Το επίμαχο σχέδιο διατάγματος υπογράφεται από τον πρώην υπουργό Δικαιοσύνης Μιλτ. Παπαϊωάννου, αλλά στις 5.7.2012 το αποδέχθηκε (υιοθέτησε όπως λέγεται) ο νέος υπουργός Δικαιοσύνης Αντ. Ρουπακιώτης.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τις επιταγές του άρθρου 93 του Συντάγματος, η κατανομή των οργανικών θέσεων των δικαστικών λειτουργών των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων πρέπει να σχετίζεται με την εύρυθμη λειτουργία της Δικαιοσύνης και να προάγει την αποτελεσματικότητα της απονομής της καθώς και το κύρος των δικαστηρίων.
Για το λόγο αυτό, πριν από την κατανομή απαιτείται η προηγούμενη γνωμοδότηση του προέδρου ή του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ύστερα από αιτιολογημένη πρόταση των διευθυνόντων τα Εφετεία και τις Εισαγγελίες Εφετών. Παράλληλα, παρέχεται από τη νομοθεσία στον υπουργό Δικαιοσύνης η δυνατότητα να αποκλίνει από τη γνώμη του προέδρου και του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Όμως, η απόκλιση αυτή του υπουργού Δικαιοσύνης πρέπει να αιτιολογείται με αναφορά στους λόγους που την επιβάλλουν και οι οποίοι πρέπει “να συνάπτονται με την εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία της Δικαιοσύνης”.
Το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο ζήτησε εξηγήσεις από το υπουργείο Δικαιοσύνης για τους λόγους που το επίμαχο διάταγμα “αποκλίνει σημαντικά” από τη γνώμη της προέδρου του Αρείου Πάγου Ρένας Ασημακοπούλου ως προς την κατανομή των οργανικών θέσεων των προέδρων εφετών, προέδρων πρωτοδικών και πρωτοδικών.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης (προϊσταμένη Γενικής Διεύθυνσης Α’) με προχθεσινό έγγραφό του (24.7.2012) απάντησε στο ΣτΕ για τις επίμαχες αποκλίσεις. Επισημαίνει το υπουργείο ότι έχοντας εκείνο την ευθύνη για την κατανομή των οργανικών θέσεων των δικαστών και αφού έλαβε υπόψη του διάφορους παράγοντες, αλλά και “τα συμφέροντα της ολότητας σε συνδυασμό με τα τοπικά συμφέροντα των διαδίκων”, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η προτεινόμενη από το υπουργείο Δικαιοσύνης κατανομή είναι “η πλέον αποτελεσματική και θα συντελέσει τα μέγιστα στην ταχύτερη εκδίκαση των υποθέσεων και τη μείωση της υπάρχουσας εκκρεμότητας”.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας στη σχετική γνωμοδότησή τους (112/2012) απάντησαν στο υπουργείο ότι όσα αναφέρει στο επίμαχο έγγραφό του «δεν συνιστούν επαρκή αιτιολογία» για “τις σημαντικές αποκλίσεις” του διατάγματος από τη γνώμη της κ. Ασημακοπούλου.
Και αυτό γιατί αποτελούν “γενικά και αόριστα κριτήρια που αναφέρονται στη συνολική κατανομή των οργανικών θέσεων των δικαστικών λειτουργών, τα οποία δεν εξειδικεύονται ως προς τις συγκεκριμένες θέσεις επί των οποίων υφίστανται οι αποκλίσεις, δεν μνημονεύονται δε συγκεκριμένα στοιχεία αναγόμενα λ.χ. στον αριθμό των υποθέσεων, στον αριθμό των ήδη υπηρετούντων δικαστικών λειτουργών αλλά και στις εν γένει ανάγκες απονομής της Δικαιοσύνης εκείνων των Εφετείων και Πρωτοδικείων όπου παρατηρούνται οι εν λόγω αποκλίσεις ώστε να προκύπτουν οι λόγοι της διαφοροποίησης για το κάθε ένα από αυτά”.
Κατόπιν αυτών οι δικαστές έκριναν μη νόμιμο το επίμαχο διάταγμα και το επέστρεψαν στο υπουργείο Δικαιοσύνης για να αιτιολογήσει επαρκώς τις θέσεις του.
ΑΠΕ-ΜΠΕ
Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.