Τι θα κάνουν οι τράπεζες με τη ρευστότητα μετά τις ΑΜΚ

Στα 20 δισ. ευρώ εκτιμώνται τα κεφάλαια που διαθέτουν οι τράπεζες για να καλύψουν τη ζήτηση για χορηγήσεις δανείων και να στηρίξουν την ανάκαμψη της οικονομίας μετά την ολοκλήρωση του δεύτερου γύρου της ανακεφαλαιοποίησης.

Σύμφωνα με ανώτερα διοικητικά στελέχη και των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, που δημοσιεύει το capital.gr, το ποσό αυτό, αν και πρωτοφανές για τα δεδομένα, όπως αυτά διαμορφώθηκαν τα τελευταία πέντε χρόνια, προορίζεται μόνο για όσους μπορούν να αποδείξουν (επιχειρήσεις ή ιδιώτες) ότι η εξυπηρέτηση του δανείου είναι διασφαλισμένη για τα επόμενα χρόνια. Πρόκειται για την «υγιή» ζήτηση, όπως την αποκαλούν οι τραπεζίτες. 

 

Η έλλειψη «υγιούς» ζήτησης, λοιπόν, περιορίζει σημαντικά τα κεφάλαια που θα πέσουν στην πραγματική οικονομία ως απόρροια της ανακεφαλαιοποίησης. Τα ίδια στελέχη εκτιμούν ότι μέσα στο 2014 θα εκταμιευθούν περί τα 4 δισ. ευρώ. Από αυτά, τα 500 εκατ. ευρώ αφορούν σε στεγαστικά, τα 100 εκατ. ευρώ σε καταναλωτικά και ο μεγαλύτερος όγκος, ήτοι πάνω από 3 δισ. ευρώ σε επιχειρηματικά δάνεια. Από πλευράς τραπεζών, επίσης, εκφράζεται η βεβαιότητα ότι υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρξει πολιτική σταθερότητα, τα νέα δάνεια θα μπορούσαν να εκτιναχθούν στα 8 δισ. ευρώ το 2015 ή ακόμη υψηλότερα.

 

Σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα, το ποσό των 4 δισ. ευρώ που εκτιμάται ότι θα δοθεί σε δάνεια μέσα στο 2014 συνδέεται απόλυτα με την πορεία της οικονομίας. Οι επίσημες εκτιμήσεις για την ανάπτυξη κάνουν λόγο για επέκταση του ΑΕΠ κατά 0,6% φέτος, ποσοστό που αντιστοιχεί σε πιστωτική επέκταση της τάξης του 1,5%-2%. Με δεδομένο ότι το σύνολο των δανείων επιχειρήσεων και νοικοκυριών διαμορφώνεται σε 215 δισ. ευρώ, τα νέα δάνεια εκτιμώνται κοντά στα 4 δισ. ευρώ. 

 

Με την άντληση 8,3 δισ. ευρώ από ιδιώτες επενδυτές οι ελληνικές τράπεζες ενισχύθηκαν κεφαλαιακά σε τέτοιο βαθμό που πλέον θεωρούνται από τις καλύτερα κεφαλαιοποιημένες τράπεζες στην Ευρώπη. Δεν είναι τυχαία η δήλωση αναλυτή από το City του Λονδίνου στο Capital.gr, σύμφωνα με την οποία οι εγχώριοι πιστωτικοί όμιλοι θα θεωρούνταν από τους πιο «υγιείς» αν δεν είχαν το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ενώ ακόμη και σήμερα με τις προβλέψεις που έχουν λάβει και με τα φρέσκα κεφάλαια που «μάζεψαν», δείχνουν ότι έχουν την ικανότητα να αντέξουν στο ενδεχόμενο μίας νέας κρίσης. 

 

Τα κεφάλαια που συγκέντρωσαν ενίσχυσαν τους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας με αποτέλεσμα να τους δίνεται η δυνατότητα, μέσω μόχλευσης, να διαθέσουν πολλαπλάσια ποσά για την στήριξη της ανάπτυξης. Το ύψος των διαθέσιμων κεφαλαίων για δάνεια υπολογίζεται σχεδόν τρεις φορές πάνω από τα αντληθέντα κεφάλαια και φτάνει τουλάχιστον στα 20 δισ. ευρώ. Και αυτό γιατί με την ενσωμάτωση της Βασιλείας III και την εφαρμογή του νέου πλαισίου της ευρωπαϊκής τραπεζικής ενοποίησης που έχει δρομολογηθεί από την ΕΚΤ, οι τράπεζες είναι υποχρεωμένες να διατηρούν πολύ μεγαλύτερα «μαξιλάρια» για την αντιμετώπιση μελλοντικών κρίσεων. Χάνουν δηλαδή την άνεση με την οποία μπορούν να δανείσουν και ταυτόχρονα περιορίζεται η δυνατότητα μόχλευσης για την χορήγηση δανείων. 

 

Αναγκάζονται, επίσης, να γίνουν πιο συντηρητικές με στόχο την κάλυψη δυνητικών επισφαλειών μέσω των προβλέψεων. Κατά συνέπεια, για όλους αυτούς τους λόγους  τα κριτήρια δανειοδότησης καθίστανται πιο αυστηρά και περιορίζεται όχι τόσο  η “δεξαμενή” νέων δανείων όσο ο αριθμός και το πλήθος των ικανών να ανταποκριθούν στις νέες απαιτήσεις δανειοληπτών. Όπως υπογραμμίζουν τα ίδια στελέχη, “το εγχώριο τραπεζικό σύστημα είναι σήμερα έτοιμο να ικανοποιήσει όλα τα αιτήματα τόσο για την υλοποίηση επενδυτικών σχεδίων όσο και για κεφάλαια κίνησης, αρκεί η ζήτηση να είναι υγιής”. 

 

Το πόσα ποιοτικά αιτήματα για νέα δάνεια θα δεχτούν οι τράπεζες θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό τη συνέχεια, καθώς σήμερα ο αριθμός των ποιοτικών αιτημάτων για δανειοδότηση παραμένει εξαιρετικά χαμηλός, αν και μέσα στο 2014 έχει παρατηρηθεί μία τάση βελτίωσης. Η συγκεκριμένη, ωστόσο, τάση είναι τόσο ασθενής που, σύμφωνα με αρμόδιο τραπεζικό στέλεχος, αρκεί ένα αρνητικό εκλογικό αποτέλεσμα για να ενισχύσει την αβεβαιότητα και να αντιστρέψει την αρχικά θετική τάση. 

 

Αξίζει να σημειωθεί ότι σήμερα τα αιτήματα για δανειοδότηση αφορούν κυρίων σε αναδιαρθρώσεις υφιστάμενων δανείων. Μεταξύ τραπεζών και κυβέρνησης έχει αρχίσει ένας δυναμικός διάλογος ο οποίος στοχεύει στη διευκόλυνση της αναδιάρθρωσης του ελληνικού επιχειρείν, με σκοπό την “εκκαθάριση” των υπερχρεωμένων και μη βιώσιμων και την ενίσχυση της επενδυτικής δραστηριότητας σε νέους, δυναμικούς και εξωστρεφείς κλάδους. Στο πλαίσιο αυτό μελετάται η αλλαγή του πτωχευτικού κώδικα η οποία θα διευκολύνει και τις τράπεζες να αναλάβουν πρωταγωνιστκό ρόλο στην αναδιάρθρωση των επιχειρήσεων.


Danioliptes.gr