτη.

 

Με την παρούσα παραχωρείται ευελιξία στον δικαστή να κρίνει τη διάρκεια της αποπληρωμής από 3 έως 5 έτη ανάλογα με την οικονομική δυνατότητα του οφειλέτη – εν αντιθέσει με το αυστηρότερο πλαίσιο των 4 ετών-δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στον οφειλέτη να αποδεσμευτεί πιο γρήγορα.

 

Επιπροσθέτως ομοίως αυξάνεται το χρονικό διάστημα αποπληρωμής από 20 σε 35 έτη σε περίπτωση που υπάρχει αίτημα διάσωσης της πρώτης κατοικίας, γεγονός που επιτρέπει στον δικαστή να προσδιορίσει χαμηλότερες δόσεις.

 

Αναφορικά με το θεσμό της διαμεσολάβησης αναφέρουμε ότι σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ.1 του ν.3869/2010, όπως ισχύει κατόπιν τροποποίησής του με το άρθρο 11 παρ.2 του ν.4161/2013, τα μέρη δύνανται να προσφύγουν στη διαδικασία της διαμεσολάβησης του ν.3898/2010. Με την ψήφιση του νόμου 3898/12.12.2010 «Διαμεσολάβηση σε εμπορικές και αστικές υποθέσεις», ενσωματώθηκε στη νομοθεσία της χώρας μας η Οδηγία 2008/52/ΕΚ της ΕΕ περί Διαμεσολάβησης.

 

Η Διαμεσολάβηση είναι μια εναλλακτική μέθοδος επίλυσης διαφορών με την οποία τα αντιμαχόμενα μέρη καταλήγουν σε μια κοινά αποδεκτή επίλυση της διαφοράς τους. Η διαδικασία της Διαμεσολάβησης είναι δυνητική/εθελοντική.

 

Επιπρόσθετα, σε συνεργασία με το Υπουργείο Δικαιοσύνης εξετάζεται η θέσπιση διαδικασίας ειδικής διαμεσολάβησης στο πλαίσιο του ν.3869/2010, με προσεχή νομοθετική ρύθμιση, προκειμένου να επιτευχθεί η ταχύτερη διευθέτηση οφειλών υπερχρεωμένων νοικοκυριών και ταυτόχρονα να αποσυμφορηθούν τα αρμόδια Ειρηνοδικεία.

 

Εφόσον αποφασισθεί η εισαγωγή της ειδικής διαμεσολάβησης ως στάδιο της προδικασίας του ν. 3869/2010, το Υπουργείο Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας υπογραμμίζει ότι δεν θα πρέπει να συνεπάγεται σημαντική οικονομική επιβάρυνση για τον οφειλέτη, ιδίως ως προς το ζήτημα της αμοιβής του διαμεσολαβητή και της υποχρεωτικότητας παράστασης δικηγόρου, λαμβάνοντας υπόψη ότι ούτε στο πλαίσιο της διαδικασίας του ν.3869/2010 ενώπιον του Ειρηνοδικείου είναι υποχρεωτική η παράσταση δικηγόρου.

 

Περαιτέρω το Υπουργείο Ανάπτυξης θεωρεί ότι θα μπορούσε να εξεταστεί το ενδεχόμενο ως διαμεσολαβητές να χρησιμοποιηθούν και επαγγελματίες άλλων επιστημονικών κλάδων” καταλήγει ο κ Σκορδάς χωρίς να μας διαφωτίζει καθόλου στο τι πρόκειται τελικώς να γίνει με ένα θεσμό που μέχρι στιγμής, έχει αποβεί σε αναποτελεσματικό.


Δείτε την απάντηση του Υφυπουργού Ανάπτυξης Θ. Σκορδά

 

Στην επερώτηση του βουλευτή Ν. Νικολόπουλου απάντησε κι ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Χαράλαμπος Αθανασίου.

Αναφέρει τα εξής:

 

Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 2 του ως άνω νόμου, τα εδάφια πρώτο και δεύτερο της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3869/2010 ορίζουν πλέον ότι «τα μέρη δύνανται (…) να προσφύγουν στη διαδικασία της διαμεσολάβησης. Σε περίπτωση που επιλεγεί αυτή η διαδικασία και αποτύχει, ο οφειλέτης δύναται να καταθέσει την αίτηση (…) ενώπιον του αρμόδιου Ειρηνοδικείου (…)».

 

Από τη διατύπωση αυτή προκύπτει σαφώς αφενός ότι η προσφυγή στη διαδικασία του προδικαστικού συμβιβασμού δεν είναι υποχρεωτική και αφετέρου ότι σε κάθε περίπτωση, ήτοι ακόμη και αν τα μέρη επιλέξουν τη διαδικασία αυτή, οι οφειλέτες μπορούν πάντα να προσφύγουν στο αρμόδιο δικαστήριο για τη ρύθμιση των χρεών τους, εφόσον η διαδικασία αποτύχει.

 

Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι η παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3869/2010 υπό την προϊσχύσασα μορφή της προέβλεπε ως υποχρεωτική την προσφυγή στη διαδικασία εξωδικαστικού συμβιβασμού, ορίζοντας τα εξής: «Προϋπόθεση για την ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου υποβολή αίτησης του οφειλέτη για ρύθμιση οφειλών και απαλλαγή αποτελεί η εκ μέρους του καταβολή προσπάθειας επίτευξης εξωδικαστικού συμβιβασμού με τους πιστωτές του και η αποτυχία αυτής, κατά το τελευταίο πριν την υποβολή της αίτησης εξάμηνο.».

 

Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 2 του ν. 4161/2013, το τέταρτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3869/2010 προβλέπει ότι «Στο πλαίσιο του προδικαστικού συμβιβασμού, ο οφειλέτης δύναται να ζητά τη συμβουλευτική συνδρομή του Συνηγόρου του Καταναλωτή, της Επιτροπής Φιλικού Διακανονισμού που προβλέπεται στο άρθρο 11 του ν. 2251/1994 (Α’ 191) της Ένωσης Καταναλωτών που είναι εγγεγραμμένη στο Μητρώο που προβλέπεται στην παρ. 4 του άρθρου 10 του ν. 2251/1994 ή του Μεσολαβητή Τραπεζικών Επενδυτικών Υπηρεσιών ή δικηγόρου» Κατά συνέπεια ο οφειλέτης δεν επιβαρύνεται επιπλέον με την υποχρεωτική παράσταση δικηγόρου.

 

Επιπροσθέτως, μία από τις σημαντικότερες αλλαγές που επέφερε ο ν. 4161/2013 είναι η εισαγωγή της υποχρέωσης των οφειλετών να προβαίνουν σε καταβολές ευθύς από την κατάθεση της αιτήσεως για επίτευξη προδικαστικού συμβιβασμού (βλ. άρ. 13 ν. 4161/2013). Αναλυτικότερα, το ύψος της καταβολής για το χρονικό διάστημα μέχρι τη συζήτηση της προσωρινής διαταγής θα προσδιορίζεται από τον οφειλέτη, σύμφωνα με την οικονομική κατάστασή του. Ωστόσο, ως ελάχιστη καταβολή ορίζεται το 10% της οφειλόμενης δόσης, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί πριν την κατάθεση της αίτησης.

 

Εν συνεχεία, κατά την ημέρα επικύρωσης, είτε επικυρώνεται ο επιτευχθείς συμβιβασμός, είτε ο Πρόεδρος Υπηρεσίας του αρμόδιου δικαστηρίου καθορίζει το ύψος της μηνιαίας καταβολής, στην οποία υποχρεούται να προβαίνει ο οφειλέτης μέχρι την έκδοση της οριστικής απόφασης. Η μηνιαία καταβολή που καθορίζει ο Πρόεδρος Υπηρεσίας του αρμόδιου δικαστηρίου δεν μπορεί να είναι κατώτερη από το ποσοστό του 10% της οφειλόμενης δόσης που αναφέρθηκε ανωτέρω.

 

Σύμφωνα δε με την αιτιολογική έκθεση του ν. 4161/2013 η πρόβλεψη ελάχιστου ορίου καταβολής αποσκοπεί στην αποφυγή καταστρατήγησης του νόμου από κακόπιστους οφειλέτες, ήτοι αποσκοπεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα του ηθικού κινδύνου (moral hazard), το οποίο συνήθως εμφανίζεται στο πλαίσιο νομοθετικών ρυθμίσεων για τη ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων προσώπων.

 

Δείτε την απάντηση του Υπουργείου Δικαιοσύνης

Danioliptes.gr