Δριμεία κριτική στη Γερμανία όσον αφορά τους χειρισμούς της στη διαχείριση της κρίσης χρέους στην ευρωζώνη, αλλά και τη στάση της απέναντι στην Ελλάδα, ασκεί ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, προσάπτοντάς της ότι συντηρεί τη συζήτηση για έξοδο της χώρας από το ευρώ, προκειμένου να στηριχθεί ένας «φθηνός εσωτερικός διάλογος».

Έντονες επικρίσεις κατά Γερμανών πολιτικών διατυπώνει ο πρόεδρος του Eurogroup για τη στάση τους έναντι του ελληνικού ζητήματος. Σε συνέντευξή του στην «Sueddeutsche Zeitung», αναφέρει συγκεκριμένα πως ορισμένοι «μολονότι διαθέτουν βάθος σκέψης, επιδιώκουν εύκολες λύσεις, επειδή διαπιστώνουν ότι βρίσκουν ανταπόκριση εντός της εσωτερικής κοινής γνώμης». Αφού σημειώνει πως «κάνουν θεμελιώδες λάθος», τονίζει ότι «όποιος νομίζει ότι τα προβλήματα της Ευρωζώνης θα αντιμετωπίζονταν, εάν η Ελλάδα αποκλειόταν από το κοινό νόμισμα ή αφηνόταν να χρεοκοπήσει, πολύ απλά δεν έχει αντιληφθεί τις πραγματικές αιτίες της κρίσης».

Ο κ. Γιούνκερ, ενώ διευκρινίζει ότι το σχόλιό του δεν αφορά την καγκελάριο Μέρκελ, ούτε όλη τη γερμανική κυβέρνηση, καλεί όλους να είναι προσεκτικότεροι με τις λέξεις που επιλέγουν. «Για παράδειγμα, στη Γερμανία υπάρχει η διαδεδομένη άποψη ότι ο Γάλλος Πρόεδρος Ολάντ χρονοτριβεί και αρνείται την πειθαρχία στον δημοσιονομικό τομέα. Όλα αυτά δεν ισχύουν. Κατά τον ίδιο τρόπο και η κ. Μέρκελ δεν σκέπτεται μόνο τη χώρα της, όπως την κατηγορούν πολλοί στη Γαλλία. Απαιτείται περισσότερη σοβαρότητα» προσθέτει.

Ο επικεφαλής του Eurogroup αναφέρεται με ιδιαίτερη ανησυχία στα «ξεχασμένα εθνικά αντανακλαστικά», τα οποία, όπως εκτιμά, δεν είχαν καθόλου ξεχαστεί. «Ο τρόπος με τον οποίο τα γερμανικά ΜΜΕ και άλλοι επαρχιώτες πολιτικοί επιτίθενται στην Ελλάδα, δεν θα μπορούσε να προβλεφθεί, όπως και η βίαιη αντίδραση από την Ελλάδα με τα ναζιστικά σύμβολα.

Αν δεν υπήρχαν από την αρχή λάθος διατυπώσεις, τα πράγματα δεν θα είχαν εξελιχθεί έτσι», δηλώνει και αναγνωρίζει ότι «ένας Έλληνας και ένας Ισπανός, οι οποίοι εργάζονται για τον βασικό μισθό ή βλέπουν τη σύνταξή τους να μειώνεται, ζουν με το αίσθημα της αδικίας». Τονίζει, μάλιστα, ότι «πρέπει να επιδεικνύουμε σεβασμό στους ανθρώπους εκεί».

«Για ποιον λόγο επιτρέπει η Γερμανία στον εαυτό της την πολυτέλεια να εξυπηρετεί συνέχεια την εσωτερική πολιτική της χρησιμοποιώντας το θέμα του ευρώ; Για ποιον λόγο μεταχειρίζεται η Γερμανία την ευρωζώνη σαν να πρόκειται για υποκατάστημά της;», διερωτάται σε έντονο ύφος ο πρόεδρος του Eurogroup και συνεχίζει ρωτώντας: «Αν το έκαναν αυτό και οι 17 κυβερνήσεις, τι θα έμενε όρθιο από όσα έχουμε κοινά; Για ποιον λόγο συμβαίνει αυτό;».

Αναφέρει παράλληλα στον ίδιο τόνο ότι «όποιος νομίζει ότι τα προβλήματα της ευρωζώνης μπορούν να αρθούν είτε αποκλείοντας την Ελλάδα είτε αφήνοντάς την να καταρρεύσει, δεν έχει συνειδητοποιήσει τις πραγματικές αιτίες της κρίσης» και προειδοποιεί ότι «η συζήτηση για έξοδο της Ελλάδας δεν βοηθά» στη σωτηρία του κοινού νομίσματος. Αναφέρει μάλιστα ότι ενώ στο Βερολίνο λένε ότι «πρέπει να περιμένουμε την έκθεση της τρόικας», κάνουν ήδη δηλώσεις για το τι θα περιέχει αυτή.

Ωστόσο, ο κ. Γιούνκερ καλεί τη χώρα μας «να παρουσιάσει αποτελέσματα» τονίζοντας ότι δεν θέλει να μειώσει τα προβλήματα στην Ελλάδα. Ο κ. Γιούνκερ. Σημειώνει μάλιστα ότι «θα ήταν αληθινά ευχάριστο να κληθούν οι πραγματικά πλούσιοι να πληρώσουν» και συνεχίζει: «Δεν είναι δυνατόν οι μικρομεσαίοι και τα χαμηλά εισοδήματα να επιβαρύνονται και οι πλούσιοι να κάνουν πάρτι στις θαλαμηγούς τους. Η φορολόγηση των πλουσίων θα βοηθούσε στην αποκατάσταση του αισθήματος αδικίας των απλών ανθρώπων».

Παράλληλα, τονίζει πως «δεν μπορεί να χαθεί άλλος χρόνος» για την σωτηρία του ευρώ. «Πρέπει τώρα με όλα τα διαθέσιμα μέσα να καταστήσουμε σαφές ότι είμαστε αποφασισμένοι να εγγυηθούμε τη δημοσιονομική σταθερότητα της νομισματικής ένωσης», υπογραμμίζει και επιβεβαιώνει ότι τα κράτη της ευρωζώνης από κοινού με τον μηχανισμό στήριξης EFSF και την ΕΚΤ προετοιμάζονται και για την αγορά ομόλογων κρατών του ευρώ τα οποία αντιμετωπίζουν πρόβλημα. «Δεν υπάρχει αμφιβολία για αυτό», συμπληρώνει και εξηγεί ότι αιτία είναι η ανησυχία για το υψηλό κόστος δανεισμού της Ισπανίας και της Ιταλίας, αλλά και για ολόκληρη την Ευρωζώνη.

Σε ότι αφορά τον πιθανό διάδοχό του στο Eurogroup, ο πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου τάσσεται υπέρ ενός επικεφαλής «αποκλειστικής απασχόλησης», χωρίς εθνικές αρμοδιότητες. Αναγνωρίζει πάντως ότι πολλές χώρες θα έχουν διαφορετική άποψη και αναφέρει ότι η εμπειρία έχει δείξει ότι «χρειαζόμαστε έναν ευρωπαίο υπουργό Οικονομικών, μια προσωπικότητα εγνωσμένου κύρους που θα είναι σε θέση να σταματάει εθνικά δημοσιονομικά σχέδια».

Ζητεί μάλιστα ο νέος επικεφαλής να προκύψει από μια «δημοκρατική διαδικασία νομιμοποίησης» και επισημαίνει ότι ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά που απαιτεί η θέση.

ΑΠΕ-ΜΠΕ

Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.