Διφορούμενες οι δηλώσεις των κεντρικών τραπεζιτών

Τι θέλει να πει ο «ποιητής» για τη σχεδιαζόμενη νομισματική πολιτική, εξαιτίας της κρίσης. Από την Ουάσιγκτον έως το Λονδίνο και το Τόκιο, οι κεντρικοί τραπεζίτες επιστρέφουν στην παραδοσιακή τακτική διφορούμενων δηλώσεων που αφήνουν τις αγορές να μαντέψουν τις προθέσεις τους.

 

Πριν από την κρίση του 2008 οι διφορούμενες δηλώσεις του πρώην προέδρου της αμερικανικής Fed Αλαν Γκρίνσπαν άφησαν εποχή, ενώ οι επικοινωνιακές ικανότητες του πρώτου προέδρου της ΕΚΤ, Ολλανδού Βιμ Ντουίζενμπερνκ, δεν είχαν ιδιαίτερη επιτυχία, καθώς κάθε φορά που ο Ολλανδός τραπεζίτης άνοιγε το στόμα του πετύχαινε τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα από τα επιδιωκόμενα, προκαλώντας σημαντική πτώση του ευρώ έναντι του δολαρίου στα πρώτα βήματα του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος, τη δεκαετία του ’90.


Σύμφωνα με τη Ναυτεμπορική, στην προσπάθειά τους να κρατήσουν χαμηλά το κόστος δανεισμού προκειμένου να καταπολεμηθούν οι επιπτώσεις της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2007-2009 και να αντιμετωπιστεί η παγκόσμια ύφεση, οι επικεφαλής των μεγάλων δυτικών κεντρικών τραπεζών έδιναν ξεκάθαρο στίγμα για τις προθέσεις τους: να διατηρήσουν σε ιστορικά χαμηλά τα επιτόκια.


Με δεδομένη τώρα την πρόθεση τουλάχιστον της αμερικανικής Fed και της Τράπεζας της Αγγλίας να περάσουν σε ένα νέο κύκλο αύξησης των επιτοκίων, οι κεντρικοί τραπεζίτες καλούνται να επικοινωνήσουν με τρόπο που δεν θα δίνει ξεκάθαρα το στίγμα για το πότε και πόσο, ώστε να μη θεωρούνται πλέον δεδομένοι από τις αγορές.


Η αμερικανική Fed που επί Γκρίνσπαν γνώρισε ημέρες δόξας για τις δηλώσεις του, δέχθηκε σοβαρό πλήγμα στην αξιοπιστία της την προηγούμενη άνοιξη, όταν ο τότε πρόεδρος της Μπεν Μπερνάνκι μίλησε για ενδεχόμενο περιορισμό των ποσοτήτων ομολόγων και άλλων αξιόγραφων που αγόραζε η Ομοσπονδιακή (κεντρική) Τράπεζα των ΗΠΑ. Η δήλωση ερμηνεύτηκε ως απαρχή του τέλους του έμμεσου τυπώματος δολαρίων μέσω της αγοράς ομολόγων, γεγονός που προκάλεσε αναταραχή στις αναδυόμενες αγορές, λόγω της προβλεπόμενης «πρόωρης» αύξησης των Wflpiv από την κρίση του 2008 οι διφορούμενες δηλώσεις του πρώην προέδρου της αμερικανικής Fed, Αλαν Γκρίνσπαν, άφησαν εποχή.


Σε αντίστοιχη δοκιμασία εισήλθαν και οι επικοινωνιακές ικανότητες της Τράπεζας της Αγγλίας. Το Φεβρουάριο η Τράπεζα της Αγγλίας υποσχέθηκε να διατηρήσει τα επιτόκια στα τρέχοντα πολύ χαμηλά επίπεδα τουλάχιστον έως ότου η ανεργία μειωθεί κάτω από το 7%, εξέλιξη που εκτιμούσε ότι θα πάρει τρία χρόνια. Τελικά πήρε έξι μήνες. Ένα μήνα μετά την εκτίμηση της Τράπεζας της Αγγλίας, το Μάρτιο, η Fed προέβη σε ανάλογη υπόσχεση.


«Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί και ασφαλώς δεν πρέπει να δεσμεύεσαι νια πράγματα που δεν είμαστε βέβαιοι ότι μπορούμε πράγματι να κάνουμε», είχε δηλώσει ο Αλαν Γκρίνσπαν, ο οποίος εξακολουθεί να χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης, τον περασμένο Απρίλιο, μιλώντας στην Οικονομική Λέσχη της Νέας Υόρκης. «Να θυμάστε, δεν προβλέπουμε και πολύ καλά».


Αυτή την περίοδο η Fed είναι λιγότερο συγκεκριμένη για το τι μέλλει γενέσθαι. Η νέα πρόεδρος της Fed Τζάνετ Γέλεν δήλωσε στην πρώτη σύνοδο της τράπεζας υπό την προεδρία της, το Μάρτιο, ότι τα επιτόκια θα παραμείνουν σε πολύ χαμηλά επίπεδα για «αρκετό διάστημα» μετά τον τερματισμό του προγράμματος αγοράς ομολόγων και προέβλεψε ότι τα επιτόκια θα παραμείνουν στα ασυνήθιστα αυτά επίπεδα και μετά την πλήρη ανάκαμψη της οικονομίας. Ωστόσο, όταν η Γέλεν βγήκε έξω από τη σύνοδο την ίδια μέρα, δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι τα επιτόκια ενδέχεται να αυξηθούν «σε έξι μήνες περίπου», προκαλώντας μεγάλη πτώση στις αγορές.

 

Danioliptes.gr